Αν πιστέψουμε το δημοφιλές στερεότυπο των τελευταίων δεκαετιών, αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση το ελληνικό κράτος και η Δεξιά (για «κράτος της Δεξιάς» έκανε τότε λόγο σύμπασα η αντιπολίτευση) παραδόθηκαν αμαχητί στο ιστορικοπολιτικό αφήγημα των αντιπάλων τους, επισφραγίζοντας έτσι τη μακροχρόνια ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς. Πρόκειται, φυσικά, για βολική κατασκευή, που αποσιωπά την οξύτατη πολιτικοϊδεολογική αναμέτρηση εκείνων των χρόνων και την ήττα που υπέστη τότε –κάθε άλλο παρά αμαχητί– ο εγχώριος συντηρητισμός, προκειμένου να νομιμοποιηθεί πολιτικά η σημερινή επιστράτευση μιας σειράς ιδεολογημάτων (π.χ. για το Πολυτεχνείο) που μετά το 1974 μονάχα οι νοσταλγοί της χούντας τολμούσαν να επικαλεστούν.
Στο σημερινό μας αφιέρωμα θα αναφερθούμε έτσι σε ένα κρίσιμο αλλά λίγο-πολύ ξεχασμένο επεισόδιο της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου, αποκαλυπτικό για τις θέσεις που αναμετρήθηκαν εκείνα τα χρόνια, τις συμμαχίες που οικοδομήθηκαν γύρω απ’ αυτές και τη δυναμική που προδιέγραψε την τελική έκβαση της όλης αντιπαράθεσης. Ο λόγος για τις δημόσιες αντιδράσεις που προκάλεσε ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου το 1975, όταν για πρώτη φορά το έπος του 1940 συνδέθηκε ρητά με την Εθνική Αντίσταση των κατοπινών χρόνων, με ρητή αναφορά στη μείζονα συνιστώσα αυτής της τελευταίας: το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, η δράση των οποίων δεν αναγνωριζόταν τότε από το επίσημο κράτος ως αντιστασιακή (αυτό έγινε μόλις το 1982 με τον Ν. 1285 του ΠΑΣΟΚ, από την ψήφιση του οποίου αποχώρησε η Ν.Δ. διαμαρτυρόμενη γι’ αυτή την «επιβράβευση της εθνοπροδοσίας»).
«Δεν είναι στις προθέσεις της Κυβερνήσεως ν’ απαλύνη την κακήν εντύπωσιν που προκάλεσαν ωρισμένα σημεία των προχθεσινών πανηγυρικών εκπομπών του ΕΙΡΤ. Το αντίθετο μάλιστα» | Παναγιώτης Λαμπρίας (υφυπουργός Τύπου), επιστολή στον «Ελεύθερο Κόσμο» (31.10.1975)
Η συγκυρία του 1975 δεν ήταν καθόλου τυχαία. Επρόκειτο για τον πρώτο εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου σε συνθήκες σταθεροποιημένης πλέον κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, με τους φοιτητικούς συλλόγους να ελέγχονται από την Αριστερά και τους σημαντικότερους δήμους στα χέρια της αντιπολίτευσης μετά τις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές. Οι συνθήκες έμοιαζαν, ως εκ τούτου, ευνοϊκές για την επίλυση μιας μείζονος εκκρεμότητας των προηγούμενων δεκαετιών: την πολιτική αποκατάσταση εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων πολιτών που είχαν παλέψει ενάντια στη χιτλερική κατοχή και μεταπολεμικά θεωρήθηκαν από την πολιτεία «προδότες», «εγκληματίες» ή «παρασυρμένοι» αφελείς, που όφειλαν ν’ ανανήψουν παραδεχόμενοι δημόσια το λάθος τους. Οπως αποδείχθηκε όμως, πίσω είχε η εθνικοφροσύνη την ουρά.
Δυο «τολμηρές» εκπομπές
Πέτρα του σκανδάλου του εορτασμού του 1975 υπήρξαν δυο μικρά ντοκιμαντέρ που προβλήθηκαν από το Εθνικόν Ιδρυμα Ραδιοφωνίας-Τηλεοράσεως (ΕΙΡΤ), όπως λεγόταν ακόμη η ΕΡΤ. Το πρώτο τιτλοφορούνταν «Μηνύματα του 40», ήταν εσωτερική παραγωγή του ΕΙΡΤ με σκηνοθέτιδα τη Μίκα Ζαχαροπούλου και προβλήθηκε στις 8.05-8.40 μ.μ. Το δεύτερο, με τίτλο «28 Οκτωβρίου 1940», προβλήθηκε λίγο αργότερα (9.30-10.15 μ.μ.) κι ήταν εξωτερική παραγωγή, με σκηνοθέτη τον Πάνο Κοκκινόπουλο. Σύμφωνα με δημοσιεύματα των ημερών, στην πρώτη από τις δυο εκπομπές φέρεται να είχε αποφασιστική εμπλοκή η υπάλληλος του ΕΙΡΤ (και στενή συνεργάτιδα του γενικού διευθυντή) Αννα Τριανταφύλλου-Μωραΐτη, μετέπειτα Αννα Παναγιωταρέα.
Από τα ρεπορτάζ των ημερών προκύπτει πως το όλο «σκάνδαλο» των δυο εκπομπών, που αντιμετωπίστηκαν ενιαία από τον Τύπο, αφορούσε κυρίως (α) την ανάκρουση της μουσικής από δυο γνωστά θούρια του ΕΑΜ, με ή χωρίς λόγια, (β) κάποια πλάνα με αντάρτες του ΕΛΑΣ, (γ) τις –μάλλον διακριτικές– αναφορές στο ΕΑΜ, ως αντιστασιακής οργάνωσης, και (δ) την παρουσία στη μια απ’ αυτές του αριστερού δημοσιογράφου (του ΔΟΛ) Σπύρου Λιναρδάτου, που επανέλαβε ορισμένα από όσα είχε γράψει σε βιβλίο του για τον πόλεμο του 1940-41. Πράγματα που σήμερα θα θεωρούνταν σχεδόν αυτονόητα, δηλαδή, αλλά έναν χρόνο μετά τη Μεταπολίτευση έγιναν αντιληπτά σαν πολιτικός σεισμός, που παρέσυρε στο διάβα του την τότε ηγεσία της κρατικής ραδιοτηλεόρασης.
Απ’ όλες τις πλευρές, τα ντοκιμαντέρ αυτά συνδυάστηκαν με ποικίλες άλλες αναφορές της ίδιας μέρας στην ΕΑΜική Αντίσταση − από τους πανηγυρικούς που εκφώνησαν φοιτητές σε κάποια ΑΕΙ μέχρι το δημόσιο παιάνισμα των (επί δεκαετίες απαγορευμένων) αντάρτικων τραγουδιών στις επετειακές εκδηλώσεις ορισμένων δήμων, που μόλις είχαν αποκτήσει αριστερούς ή κεντροαριστερούς αιρετούς άρχοντες.
«Φέτος το Οχι, για πρώτη φορά ύστερα από 35 χρόνια, γιορτάστηκε με την Αντίσταση», διαπίστωνε λ.χ. στο κύριο άρθρο της η «Ελευθεροτυπία» (30.10). «Οι ομιλίες των επισήμων, οι πανηγυρικοί, ακόμη και τα κρατικά μέσα ενημερώσεως» απέτισαν «φόρο τιμής στο ΕΑΜ και στην Αντίσταση – τουλάχιστον στον βαθμό που εξέφραζε την εθνική ενότητα […] Ας είναι βέβαιη η επίσημη Ελλάδα ότι ποτέ δεν ένιωσε πιο ενωμένη η χώρα και πιο έτοιμη για το ύψιστο καθήκον, από προχθές που τα ερτζιανά υμνούσαν –και δεν λάσπωναν– την σύγχρονη ιστορία της».
Ακόμη και η φιλοκυβερνητική «Καθημερινή» εξέφρασε την ικανοποίησή της για τις «δυο θετικές εκπομπές», η δεύτερη από τις οποίες «κατάφερε να θυμίσει –έστω και δειλά– κάτι που με επιμονή θέλουν να μας κάνουν να το ξεχνάμε: πως ο πόλεμος του 1940 συνεχίστηκε με την κατοχή και την αντίσταση». Ο «Ριζοσπάστης» της ίδιας μέρας, πάντως, πανηγύρισε μεν για το «αντιφασιστικό και αντιιμπεριαλιστικό περιεχόμενο [που] έδωσε η νεολαία στο γιορτασμό της 28 Οκτώβρη» στα ΑΕΙ, όχι όμως και για τα «μισόλογα» των επετειακών αφιερωμάτων του ΕΙΡΤ, τα οποία θεώρησε πως υποβάθμισαν συνειδητά το ρόλο του ΕΑΜ: «“αντιστασιακοί” που αρνήθηκαν να πουν σε ποια οργάνωση ανήκαν», «φωτογραφίες τιμημένων ανταρτών άγνωστης οργάνωσης που πέρναγαν αστραπιαία», «καμουφλαρισμένο με τον ήχο της φυσαρμόνικας αντάρτικο τραγούδι» κ.ο.κ. Σ’ ένα διαφορετικό επίπεδο, δυο συντελεστές της πρώτης εκπομπής διαμαρτυρήθηκαν στα «Νέα» (30.10) για το αδόκητο κόψιμο του κλεισίματος με τα ονόματα των δημιουργών, προκειμένου να εξοικονομηθεί χρόνος για μια διαφήμιση με ντολμαδάκια.
Η οργή των εθνικοφρόνων
Ολα αυτά δεν ήταν, ωστόσο, παρά απλές παρονυχίδες μπροστά στο τσουνάμι της δεξιάς αγανάκτησης που σήκωσαν εκείνα τα «μισόλογα». Τον τόνο τον έδωσε, φυσικά, ο «Ελεύθερος Κόσμος» − πάλαι ποτέ ημιεπίσημο όργανο της χούντας, με σημαντικές ακόμα προσβάσεις στο σκληρό πυρήνα του κρατικού μηχανισμού, ο διευθυντής και ιδιοκτήτης του οποίου υπήρξε προδικτατορικά στενός συνεργάτη του Καραμανλή (βλ. «Ο πρώτος βιογράφος του εθνάρχη», «Εφ.Συν.», 14.10.2017). Το κύριο άρθρο του τιτλοφορούνταν «Λυπούμεθα, κ. πρωθυπουργέ, αλλά έχετε πλέον προσωπικήν ευθύνην»:
«Κύμα αγανακτήσεως ηγέρθη εις όλην την χώραν την ημέραν της 28ης Οκτωβρίου. Αιτία αι εκπομπαί της τηλεοράσεως του ΕΙΡΤ διά την επέτειον του “Οχι”. Επρόκειτο περί εθνικού σκανδάλου. Ενόμιζε κανείς ότι η Ελλάς κυβερνάται από το ΕΑΜ. Το αίσθημα των Ελλήνων πατριωτών επληγώθη βαθύτατα.
»Η μία εκπομπή είχεν ανατεθή εις τον κ. Σπύρον Λιναρδάτον. Ο εν λόγω κύριος ήτο μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος μέχρι το 1968. Και πάντοτε παραμένει αμετακίνητος κομμουνιστής. Η εκπομπή του διά την 28ην Οκτωβρίου 1940 ετελείωσε με μουσικήν υπόκρουσιν του εμβατηρίου του ΕΛΑΣ, ωσάν να επρόκειτο περί κομμουνιστικού ραδιοσταθμού.
»Αι εκπομπαί του ΕΙΡΤ είχαν τρία χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Πρώτον, επλαστογράφησαν την αλήθειαν. Κατεσκευάσθη μία άλλη 28η Οκτωβρίου εντελώς διαφορετική από την πραγματικήν. Δεύτερον, καθυβρίσθησαν αμέσως και εμμέσως οι Ελληνες αξιωματικοί. Κατεβλήθη προσπάθεια σχεδόν να εκμηδενισθή ο ρόλος τους και να διασυρθούν. Π.χ. παρουσίασαν τον θρυλικόν στρατηγόν Μουτούσην ως αδίκως και ασκόπως σφαγιάζοντα τους στρατιώτας του. Και τρίτον, απεσιωπήθη ο προδοτικός ρόλος των κομμουνιστών, οι οποίοι προεβλήθησαν αντιθέτως ως υπερπατριώται και ως πρωταγωνισταί του “Οχι”.
»Ταυτοχρόνως ήλθαν πληροφορίαι από πολλά σημεία της χώρας. Εδέσποσε η κομμουνιστική προπαγάνδα. Εις τα σχολεία, εις τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, οι ομιληταί διεστρέβλωσαν βαναύσως τα γεγονότα και επεδόθησαν εις άμεσον και έμμεσον κομμουνιστικήν προπαγάνδα. Ας ζητήση ο κ. υπουργός της Παιδείας να ενημερωθή και θα διαπιστώση ποίον όργιον κομμουνιστικής διαφωτίσεως παρετηρήθη κατά τον εορτασμόν της 28ης Οκτωβρίου 1940.
Δεν ήσαν πανηγυρισμός όσα συνέβησαν εις την τηλεόρασιν και αλλού. Καθύβρισις της εθνικής επετείου ήσαν. Λυπούμεθα αλλά είμεθα υποχρεωμένοι να το είπωμεν: Ο κ. πρωθυπουργός έχει πλέον προσωπικήν ευθύνην. Του επεστήσαμεν κατ’ επανάληψιν την προσοχήν. Δεν δυνάμεθα να συζητούμεν περί του κ. Ράλλη και περί κάποιου κ. Λαμπρία. Η υπόθεσις αυτού του Εθνους είναι φροντίς του κ. πρωθυπουργού. Θεμέλιον του εθνικού οικοδομήματος είναι η συνείδησις των πολιτών. Και εις αυτό το θεμέλιον –ιδίως εις την συνείδησιν των νέων πολιτών– τοποθετούνται εκρηκτικαί ύλαι».

Θα μπορούσε βέβαια κανείς να τα θεωρήσει όλα αυτά υπερβολές ενός εντύπου που εξέφραζε τους νοσταλγούς της εθνοσωτηρίου. Η τελευταία σελίδα του ίδιου φύλλου διατραγωδούσε άλλωστε «το δράμα των γονέων» που «ανησυχούν ζωηρότατα μήπως τα τέκνα των γίνουν κομμουνισταί ή εξτρεμισταί» ή «έχουν κυριευθή από απόγνωσιν διότι τα παιδιά των επαγιδεύθησαν ήδη και ηχμαλωτίσθησαν από την κομμουνιστικήν προπαγάνδαν», το κύριο δε άρθρο της επομένης υπενθύμιζε πως «όποιος χάνει την μάχην των ιδεών, χάνει και τον πόλεμον».
Στο ίδιο ακριβώς μήκος κύματος κινήθηκαν όμως και οι υπόλοιπες εφημερίδες της Δεξιάς, με χαρακτηριστικότερη τη «Βραδυνή» του Τζώρτζη Αθανασιάδη, το κύριο άρθρο της οποίας ξεσπάθωσε –κι αυτό– για την «κόκκινη εκπομπή» (30.10): «Το έθνος, ενωμένο, εόρτασε προχθές τη μεγάλη επέτειο του ιστορικού ΟΧΙ. Αλλ’ η πλευρά εκείνη που φοβόμαστε, φευ, ότι “τίποτε δεν διδάχθηκε και τίποτε δεν λησμόνησε”, διάλεξε την ημέρα αυτή για να παραχαράξη την Ιστορία του Σαράντα, νοθεύοντας τον εορτασμό.
»Σε Ιδρύματα, όπως το Πολυτεχνείο και το Κολλέγιο Αθηνών, εμφανίσθηκαν ομιληταί που περίπου εταύτισαν την 28η Οκτωβρίου με τον ΕΛΑΣ!! Και κατάπληκτοι οι τηλεθεαταί παρακολούθησαν εκπομπές του ανεκδιήγητου ΕΙΡΤ με τις οποίες επεχειρήθη η ίδια απαράδεκτη σύνδεσι.
»Αντί για τα θούρια που ενέπνεαν τους φαντάρους μας όταν μεγαλουργούσαν στα ηπειρωτικά και τα βορειοηπειρωτικά βουνά, ακούσθηκαν από το ημιεπίσημο ΕΙΡΤ και στο Πολυτεχνείο οι ύμνοι του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ. “Τόχουμε βάλει βαθιά μέσ’ στην καρδιά μας, Λαοκρατία και όχι Βασιλιά”, “Στ’ άρματα, στ’ άρματα”…
»Οι ανεπίτρεπτες αυτές εκδηλώσεις αποτέλεσαν πρόκλησι […] απέναντι των αισθημάτων της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού Λαού. […]. Οσο και να προσπαθήσουν να ξαναγράψουν την Ιστορία, όσο και να τη διαστρεβλώσουν, τα γεγονότα δεν παύουν να είναι συντριπτικά. Και χρειαζόταν, πραγματικά, θράσος όχι συνηθισμένο για να επιχειρηθή η οικειοποίησι μιας επετείου, προς την οποία οι κομμουνισταί είναι εντελώς ξένοι.
»Αλλά το ζήτημα δεν περιορίζεται, φυσικά, στην πρωτοφανή ασχημία ή στο τι σκέπτονται και πετυχαίνουν να προπαγανδίσουν, ακόμη και μέσω των… εθνικών Ιδρυμάτων, οι κομμουνισταί, κάτω απ’ τις επευφημίες των κρυπτοαριστερών εφημερίδων που εξαίρουν το νέον πνεύμα με το οποίο εωρτάσθη από το θλιβερό ΕΙΡΤ η επέτειος. Είναι περισσότερο –και κυρίως– θέμα ευθύνης της Κυβερνήσεως».
Κυβερνητική καταστολή
Αντιμέτωπη με την οργή των εθνικοφρόνων, η κυβέρνηση του εθνάρχη Καραμανλή είχε ήδη σπεύσει να συμμορφωθεί. Το βράδυ της 29ης Οκτωβρίου, επίσημη ανακοίνωση της Γενικής Γραμματείας Τύπου γνωστοποίησε πως «ο υφυπουργός Προεδρίας Κυβερνήσεως κ. Π. Λαμπρίας μετέβη το απόγευμα εις την συνεδρίασιν του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΙΡΤ διά να επισημάνη εις τα μέλη του την δυσφορίαν μεγάλης μερίδος του κοινού δι’ ωρισμένα σημεία των χθεσινών τηλεοπτικών προγραμμάτων πανηγυρισμού της 28ης Οκτωβρίου δια των οποίων επεχειρήθη διαστρέβλωσις της προσφάτου Ελληνικής Ιστορίας. Το Διοικητικόν Συμβούλιον ανέθεσεν εις τον Γενικόν Διευθυντήν του ΕΙΡΤ κ. Α. Βλάχον την διεξαγωγήν εξετάσεως προς επιμερισμόν των ευθυνών και την επιβολήν κυρώσεων» («Το Βήμα», 30.10.1975).
Με την ίδια την κυβέρνηση Καραμανλή να δίνει το σύνθημα της αποδοκιμασίας, η αγανακτισμένη βάση όρμησε στο προσκήνιο. Η Ανώτατη Πανελλήνιος Ομοσπονδία Εφέδρων Αξιωματικών διακηρύσσει πως «εθνική αγανάκτησις κατέχει Εφέδρους Αξιωματικούς διά βεβήλωσιν ιστορικής επετείου 28ης Οκτωβρίου υπό απάτριδων διεθνιστών αναρχοκομμουνιστών εισδυσάντων τη ανοχή υπευθύνων εις ΕΙΡΤ» («Ελεύθερος Κόσμος», 31.10), πέντε δε βουλευτές της Ν.Δ. καταθέτουν στη Βουλή ερώτηση προς τον Λαμπρία, «εάν σκέπτεται να τιμωρήση τους υπαιτίους δια το ανοσιούργημα» της τηλεοπτικής μετάδοσης «θουρίων της Εαμοκρατικής περιόδου, κατά τρόπον προσβάλλοντα ανεπιτρέπτως την εθνικήν συνείδησιν του Ελληνικού Λαού», και ζητώντας να πληροφορηθούν «τι μέτρα πρόκειται να λάβη προς αποφυγήν εις το μέλλον ομοίων προκλητικών εκπομπών» («Το Βήμα», 31.10). Η ΟΝΝΕΔ Ν. Φιλαδέλφειας - Ν. Χαλκηδόνας ενθουσιάζει, τέλος, τον «Ελεύθερο Κόσμο» (1.11) με την καταγγελία της ότι «στη γιορτή που έγινε το απόγευμα στην κεντρική πλατεία αντί για θούρια του ’40 ακούστηκαν ο ύμνος του ΕΛΑΣ και άλλα κομμουνιστικά τραγούδια», με αποτέλεσμα την «εμφάνισι προδοτών ως ηρώων».
Την 1η Νοεμβρίου, η «Βραδυνή» προαναγγέλλει την αντικατάσταση του γενικού διευθυντή του ΕΙΡΤ Αγγελου Βλάχου, (πρώην διπλωμάτη, υφυπουργού Τύπου του Πιπινέλη το 1963 και παρά τω πρωθυπουργώ στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας του 1974), μόλις «περατώση την ανάκρισι στο ΕΙΡΤ για να βρεθούν οι υπεύθυνοι των επιδίκων εκπομπών και επιβληθούν οι ανάλογες κυρώσεις» – ισχυριζόμενη, πάντως, πως αυτή είχε αποφασιστεί «πολύ πριν από το σκάνδαλο των εκπομπών της 28ης Οκτωβρίου». Τελικά η απαλλαγή από τα καθήκοντά του θ’ ανακοινωθεί στις 4 Δεκεμβρίου, μια μέρα μετά τη μετατροπή του ΕΙΡΤ σε ΕΡΤ Α.Ε., με τη επίσημη διευκρίνιση πως «ο κ. Αγγελος Βλάχος είχε υποβάλει την παραίτησίν του στον πρωθυπουργό από της 1ης Νοεμβρίου, δηλαδή μόλις δημιουργήθηκε ο θόρυβος περί τις εκπομπές της 28ης Οκτωβρίου» («Το Βήμα», 5.12).
Στο μεσοδιάστημα, έπεσε –σύμφωνα με τις εφημερίδες των ημερών– πολύ συμβολικό ξύλο. Στην έκθεσή του προς το ΔΣ του ΕΙΡΤ για το «σκάνδαλο» (4.11), ο Βλάχος απέφυγε λ.χ. ν’ αποδώσει σε οποιονδήποτε ευθύνες («Το Βήμα», 5.11). Tο ίδιο το Δ.Σ. ευθυγραμμίστηκε όμως πλήρως με την κυβέρνηση, «διαπιστώνοντας» πως «η τηλεοπτική κάλυψις κατά τον πανηγυρισμόν της 28ης Οκτωβρίου δεν είχε την επιβαλλομένην εις το Ιδρυμα αντικειμενικότητα και εθνικήν έξαρσιν» κι αποφασίζοντας «κατόπιν τούτου να κληθή εις απολογίαν ο αρμόδιος Διευθυντής Προγράμματος της τηλεοράσεως δια την έλλειψιν των στοιχείων τούτων» («Το Βήμα», 6.11).
Στην τακτική του συνέντευξη Τύπου, μία μέρα μετά, ο διευθυντής προγράμματος, Σπύρος Παγιατάκης θ’ αρνηθεί πάντως να υποβάλει δήλωση μετανοίας: «Είπε ότι δεν θεωρεί επιλήψιμη την εκπομπή αλλά αντίθετα πατριωτική γιατί επισημαίνει τον άθλο του Επους της Αλβανίας και την μετέπειτα αντίστασι του ελληνικού λαού εναντίον των κατακτητών», διαβάζουμε στο οργισμένο ρεπορτάζ της «Βραδυνής» (6.11), ξεκαθάρισε δε «ότι θεωρεί αδικαιολόγητο τον θόρυβο που έγινε και ότι η εμφάνισι δυο-τριών ανταρτών με γένια που εμφανίσθηκαν στο μικρό “εκράν” δεν ήταν… τίποτε το σπουδαίο!». Στην επόμενη συνεδρίασή του το ΔΣ θα προχωρήσει έτσι στην απόλυσή του, με το σκεπτικό πως «επεδείχθη αμέλεια περί την παρουσίασιν των προγραμμάτων της 28ης Οκτωβρίου» («Το Βήμα», 9.11).
Σερσέ λα φαμ;

Οπως κάθε σκάνδαλο που σέβεται τον εαυτό του, έτσι κι αυτό έπρεπε ωστόσο να επενδυθεί με κάποιο αυθεντικά γυναικείο άρωμα. Στις 11 Νοεμβρίου ο «Ελεύθερος Κόσμος» επανέρχεται έτσι στο ζήτημα, βάζοντας στο στόχαστρο τη στενή συνεργάτιδα του γενικού διευθυντή, Αννα Τριανταφύλλου-Μωραΐτη (νυν Παναγιωταρέα). Το πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ του φέρεται να έχει βασιστεί στην απολογία που κατέθεσε στο ΔΣ ο καρατομηθείς, αποδίδεται δε περιληπτικά ως εξής: «α) Την εκπομπήν “28 Οκτωβρίου 1940” ανέθεσεν εις παραγωγόν προσωπικώς ο κ. Αγγ. Βλάχος, γεν. διευθυντής του ΕΙΡΤ αφού προηγουμένως συνεννοήθη μετ’ αυτού διά το περιεχόμενόν της, και β) Την εκπομπήν “Μηνύματα του 40” παρήγαγεν και επιμελήθη επίσης προσωπικώς η κυρία Αννα Μωραΐτου-Τριανταφύλλου, διευθύντρια της διευθύνσεως μεταγραφής κειμένων του ιδρύματος». Ο Παγιατάκης, αντίθετα, φέρεται να «είχεν εκδηλώσει επιφυλάξεις δια την πρώτην εξ αυτών ενώ δεν κατέστη δυνατόν να παρακολουθήση την δοκιμαστικήν προβολήν της δευτέρας εκπομπής. Τούτο διότι η παραγωγός της κυρία Μωραΐτου του εδήλωσεν ότι: “Δεν χρειάζεται να την δείτε εσείς. Την παρηκολούθησε ο κ. γενικός και εξέφρασε τον ενθουσιασμόν του”». Εντός πλαισίου διατυπώνεται, τέλος, η εκτίμηση πως «η υπόθεσις του ΕΙΡΤ δεν είναι μόνον υπηρεσιακή ανωμαλία. Αποτελεί και κοινωνικόν σκάνδαλον».
Ο,τι δεν μπορούσε να ισχυριστεί ρητά το ρεπορτάζ, ανέλαβε να το διατυπώσει μία βδομάδα αργότερα (18.11) η πρωτοσέλιδη χιουμοριστική επιφυλλίδα της ίδιας εφημερίδας, διά χειρός της αρχισυντάκτριας Αλεξάνδρας Στεφανοπούλου (ψευδώνυμο: «Τηλέμαχος»). Τιτλοφορούνταν «Το σκάνδαλο» και παρέθετε μια φανταστική συνομιλία του γενικού διευθυντή του ΕΙΡΤ και της συζύγου του, με αντικείμενο την υφισταμένη του – συνδέοντας μάλιστα αυτή την τελευταία με τη θητεία του ως πρέσβη της χούντας στη Μόσχα:
«− Δεν σου είχα πει να διώξετε τον Παγιατάκη, Αγγελε. Ξέρεις πολύ καλά ότι άλλο όνομα σου είχα δώσει, Αγγελε.
− Δεν καταλαβαίνω τι θέλεις να πεις.
− Θέλω να πω για την κυρία Μωραΐτου, Αγγελε.
− Ποια είναι η κυρία Μωραΐτου;
− Είναι η κυρία που είχαμε μαζί μας στη Μόσχα, Αγγελε.
− Πέρασαν τόσα χρόνια από τότε που ήμαστε στη Μόσχα. Δεν συγκρατώ φυσιογνωμίες. Τι κάνει η κυρία … πώς την είπες… στη Μόσχα;
− Η κυρία Μωραΐτου έφυγε από τη Μόσχα, Αγγελε.
− Αλήθεια; Και πού πήγε;
− Στο ΕΙΡΤ, Αγγελε.
− Γιά φαντάσου σύμπτωσις! Μόνο βουνό με βουνό δεν σμίγει.
− Η κυρία Μωραΐτου πρέπει να φύγει από το ΕΙΡΤ, Αγγελε.
− Γιατί; Θα ξαναπάμε στη Μόσχα; Μήπως άκουσες τίποτα;
− Δεν μ’ αρέσει να συνδέεις τις δικές μας μετακινήσεις με την κυρία Μωραΐτου, Αγγελε.
− Εσύ τις συνδέεις. Εγώ δεν σου μιλάω ποτέ για την κυρία Μωραΐτου.
− Μιλάει, όμως, όλη η Αθήνα, Αγγελε».
Στις 3 Δεκεμβρίου υπογράφηκε και δημοσιεύθηκε ο Ν. 230/75 για τη μετατροπή του ΕΙΡΤ σε δημόσια ΑΕ υπό την εποπτεία του υπουργού Προεδρίας, με την πρόβλεψη (§5.1.γ) πως αυτός «δύναται να επιβάλη δι’ εγγράφου του, εις όλως εξαιρετικάς περιπτώσεις, την αναβολήν ή ματαίωσιν οιασδήποτε εκπομπής ή μέρους αυτής».
Μια μέρα μετά, ανακοινώθηκε η παραίτηση του Βλάχου και, ταυτόχρονα, η αναστολή του γυρίσματος των εκπαιδευτικών και παιδικών εκπομπών, ώσπου να επανεξεταστούν από τη νέα διεύθυνση. Σύμφωνα με το «Ριζοσπάστη» (5.12), ο Λαμπρίας δήλωσε πως «η υπάλληλος του ΕΙΡΤ κ. Αννα Μωραΐτη δεν έχει κανένα δικαίωμα να εξαγγέλλει προγράμματα του ιδρύματος». Η «Ελευθεροτυπία» συμπληρώνει, δε, με νόημα: «Πάντως, η διευθύντρια της Υπηρεσίας Μεταγραφής Κειμένων Κα Αννα Μωραΐτου –η οποία επιμελείτο αυτών των προγραμμάτων, χωρίς να έχη προσληφθή γι’ αυτή την αρμοδιότητα– θεωρείται από χθες ανεύθυνη να προΐσταται σ’ οποιαδήποτε Υπηρεσία του ΕΙΡΤ. Εγνώσθη αρμοδίως ότι θα καταγγελθή η σύμβασίς της».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας