Αθήνα, 20°C
Αθήνα
Ελαφρές νεφώσεις
20°C
20.4° 17.6°
1 BF
59%
Θεσσαλονίκη
Ελαφρές νεφώσεις
18°C
18.8° 16.5°
1 BF
69%
Πάτρα
Αυξημένες νεφώσεις
18°C
17.7° 16.0°
3 BF
69%
Ιωάννινα
Αυξημένες νεφώσεις
11°C
10.9° 10.9°
1 BF
100%
Αλεξανδρούπολη
Αίθριος καιρός
16°C
15.9° 15.9°
2 BF
77%
Βέροια
Αυξημένες νεφώσεις
16°C
16.5° 16.5°
1 BF
76%
Κοζάνη
Αυξημένες νεφώσεις
10°C
10.4° 10.4°
0 BF
93%
Αγρίνιο
Αυξημένες νεφώσεις
17°C
17.0° 17.0°
2 BF
80%
Ηράκλειο
Αίθριος καιρός
15°C
16.9° 14.8°
3 BF
77%
Μυτιλήνη
Αίθριος καιρός
19°C
19.4° 17.9°
1 BF
44%
Ερμούπολη
Αυξημένες νεφώσεις
17°C
17.4° 17.4°
2 BF
63%
Σκόπελος
Αραιές νεφώσεις
18°C
18.4° 18.4°
0 BF
63%
Κεφαλονιά
Αυξημένες νεφώσεις
19°C
19.2° 19.2°
2 BF
37%
Λάρισα
Αίθριος καιρός
17°C
16.8° 16.8°
0 BF
74%
Λαμία
Αυξημένες νεφώσεις
19°C
19.1° 16.7°
1 BF
59%
Ρόδος
Ελαφρές νεφώσεις
18°C
18.2° 17.8°
5 BF
89%
Χαλκίδα
Αυξημένες νεφώσεις
17°C
17.2° 17.2°
1 BF
54%
Καβάλα
Ελαφρές νεφώσεις
19°C
18.8° 14.3°
0 BF
72%
Κατερίνη
Αυξημένες νεφώσεις
17°C
17.5° 17.5°
1 BF
71%
Καστοριά
Αυξημένες νεφώσεις
12°C
12.4° 12.4°
0 BF
82%
ΜΕΝΟΥ
Τετάρτη, 23 Απριλίου, 2025
Ουάσινγκτον 2024. Στο βάθος το Καπιτώλιο, έδρα του Κογκρέσου
Ουάσινγκτον 2024. Στο βάθος το Καπιτώλιο, έδρα του Κογκρέσου | Τ.ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

Κλειστόν διά εθνικούς λόγους

Η συνεχι­ζό­μενη λογοκρισία των αμερικανικών αρχείων για την 21η Απριλίου 1967 και τι κρύβεται πίσω απ’ αυτήν

Εξι δεκαετίες μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, ένα από τα κομβικά διακυβεύματα της δημόσιας συζήτησης γύρω από τη δικτατορία παραμένει η σχέση των ΗΠΑ με την εγκαθίδρυσή της.

Η ενοχή της Ουάσινγκτον για την κατάλυση των (καχεκτικών, έστω) μεταπολεμικών ελευθεριών θεωρούνταν παλιότερα δεδομένη. Οχι μόνο μετά τη Μεταπολίτευση του 1974, όταν τα αντιαμερικανικά αισθήματα κατέστησαν -λόγω κυπριακής τραγωδίας- σχεδόν πάνδημα, αλλά και στη διάρκεια της ίδιας της δικτατορίας, όπως διαπίστωναν καθημερινά οι ίδιοι οι εδώ διπλωμάτες των ΗΠΑ κατά τις επαφές τους με τον ντόπιο πληθυσμό. «Δεν είχα συνειδητοποιήσει, μέχρι να φτάσω εκεί [=στην Ελλάδα], την έκταση στην οποία η πλειοψηφία του λαού, ιδίως οι αντίθετοι με τη χούντα, θεωρούσαν δεδομένο ότι το πραξικόπημα το έκαναν οι ΗΠΑ», διαβάζουμε χαρακτηριστικά στις αναμνήσεις ενός αξιωματούχου της USIS που ανέλαβε υπηρεσία στη χώρα μας τον Ιούλιο του 1967. «Αυτό ήταν ένα από τα πράγματα που βασάνισαν όλη την πενταετία μου εκεί, να προσπαθώ να ξεφύγω απ’ αυτή την κατηγορία» (ADST / Foreign Affairs Oral History Project, «Greece», σ.285). Η ίδια διαπίστωση επαναλαμβάνεται και στις περισσότερες από τις υπόλοιπες προφορικές μαρτυρίες της ίδιας συλλογής, τις οποίες έχει συγκεντρώσει από απόστρατους διπλωμάτες η αμερικανική Ενωση Διπλωματικών Σπουδών και Εκπαίδευσης, αλλά και σε ουκ ολίγες εκθέσεις της εποχής που φυλάσσονται στα αμερικανικά κρατικά αρχεία.

Αντανακλώντας αυτή τη διάχυτη πεποίθηση, η πρώτη -και μοναδική- διαδήλωση που οργανώθηκε στην επέτειο του πραξικοπήματος μετά τη Μεταπολίτευση (21/4/1975) κατευθύνθηκε, όπως ήταν φυσικό, στην αμερικανική πρεσβεία. Το ίδιο και οι ετήσιες επετειακές πορείες για την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, κι ακόμη περισσότερο στη διάρκεια των δύο δεκαετιών που ακολούθησαν, η εμπλοκή των ΗΠΑ στο πραξικόπημα έχει ωστόσο αμφισβητηθεί από μια σειρά μελέτες, Ελληνοαμερικανών ιδίως πανεπιστημιακών, οι οποίες φιλοδοξούν (κι εν μέρει τείνουν) να εξελιχθούν σε κυρίαρχο ερμηνευτικό σχήμα για τα γεγονότα, ιδίως μεταξύ της νέας γενιάς συντηρητικών διεθνολόγων και ιστορικών. Κεντρικό επιχείρημά τους είναι πως όσα διπλωματικά έγγραφα των ΗΠΑ έχουν μέχρι σήμερα επιλεκτικά αποχαρακτηριστεί, πιστοποιούν περισσότερο τις επιφυλάξεις (ή και την αντίθεση) των ΗΠΑ στο πραξικόπημα παρά το αντίθετο.

«Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος δεν ήταν ένα όνομα γνωστό στο Γραφείο· η CIA τον ήξερε, αλλά αυτό έγινε γνωστό αργότερα» | Ντάνιελ Μπρούστερ, επικεφαλής του Ελληνικού Γραφείου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ το 1967

Οπως έχουμε εξηγήσει και παλιότερα σε τούτη εδώ τη στήλη, η αθωωτική αυτή απόφανση παρακάμπτει με ασύγγνωστη ελαφρότητα κάποια κρίσιμα δεδομένα. Το γεγονός, κατ’ αρχάς, ότι κυριότερη μέριμνα της αμερικανικής ηγεσίας, αμέσως μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος, υπήρξε η πάση θυσία αποφυγή της ενθάρρυνσης τυχόν «νομιμοφρόνων» στρατιωτικών ν’ αντισταθούν δυναμικά στους πραξικοπηματίες· η προστασία, μ’ άλλα λόγια, αυτών των τελευταίων απέναντι στη μόνη δυνατή απειλή που αντιμετώπιζε η επικράτησή τους στις δεδομένες τότε συνθήκες. (Αναλυτικά επ’ αυτού, βλ. το αφιέρωμά μας «Ο Λευκός Οίκος και η εθνοσωτήριος», «Εφ.Συν», 12/11/2022.)

Εξίσου σημαντική ένδειξη μ’ αυτή τη «λευκή» παρέμβαση υπέρ της χούντας, αλλά και με την κατοπινή απροκάλυπτη στήριξη του καθεστώτος από τις ΗΠΑ, είναι επίσης το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των υπηρεσιακών εγγράφων που σχετίζονται με τη στάση των αμερικανικών υπηρεσιών απέναντι στο πραξικόπημα, κατά τη φάση ιδίως της εκκόλαψής του, παραμένουν μέχρι σήμερα απόρρητα ή έχουν λογοκριθεί σε τέτοιο βαθμό κατά τον αποχαρακτηρισμό τους, ώστε να δίνουν την εικόνα μιας αρκετά άτσαλης συγκάλυψης.

Μια τέτοια περίπτωση, αποκαλυπτική από κάθε άποψη για την ανάγκη που νιώθει η σημερινή κρατική γραφειοκρατία της Ουάσινγκτον να κρύψει ένα μέρος των τότε ενεργειών και προβληματισμών της σε σχέση με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, θα μας απασχολήσει σήμερα εδώ. Ο λόγος για τις πληροφορίες που οι αμερικανικές υπηρεσίες είχαν πριν από το πραξικόπημα σχετικά με τις προθέσεις και τις κινήσεις του Παπαδόπουλου και των συστασιωτών του, τη σχετική ενδοϋπηρεσιακή προειδοποίηση που ένας Ελληνοαμερικανός αναλυτής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ απηύθυνε στους αρμοδίους δύο μήνες πριν από το πραξικόπημα και την τύχη που οι παραλήπτες επιφύλαξαν σ’ αυτή την τελευταία. Μολονότι πολλά από τα επιμέρους στοιχεία της υπόθεσης δεν έρχονται για πρώτη φορά στο φως, αυτό που έχει σημασία είναι το γεγονός ότι μεγάλο μέρος της σχετικής αλληλογραφίας, αλλά και το κείμενο της ίδιας της επίμαχης προειδοποίησης παραμένουν ή θεωρούνται μέχρι σήμερα απόρρητα.

Το μνημόνιο Λαγουδάκη

Η ιστορία μας ξεκινά στις 7 Φεβρουαρίου 1967, δυόμισι μήνες πριν από το πραξικόπημα, όταν ο προϊστάμενος του Τμήματος Ελλάδας-Τουρκίας-Ιράν του Γραφείου Κατασκοπίας και Πληροφοριών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ (INR/RNA/GTI), Φίλιπ Στόνταρτ, διαβιβάζει στον επικεφαλής του Ελληνικού Γραφείου του ίδιου υπουργείου, Ντάνιελ Μπρούστερ, μια δισέλιδη αναφορά του Χαρίλαου Λαγουδάκη, παλαίμαχου αναλυτή της υπηρεσίας, με τίτλο «Η δεξιά συνωμοτική ομάδα στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις».

Ο Χαρίλαος Λαγουδάκης ως καθηγητής Ιστορίας στο Κολλέγιο Αθηνών...
Ο Χαρίλαος Λαγουδάκης ως καθηγητής Ιστορίας στο Κολλέγιο Αθηνών... | THESSAURUS 1939
Ο Χαρίλαος Λαγουδάκης ως καθηγητής Ιστορίας στο Κολλέγιο Αθηνών, μαζί με άλλους συναδέλφους του, το 1939
...μαζί με άλλους συναδέλφους του, το 1939 | THESSAURUS 1939

Ο Χαρίλαος Λαγουδάκης (1900-1978) ήταν αναλυτής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1970. Γεννημένος στην Κρήτη και Αμερικανός πολίτης από το 1928, είχε σπουδάσει με υποτροφία στις ΗΠΑ και προπολεμικά εργάστηκε ως καθηγητής Ιστορίας στο Κολλέγιο Αθηνών (Washington Post, 19/4/1978). Η εικόνα που κατέθεσαν γι’ αυτόν οι διπλωμάτες συνάδελφοί του είναι αυτή ενός ανθρώπου με βαθιά γνώση των ελληνικών και βαλκανικών υποθέσεων, ο οποίος λειτουργούσε κατά κάποιο τρόπο σαν η θεσμική μνήμη της υπηρεσίας για την περιοχή.

Μελετώντας το προσωπικό του αρχείο που φυλάσσεται στη Βιβλιοθήκη Gotlieb του Πανεπιστημίου της Βοστόνης, αλλά και το υπηρεσιακό του αρχείο στα Κρατικά Αρχεία του Μέριλαντ, διαπιστώνει κανείς πως επρόκειτο για έναν άνθρωπο που στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου χαρακτηριζόταν από τον συνήθη αντικομμουνισμό, τη δεκαετία όμως του 1960 δεν έκρυβε τη συμπάθειά του για το δημοκρατικό κι εκσυγχρονιστικό εγχείρημα της Ενωσης Κέντρου. Δυσκολευόμενες προφανώς να διακρίνουν την υπηρεσία πληροφοριών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ από τη CIA, οι σοβιετικές υπηρεσίες τον κατέτασσαν πάλι απ’ ό,τι φαίνεται σ’ αυτή την τελευταία, όπως πιστοποιεί σχετικό λήμμα στο διασημότερο σχετικό πόνημά τους (Julius Mader, «Who is Who in CIA», Βερολίνο 1968, σ.294), τα δεδομένα του οποίου αναπαράχθηκαν μεταπολιτευτικά κι από ελληνικά έντυπα («Ο “χρυσός οδηγός” για πράκτορες της CIA στην Ελλάδα», περ. «Αντί», 11/6/1977, σ.31). Την εποχή που μας απασχολεί, αδιαμφισβήτητο είναι πάντως πως ο Λαγουδάκης όχι μόνο ήταν αντίθετος στο βασιλικό πραξικόπημα του 1965 και την εκκολαπτόμενη ολοκλήρωση της εκτροπής, αλλά προσπάθησε επίσης με τον τρόπο του να την εμποδίσει.

Το έγγραφο του Στόνταρτ μαζί με το μνημόνιο του Λαγουδάκη και τη σχετική υπηρεσιακή αλληλογραφία εντοπίστηκαν από τον γράφοντα στα Κρατικά Αρχεία των ΗΠΑ, σε φάκελο του Ελληνικού Γραφείου με τίτλο «Σχέσεις Στρατού-Κράτους – Ρόλος του Στρατού, 1967» (NARA/RG 59/Records Relating to Greece, 1963-1967, Box 8, folder POL 15-8)· κατά τη διαδικασία αποχαρακτηρισμού τους το 2004 και ξανά το 2015 τα έγγραφα αυτά έχουν ωστόσο λογοκριθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε βασική είδηση από τη μελέτη τού εν λόγω φακέλου ν’ αποτελεί αυτή ακριβώς η συγκάλυψη. Από τις 5 συνολικά σελίδες που, σύμφωνα με το σχετικό υπηρεσιακό «σημείωμα απόσυρσης» (6/2/2004), αριθμούν αυτά τα τεκμήρια, τελικά διαθέτουμε πρόσβαση σε λιγότερες από 8 συνολικά σειρές!

Από το διαβιβαστικό του Στόνταρτ στην έρευνα έχει δοθεί λ.χ. μόλις το μισό:

«Νταν
Επισυνάπτω δύο αντίγραφα ενός μνημονίου του Τσάρλι Λαγουδάκη, σχετικά με μια υποτιθέμενη [alleged] δεξιά συνωμοτική ομάδα στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις.
[Ακολουθεί 1½ σειρά λογοκριμένη] χρειάζεται ενδεχομένως σχολιασμό από την πρεσβεία. [Αλλες 2 σειρές λογοκριμένες]. Τι πιστεύεις;».

Το συνημμένο κείμενο του Λαγουδάκη, με ημερομηνία 6/2/1967, παραμένει εξ ολοκλήρου απόρρητο με αιτιολογία (όπως και οι υπόλοιπες λογοκριτικές επεμβάσεις) την προστασία των διεθνών σχέσεων των ΗΠΑ (FOIA [b] [1]). Εχει ωστόσο δημοσιευθεί στην ολότητά του ήδη από το 1977, στο βιβλίο του δημοσιογράφου Λόρενς Στερν για την πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στη χούντα και την Κύπρο (Lawrence Stern, «The Wrong Horse. The Politics of Intervention and the Failure of American Diplomacy», The New York Times Books, σ.43), ελληνόγλωσση έκδοση του οποίου κυκλοφόρησε στη Λευκωσία την επόμενη χρονιά («Λάθος άλογο. Η πολιτική του επεμβατισμού και η αποτυχία της αμερικανικής διπλωματίας», εκδ. Ταμασός). Από εκεί αναδημοσιεύθηκε στο βιβλίο του Αλέξη Παπαχελά («Ο βιασμός της ελληνικής δημοκρατίας», Αθήνα 1997, εκδ. Εστία, σ.273-4) και στα απομνημονεύματα του τότε διπλωμάτη και κατοπινού πρέσβη στην Αθήνα, Ρόμπερτ Κίλι («Η αμερικανική πρεσβεία και η κατάρρευση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, 1966-1969», Αθήνα 2010, εκ. Πατάκη, σ.186-7).

Το πλήρες κείμενό του, σε δική μου μετάφραση, έχει ως εξής:

«Από τις 19 Ιουνίου 1965, το Τμήμα Εγγύς Ανατολής έχει δει μια δεκαπενταριά αναφορές της CIA από διάφορες πηγές για τη λεγόμενη “δεξιά ελληνική στρατιωτική συνωμοτική ομάδα”. Η τελευταία αναφορά είχε ημερομηνία 23 Ιανουαρίου 1967. Αυτές οι αναφορές λένε πως η “συνωμοτική ομάδα” είναι έτοιμη να οργανώσει στρατιωτικό πραξικόπημα όταν, κατά την άποψή της, μια δικτατορία θα καταστεί αναγκαία ως η μόνη εναλλακτική λύση απέναντι στον έλεγχο του Κοινοβουλίου από την Ενωση Κέντρου.

Περίπου είκοσι ονόματα αξιωματικών, εν ενεργεία και αποστράτων, αναφέρονται ως βασικά μέλη αυτής της στρατιωτικής κίνησης, με εξέχοντες ανάμεσά τους τον αντισυνταγματάρχη Δ. [sic] Παπαδόπουλο και τον αντισυνταγματάρχη Δ. Σταματελόπουλο. Η “συνωμοτική ομάδα” αναφέρεται πως υφίσταται από τα τέλη του 1963, φέρεται όμως να διασκορπίστηκε από τον Παπανδρέου μετά την ανάρρησή του στην εξουσία τον Φεβρουάριο του 1964. Ο Παπαδόπουλος φέρεται να δήλωσε τον Δεκέμβριο του 1966 πως “άπαξ η δικτατορία επιβληθεί, θα επιζητήσει την υποστήριξη των ΗΠΑ για να εφαρμόσει κοινωνικά και οικονομικά μέτρα που μπορούν ν’ αποτρέψουν την τωρινή ροπή προς τα αριστερά”. Η πρώτη συνάντηση της ομάδας μετά την πτώση της κυβέρνησης Στεφανόπουλου [21/12/1966] φέρεται να πραγματοποιήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 1967. Ο συνταγματάρχης Παπαδόπουλος ήταν ο βασικός ομιλητής.

Δεν έχουμε πληροφορίες γι’ αυτή τη συνωμοτική ομάδα από πηγές εκτός CIA, και η διαθέσιμη πληροφόρηση από CAS [«ελεγχόμενες αμερικανικές πηγές», ακρωνύμιο που χρησιμοποιούνταν για να υποδηλώσει την ίδια υπηρεσία] είναι πολύ ατελείς. Στον βαθμό που κύκλοι του στρατού και των ανακτόρων φέρονται ν’ ανησυχούν για την πιθανότητα νίκης του Παπανδρέου στις εκλογές του Μαΐου, θα ήταν χρήσιμο να είχαμε περαιτέρω πληροφόρηση γι’ αυτή τη δεξιά ομάδα που ενδέχεται τώρα να προετοιμάζει πιθανό πραξικόπημα. Θα έπρεπε ίσως να γίνουν διακριτικές έρευνες των CAS και του Πολιτικού Τμήματος [της πρεσβείας]».

Οι αναφορές της CIA

Από τις «δεκαπέντε περίπου» αναφορές της CIA που είχαν σταλεί στο Τμήμα Εγγύς Ανατολής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ μεταξύ Ιουνίου 1965 και Ιανουαρίου 1967 για την ομάδα του Παπαδόπουλου, μέχρι σήμερα έχουν έρθει στο φως μόνο δύο (7/3/1966 και 20/12/1966) – δημοσιευμένες, και οι δυο τους, στην επεισοδιακή επίσημη έκδοση ντοκουμέντων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που τυπώθηκε το 2000 αλλά δόθηκε στη δημοσιότητα μόλις το 2002 («Foreign Relations of the United States. XVI. Cyprus; Greece; Turkey», USGPO, Ουάσιγκτον 2000, σ.474-6 & 519-20) και, λίγο νωρίτερα, από τον Παπαχελά (όπ.π., σ.237-42 & 270-1).

Η αναζήτηση των υπόλοιπων στο Αρχείο Λαγουδάκη στάθηκε άκαρπη, καθώς ο φάκελος που ενδεχομένως τις περιείχε (Box 23, «Pre-Junta 1961-1967») έχει αλλάξει στο μεσοδιάστημα περιεχόμενο κι είναι πλέον γεμάτος με κάποια άσχετα βιβλία… Το μόνο που βρέθηκε, σ’ έναν άλλο φάκελο (Box 143, «Junta»), ήταν οι χειρόγραφες σημειώσεις του από κάποιες άλλες αναφορές του στρατιωτικού ακολούθου της πρεσβείας το 1964-1965, με αντικείμενο τις βολιδοσκοπήσεις του από τη «συνωμοτική ομάδα» για την επιβολή δικτατορίας.

Στο δικό του, μεταγενέστερο βιβλίο για τις μεταπολεμικές ελληνοαμερικανικές σχέσεις, ο επίσημος ιστορικός του Στέιτ Ντιπάρτμεντ κι επιμελητής της προαναφερθείσας συλλογής, Τζέιμς Μίλερ, παραθέτει πάλι τους αριθμούς πρωτοκόλλου 14 αναφορών της CIA για την ίδια πάντα «συνωμοτική ομάδα» μεταξύ Οκτωβρίου 1964 και Δεκεμβρίου 1966, αριθμούς τους οποίους ο ίδιος δηλώνει πως άντλησε από κάποιο «μη διαβαθμισμένο κατάλογο» των αρχείων του υπουργείου του. Η όλη πληροφορία έχει πάντως καταχωνιαστεί στις τελευταίες σειρές μιας ημισέλιδης βιβλιογραφικής παραπομπής, όπου μνημονεύεται επίσης διακριτικά η αντίστοιχη σελίδα του βιβλίου του Στερν δίχως πρόσθετες διευκρινίσεις (James E. Miller, «The United States and the Making of Modern Greece, 1950-1974», The University of North Carolina Press, Τσέιπελ Χιλ 2009, σ.253, υποσημ.70).

Οι δύο αναφορές που έχουν αποχαρακτηριστεί, κι έχουμε κάθε λόγο να θεωρήσουμε πως είναι οι λιγότερο προβληματικές για την τωρινή επίσημη ιστοριογραφία των ΗΠΑ, αποκαλύπτουν πως η CIA και (μέσω αυτής) το Στέιτ Ντιπάρτμεντ γνώριζαν πολύ καλά όχι μόνο την ύπαρξη, τα μακροπρόθεσμα σχέδια, τις διαβουλεύσεις κι εσωτερικές τριβές, αλλά και την ίδια τη σύνθεση της ομάδας του Παπαδόπουλου. Απέφυγαν ωστόσο να προειδοποιήσουν επ’ αυτού τις φιλικές τους «συμμαχικές» κυβερνήσεις της Αθήνας· αμέλεια που ισοδυναμούσε επί της ουσίας με προστασία και συνειδητή διατήρηση των ένστολων συνωμοτών ως εφεδρεία, για κάθε μελλοντικό ενδεχόμενο.

Στο βιβλίο του, ο Μίλερ αποφεύγει προσεκτικά οποιαδήποτε αναφορά στον Λαγουδάκη και το μνημόνιό του. Φροντίζει όμως ν’ απαντήσει άτυπα στα ερωτήματα που γεννά η μεταχείριση της προειδοποίησής του από τον προϊστάμενό του μηχανισμό, δικαιολογώντας τη στάση αυτού του τελευταίου ως εξής: «Οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ αγνόησαν την απότομη εξαφάνιση της πληροφόρησης για τη συνωμοσία των συνταγματαρχών, επειδή επικεντρώνονταν στα σχέδια του βασιλιά και των ανώτατων αξιωματικών. Εκτίμησή τους, και της ανώτατης ελληνικής στρατιωτικής ηγεσίας, ήταν πως οι συνταγματάρχες θ’ ακολουθούσαν την ιεραρχία και θα ενεργούσαν μονάχα κατ’ εντολή των ανακτόρων» (όπ.π., σ.132). Αν τα πράγματα ήταν όμως τόσο απλά, προς τι η συνεχιζόμενη απόκρυψη του σχετικού αρχειακού υλικού; Η ίδια η προσεκτική διατύπωση του επίσημου ιστορικού του Στέιτ Ντιπάρτμεντ υπονοεί, κατά τη γνώμη μας, τον πραγματικό λόγο αυτής της ολιγωρίας.

Ο καραμανλικός επισκέπτης

Ποια υπήρξε όμως η διαχείριση της προειδοποίησής του από τους παραλήπτες της; Στον ίδιο φάκελο περιέχονται ακόμη δύο έγγραφα. Το ένα απ’ αυτά, εξίσου αγρίως λογοκριμένο, είναι το μήνυμα που ο επικεφαλής του Ελληνικού Γραφείου, Ντάνιελ Μπρούστερ, έστειλε στις 24 Φεβρουαρίου (με τον χαρακτηρισμό «απόρρητο») στην επικεφαλής του Τμήματος Πολιτικών Υποθέσεων της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα, Κάθριν Μπράκεν. Η συμπερίληψή του στον ίδιο φάκελο υποδεικνύει πως το περιεχόμενό του σχετιζόταν με την προειδοποίηση του Ελληνοαμερικανού αναλυτή· από τις περίπου είκοσι γραμμές του, μόλις τρεισήμισι είναι ωστόσο προσπελάσιμες στον ερευνητή:

«Αγαπητή Κέι
[λογοκριμένη παράγραφος, τουλάχιστον 15 σειρών]
Τα ταξιδιωτικά μου σχέδια συγκεκριμενοποιούνται κι ελπίζω να είμαι στην Αθήνα στις 9 Μαρτίου, ύστερα από μια στάση στο Παρίσι για να δω τον Μερλ Κόχραν και άλλους. Για τον ακριβή χρόνο, θα ενημερώσω την πρεσβεία από το Παρίσι.
Με τις καλύτερες ευχές μου
Ντάνιελ Μπρούστερ».

Από διάφορες πηγές γνωρίζουμε πως ο επικεφαλής του Ελληνικού Γραφείου επισκέφθηκε τελικά την Αθήνα τον Μάρτιο του 1967. Σύμφωνα με τον Ρόμπερτ Κίλι, χαμηλόβαθμο τότε διπλωμάτη του πολιτικού τμήματος της πρεσβείας, «οι απόψεις του για την ελληνική πολιτική ήταν γνωστές ως συντηρητικές»· σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, ώστε, μολονότι είχε έρθει «για να εκτιμήσει την κατάσταση πριν από τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές που είχαν προγραμματιστεί για τον Μάιο, το ανέκδοτο που κυκλοφόρησε στην Αθήνα ήταν ότι ο αληθινός σκοπός του ερχομού του ήταν να εγγραφεί στους εκλογικούς καταλόγους ώστε να μπορέσει αργότερα να ψηφίσει ταχυδρομικά τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. […] Μάλιστα ο Μπρούστερ πραγματοποίησε ενδιάμεση στάση στο Παρίσι για να δει τον Καραμανλή κατά την επιστροφή του από την Αθήνα, αλλά προς μεγάλη του λύπη η συνάντηση δεν έγινε λόγω άρνησης του Καραμανλή, ο οποίος, λόγω υπερηφάνειας, πίστευε ότι του άξιζε μια επίσκεψη από έναν ανώτερης βαθμίδας Αμερικανό αξιωματούχο» (όπ.π., σ.80).

Υπενθυμίζουμε εδώ πως ο αυτοεξόριστος Καραμανλής αποτελούσε την ίδια εποχή το επίκεντρο των ζυμώσεων που σχετίζονταν είτε με τη μελετώμενη αντικοινοβουλευτική εκτροπή είτε με τη διενέργεια εκλογών βίας και νοθείας για να αποτραπεί η διαφαινόμενη νίκη μιας Ενωσης Κέντρου με ισχυρή -αν όχι ηγεμονική- τη ριζοσπαστική αριστερή πτέρυγά της. (Για μια συνοπτική επισκόπησή τους, βλ. το βιβλίο του Δημήτρη Ψαρρά «Το μυστικό του εθνάρχη», εκδ. «Εφ.Συν.», Αθήνα 2017, σ.15-43.) Οσο για τον Μερλ Κόχραν (1892-1973), παλαίμαχο διπλωμάτη και ηγετικό στέλεχος του ΔΝΤ που από το 1962 ήταν πρόεδρος του κονσόρτσιουμ του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα, με τον οποίο λογικά θα συναντήθηκε ο Μπρούστερ, το περιεχόμενο των συνομιλιών τους έχει πιθανότατα αποτυπωθεί στο προσωπικό ημερολόγιό του που φυλάσσεται σήμερα, μαζί με το υπόλοιπο αρχείο του, στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα.

Υποσημειώνεται επίσης εδώ πως η αφήγηση του Κίλι χαρακτηρίζεται από εμφανείς αντιφάσεις, προϊόντα της προσπάθειάς του να χορτάσει τον σκύλο της προσωπικής του μαρτυρίας, διατηρώντας ταυτόχρονα ακέραιη την επίσημη εικόνα τής τότε αμερικανικής πολιτικής. Η διάχυτη πεποίθηση των Ελλήνων της εποχής πως οι ΗΠΑ είχαν αναμιχθεί ενεργά στην Αποστασία του 1965 αποδίδεται λ.χ. στο βιβλίο του στην αδυναμία τους ν’ αντιληφθούν «ότι τα πράγματα είχαν πλέον αλλάξει» σε σχέση με τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και πως από την Ουάσινγκτον «αντιμετωπίζονταν ως ώριμος, ικανός λαός που μπορεί να διαχειριστεί τα δικά του ζητήματα χωρίς ξένη κηδεμονία» (σ.93). Λίγες μόνο σελίδες πριν απ’ αυτή την καθησυχαστική διαβεβαίωση, ο ίδιος εξηγεί ωστόσο πως «η ομάδα των “αποστατών” κεντροδεξιών πολιτικών ήταν, πρακτικά, δημιούργημα της CIA» (σ.86). Ποιο από τα δύο να πιστέψουμε; Είναι μάλλον προφανές.

Ο ίδιος ο Μπρούστερ έχει καταθέσει πάλι από το 1991 τη δική του μαρτυρία στη συλλογή της Ενωσης Διπλωματικών Σπουδών και Εκπαίδευσης. Σύμφωνα μ’ αυτή, γενικευμένη πεποίθηση των συνομιλητών του στην Αθήνα (τους οποίους αποφεύγει να κατονομάσει) ήταν πως δεν επρόκειτο να επιτρέψουν τη διενέργεια των προγραμματισμένων εκλογών: «Πήγαινα από πολιτικό σε πολιτικό, ρωτώντας “Ποια νομίζετε πως είναι τώρα τα ποσοστά; Θα διατηρήσει ο Παπανδρέου την πρωτοκαθεδρία και θα παραμείνει [sic] στην εξουσία ή θα επανέλθουν ο Κανελλόπουλος και άλλοι;”. Η απάντηση δε που έπαιρνα, προς μεγάλη έκπληξή μου, ήταν “Ποιες εκλογές; Δεν πρόκειται να γίνουν ποτέ. Δεν θα αφήσουμε να πραγματοποιηθούν”. Η αίσθηση πως θα παραχωρούσαν περισσότερη εξουσία -το έθεταν ωμά- στον Ανδρέα Παπανδρέου (ο Γεώργιος είχε γεράσει πια πολύ εκείνο τον καιρό), ή θα τον αφήσουν να κερδίσει εκλογές, ήταν ανάθεμα γι’ αυτούς» (ADST, όπ.π., σ.199).

Οσον αφορά το ψητό, ο ίδιος διαβεβαιώνει ωστόσο -ψευδώς- πως ο διπλωματικός μηχανισμός των ΗΠΑ είχε πλήρη άγνοια για το σχεδιαζόμενο πραξικόπημα: «Αυτές οι διαδόσεις πως [οι εκλογές] “δεν θα πραγματοποιηθούν ποτέ” μας φαίνονταν παρατραβηγμένες, επειδή δεν είχαμε αισθανθεί, ούτε είχαμε κάποια [υπηρεσιακή] αναφορά που ν’ αντανακλά αυτή την άποψη. […] Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος δεν ήταν ένα όνομα γνωστό στο Γραφείο· η CIA τον ήξερε, αλλά αυτό έγινε γνωστό αργότερα» (σ.200 & 202). Για την αξιοπιστία της μαρτυρίας του, αλλά και για την προσωπική στάση του ίδιου και των επαφών του απέναντι στα γεγονότα, εξαιρετικά εύγλωττος είναι άλλωστε ο ισχυρισμός του πως «από το απόγευμα [της 21ης Απριλίου], όταν ο κοσμάκης της Ελλάδας κατάλαβε πως αυτό ήταν ένα πραξικόπημα της Δεξιάς κι όχι της Αριστεράς, αναστέναξε σε μεγάλο βαθμό ανακουφισμένος» (σ.202).

Η «καλή» χούντα

Πού πρέπει ν’ αποδοθεί αυτή η συνεχιζόμενη λογοκρισία της υπηρεσιακής συζήτησης γύρω από το εκκολαπτόμενο πραξικόπημα; Η πιθανότερη εξήγηση είναι πως αυτό που επιζητείται να συγκαλυφθεί είναι η στάση των αμερικανικών υπηρεσιών και μηχανισμών απέναντι στην κυρίαρχη εκδοχή των σχετικών σχεδιασμών: μια χούντα στρατηγών, ελεγχόμενη από τον βασιλιά.

Από μεταγενέστερη έκθεση του Λαγουδάκη, αλλά κι από ελληνικές πηγές όπως η έκθεση του ταξίαρχου Πανουργιά προς τον Καραμανλή (Οκτώβριος 1967), γνωρίζουμε πως η ομάδα Παπαδόπουλου συγκροτούσε απλά τον εκτελεστικό βραχίονα αυτής της υψηλόβαθμης συνωμοσίας, που δρομολογήθηκε το φθινόπωρο του 1966 από τον Α/ΓΕΣ στρατηγό Σπαντιδάκη με τις ευλογίες του Κωνσταντίνου και πως από τον Φεβρουάριο του 1967 ο σχετικός μηχανισμός είχε ήδη τεθεί σε κατάσταση ανεπίσημου συναγερμού. Οι Αμερικανοί γνώριζαν φυσικά το σχέδιο αυτό, ακόμη και την κωδική ονομασία του, από διάφορες πλευρές.

Ο Παττακός σε δημοσιογραφική φωτογραφία του 1963.
Ο Παττακός σε δημοσιογραφική φωτογραφία του 1963. | ΑΡΧΕΙΟ Τ. ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
O Παπαδόπουλος με τους Ελληνοαμερικανούς πράκτορες της CIA, Τζορτζ Στίβενς και Τζον Φατσέα (στο κέντρο), σε κυνήγι στο Νευροκόπι το 1965
O Παπαδόπουλος με τους Ελληνοαμερικανούς πράκτορες της CIA, Τζορτζ Στίβενς και Τζον Φατσέα (στο κέντρο), σε κυνήγι στο Νευροκόπι το 1965 | Α. ΠΑΠΑΧΕΛΑΣ, «Ο ΒΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ» (1997)

Μια διακριτική σκιαγράφηση αυτής της εξέλιξης γίνεται στο μόνο έγγραφο του επίμαχου φακέλου που μπορούν να δουν ολόκληρο οι ερευνητές – ένα (σχετικά ανώδυνο) σημείωμα του Νο 2 του Ελληνικού Γραφείου, Τζον Οουενς, με τίτλο «Ο ρόλος των στρατιωτικών στην εσωτερική πολιτική» και ημερομηνία 28/1/1967 (δέκα μέρες, δηλαδή, πριν από την προειδοποίηση του Λαγουδάκη):

«Μολονότι πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Ελληνες στρατιωτικοί ανακατεύονταν συχνά στην εσωτερική πολιτική, μετά το τέλος του συμμοριτοπολέμου του 1947-49 οι στρατιωτικοί απέφυγαν λίγο-πολύ να βρεθούν αναμιγμένοι στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Εν μέρει αυτό ήταν αποτέλεσμα της αμερικανικής επιρροής, η οποία τόνιζε διαρκώς την ανάγκη μη επέμβασης του στρατού στην πολιτική και εν μέρει αντανακλώνταν στο σώμα των αξιωματικών. Παρ’ όλα αυτά, οι στρατιωτικοί παραμένουν μια πανίσχυρη και συντηρητική δύναμη στην Ελλάδα κι έχουν υπάρξει πηγή ισχύος για την ελληνική μοναρχία. Μολονότι απέφυγαν να επέμβουν άμεσα στην πολιτική, οι στρατιωτικοί είναι γενικά γνωστό ότι βλέπουν με καχυποψία την Κεντροαριστερά εν γένει, και κατά τη διάρκεια της κεντρώας κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου (1963-65) η σχέση στρατιωτικών-κυβέρνησης υπήρξε ταραγμένη. Αυτό οφειλόταν κυρίως στην έλλειψη εμπιστοσύνης των στρατιωτικών προς τον αριστερόστροφο γιο του πρωθυπουργού, τον Ανδρέα, που φαίνεται ότι σχετιζόταν με τον σχηματισμό μιας μυστικής οργάνωσης αξιωματικών του στρατού ονόματι “ασπίδα”. Πιστεύεται γενικά ότι, στην περίπτωση που μια αριστερή κυβέρνηση φανεί να βρίσκεται στα πρόθυρα της εξουσίας στην Ελλάδα, οι στρατιωτικοί θα αντιδράσουν για ν’ αποτρέψουν ένα τέτοιο συμβάν. Αυτό είναι κάτι που θα συμβεί σχεδόν σίγουρα, αν ο βασιλιάς καλέσει τον στρατό ν’ αποτρέψει διά της βίας μια κατάληψη της εξουσίας από την Αριστερά, καθώς η νομιμοφροσύνη του σώματος των αξιωματικών -ιδίως των ανώτατων- προς τον μονάρχη είναι αναμφίβολη».

Για την υποδοχή αυτών των σχεδίων από την ηγεσία της Ουάσινγκτον, εξαιρετικά εύγλωττη υπήρξε η αποκάλυψη του τότε σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα, Τζον Μόρι, σε άρθρο του στην «Ουάσινγκτον Ποστ» (John Maury, The Greek Coup, The Washington Post, 30/4/1977). Οταν στις 13/3/1967 η αρμόδια επιτροπή της Ουάσινγκτον απέρριψε την εισήγηση του σταθμού και της πρεσβείας για μυστική προεκλογική χρηματοδότηση αντιπάλων των Παπανδρέου, γράφει, «το επιχείρημα ήταν πως οι ΗΠΑ ήταν ήδη βαριά δεσμευμένες στη ΝΑ Ασία και πως είχε έρθει καιρός οι Ελληνες να φροντίσουν τον εαυτό τους. Οπως παρατήρησε ένας πολύ υψηλά ιστάμενος αξιωματούχος, “θα ’πρεπε ίσως ν’ αφήσουμε τους Ελληνες να δοκιμάσουν τη στρατιωτική δικτατορία· τίποτα άλλο δε φαίνεται να πιάνει εκεί πέρα”».

Οι όποιοι ενδοιασμοί απέναντι σε μια τέτοια εξέλιξη δεν υπαγορεύονταν φυσικά από κάποια προσήλωση στη δημοκρατία (των άλλων). Αυτό που ανησυχούσε τους Αμερικανούς διπλωμάτες, πολιτικούς ηγέτες και υψηλόβαθμους πράκτορες, μετά την εκρηκτική εμπειρία των Ιουλιανών, ήταν το ενδεχόμενο το σχεδιαζόμενο πραξικόπημα να λειτουργήσει ως μπούμερανγκ, πυροδοτώντας μαζικές δυναμικές αντιδράσεις με τελική κατάληξη τη δημιουργία ενός νέου ΕΑΜ κι ενός δεύτερου Βιετνάμ· εξ ου και, σε κεντρικό επίπεδο, προτιμούσαν μια «εξημέρωση» της Ενωσης Κέντρου, μέσω της κυβερνητικής συνεργασίας της με την ΕΡΕ και της ταυτόχρονης αποβολής των ριζοσπαστικότερων στοιχείων της, παρά το ρίσκο μιας εκτροπής με αβέβαιες προοπτικές.

Την ίδια λ.χ. ακριβώς μέρα με το σημείωμα του Οουενς, ο αυλάρχης του βασιλιά Δημήτριος Μπίτσιος βολιδοσκόπησε τον σταθμάρχη της CIA για τις αμερικανικές αντιδράσεις «αν η κατάσταση απαιτήσει την προσφυγή σε ακραία μέτρα», διευκρινίζοντας ότι «πρέπει ν’ αναληφθεί δράση, αν αναληφθεί, πριν από τις εκλογές μάλλον παρά μετά». Ο Μόρι αναρωτήθηκε «αν μια δικτατορία θα μπορούσε να επιβληθεί αποτελεσματικά απέναντι στο είδος των απεργιών, της βίας και των εν γένει μέτρων αντίστασης με τα οποία μπορεί ν’ αντιδράσει ο Αντρέας». Η αποστομωτική απάντηση του συνομιλητή του ήταν ότι, σε περίπτωση δικτατορίας, ο Αντρέας «will not be around»· αμφίσημη διατύπωση που, σύμφωνα με τα λεξικά, μπορεί να σημαίνει «δεν θα είναι παρών» αλλά και «δεν θα είναι ζωντανός»…

Το πράσινο φως

Κάποια άλλα στελέχη της υπηρεσίας δεν συμμερίζονταν πάντως αυτές τις ανησυχίες, όπως εξήγησε κατόπιν εορτής στον Καραμανλής ο ταξίαρχος Πανουργιάς Πανουργιάς -ο ίδιος που, ως διευθυντής Α2 του ΓΕΣ, είχε αναλάβει μαζί με τον Παττακό (διοικητή τεθωρακισμένων του Λεκανοπεδίου) την οργάνωση του βασιλικού πραξικοπήματος: «Μίαν ημέραν είχομεν συνάντησιν μεθ’ ενός Ελληνικής καταγωγής αξιωματικού της Αμερικανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, εις την οικίαν του Βουλευτού [Λάρισας της ΕΡΕ, Χρήστου] Κιτσίδη. Κατ’ αυτήν συνεζητήθη ποία η ενδεχομένη αντίδρασις των ΗΠΑ εις περίπτωσιν δικτατορίας. Ο εν λόγω Αμερικανός ενίσχυσεν κατά κάποιον τρόπον την άποψιν Παττακού [υπέρ του πραξικοπήματος, έστω και δίχως εντολή της ανώτατης ηγεσίας], ειπών ότι αι ΗΠΑ εφ’ όσον τηρούσαμε την αυτήν εξωτερικήν πολιτικήν, παραμέναμε εις το ΝΑΤΟ και δεν δημιουργούσαμε θέματα με Τουρκίαν θα μας εβοήθουν. Ο Παττακός ενεντυπωσιάσθη» (Αρχείο Κ. Καραμανλή, Φ.38Α, φ.8/513).

Τελικά, τα πράγματα εξελίχθηκαν όπως ακριβώς είχε ενημερώσει τους επίδοξους πραξικοπηματίες ο σύνδεσμός τους με τη CIA. Παρά το αυτονόητο ενδιαφέρον της, η τελευταία αυτή παράγραφος -όπως και το μεγαλύτερο μέρος της έκθεσης του Πανουργιά (υπουργού Μεταφορών κι Επικοινωνιών του Καραμανλή μετά τη Μεταπολίτευση)- έχει πλήρως λογοκριθεί κατά τη δημοσίευση του αρχείου του εθνάρχη από τους ιστορικούς του ομώνυμου Ιδρύματος, Κωνσταντίνο Σβολόπουλο και Ευάνθη Χατζηβασιλείου.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Κλειστόν διά εθνικούς λόγους

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΕ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.

Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.

Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας