«Οκτώ ώρες καθημερινά και τα Σαββατοκύριακα, και στην αρχή δώδεκα και δεκατέσσερις και δεκαέξι ώρες…». Ετσι εργάστηκε η Μελίνα Παναγιωτίδου επί οκτώ χρόνια για να μεταφράσει ένα από τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά κατορθώματα, τον Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα του Μιγκέλ ντε Θερβάντες. Ενα έργο σε δύο Μέρη (Εστία 2009 και 2018), γραμμένο στις αρχές του 17ου αιώνα, που θεμελιώνει το μοντέρνο μυθιστόρημα.
Τι σημαίνει η αναμέτρηση με ένα τέτοιο γλωσσικό στοίχημα; Τι θυσίες απαιτεί ένα έργο εμβληματικό, φορτωμένο σύνθετα νοήματα και αμφισημίες; Πώς ζει μια μεταφράστρια που προχωρά με έναν ρυθμό στοχαστικής βραδύτητας την οποία δεν ανέχεται η αγορά; Οπως σχολίασε στην «Εφ.Συν.» η Παναγιωτίδου:
«Η απάντηση είναι “δεν ζει (ως θα όφειλε)”. Η (λογοτεχνική) μετάφραση ήταν ανέκαθεν ένα παραγνωρισμένο, βαρύ, έως και ανθυγιεινό, επάγγελμα. Μετά το 2008, ωστόσο, μετατράπηκε και στο προσβλητικότερα αμειβόμενο. Υποθέτω πως ελάχιστοι συνάδελφοι έχουν την αντοχή και τη δυνατότητα να ζουν αποκλειστικά από την ενασχόλησή τους με τη μετάφραση. Η αφοσίωση “σε ένα τέτοιο στοίχημα” συνεπάγεται τεράστιο προσωπικό και οικονομικό κόστος· απαιτεί ανάλωση χρόνων ζωής και δυνάμεων, ψυχικών και πνευματικών, πόσο μάλλον όταν γίνεται υπό τις συνθήκες μιας άθλιας κρίσης. Τι μένει; Ισως μόνον ο ιδαλγός και ιππότης μου Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα. Η μετάφρασή του μοιάζει με την ίδια τη ζωή: μια φορά μόνο σου λαχαίνει και ελάχιστα μπορείς να προβλέψεις».
Με τη Μελίνα Παναγιωτίδου αποχαιρετούμε τον «Δον Κιχώτη» και τον εξελληνισμό των ονομάτων, και υποδεχόμαστε τον «Δον Κιχότε» στον οποίο η μεταφράστρια «επιστρέφει» το όνομά του, επανεντάσσοντάς τον στην πνευματική μας ζωή ως «Ιππότη της Θλιβερής –και όχι Ελεεινής– Μορφής». Μαζί του υποδεχόμαστε και τον Σάντσο Πάνθα ως «ασπιδούχο», προσδιορισμό με την απαραίτητη κωμικά πομπώδη αύρα, αφού ο «σκουταράτος» των παλαιότερων μεταφράσεων ήταν αξίωμα που είχε πια εκλείψει τον 17ο αιώνα.

Αντίστοιχα και η ακραιφνής δημοτική της γνωστότερης έως σήμερα μετάφρασης -που έγινε από τους Κ. Καρθαίο και Ιουλία Ιατρίδη και ολοκληρώθηκε το 1964- δίνει τη θέση της σε μια γλώσσα παλλόμενη και απενοχοποιημένη, που αντλεί από ολόκληρο το φάσμα της λόγιας και της προφορικής ελληνικής, διατηρώντας ταυτόχρονα και στοιχεία ιστορικής και εθνικής ετερότητας (χαρακτηριστική η αναδημιουργία δεκάδων παροιμιών). Ο Δον Κιχότε του Θερβάντες (1547-1616) κάνει την είσοδό του στον 21ο αιώνα με μια μετάφραση επινοητική αλλά όχι εγκεφαλική, ευφάνταστη αλλά όχι γραφική, που κατορθώνει να αποδώσει τον θεατρικό και κωμικό χαρακτήρα του κειμένου όσο και τη διάσταση της παρωδίας που το καθορίζει, αλλά και τις συνεχείς εναλλαγές του ύφους του συγγραφέα του.
Οι ειδικοί έχουν ήδη επισημάνει ότι η Παναγιωτίδου «μεταβιβάζει παρόμοια υφολογική ατμόσφαιρα με εκείνη του πρωτότυπου» (Β. Ιβάνοβιτς) και έχει παραδώσει μια μετάφραση «εξαιρετικά φροντισμένη» (Π. Μπουκάλας) που «ακούει τη μουσική των λέξεων» και «δεν είναι καθησυχαστική» (Θ. Κάππας). Η ίδια προτιμά να επισημάνει το χαρακτηριστικό του Δον Κιχότε που την ταλάνισε περισσότερο: «Ολόκληρο το μυθιστόρημα (1.427 σελίδες στα ελληνικά) είναι γραμμένο με έναν τρόπο που προκαλεί στον αναγνώστη την αίσθηση μιας διαρκούς οφθαλμαπάτης».
Εμπειρη ισπανίστρια με σπουδές Νομικής, η Μελίνα Παναγιωτίδου έχει μεταφράσει σημαντικούς ισπανόφωνους συγγραφείς (Καρπεντιέρ, Γκαλεάνο, Μαρσέ, Σεμπρούν, Εστέβες κ.ά.), και έχει τιμηθεί το 2010 με το Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης Ισπανόφωνης Λογοτεχνίας του ΕΚΕΜΕΛ. Ο Δον Κιχότε της αποκάλυψε ότι διαθέτει επιπλέον ταλέντο δοκιμιογράφου. Τα δύο Μέρη του μυθιστορήματος, Ο ευφάνταστος ιδαλγός Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα (α΄ εκδ. 1605) και Ο ευφάνταστος ιππότης Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα (α΄ εκδ. 1615), συνοδεύονται από καίρια προλογικά κείμενα, πολυσέλιδες σημειώσεις και χρονολογικούς πίνακες, που διαβάζονται απνευστί, σαν μια παράλληλη μελέτη κοινωνικής ανθρωπολογίας. Ταυτόχρονα φωτίζουν την προσωπικότητα του Θερβάντες: μαχητής στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου, αιχμάλωτος στο Αλγέρι, και, μετά τα 50 του, συγγραφέας του Δον Κιχότε.
Θερβάντες, Θέρκας, παρελθόν και μέλλον
Ο «Δον Κιχότε» κυοφορείται σε μια εποχή τρομερή, που ορίζεται από την ακμή των Γραμμάτων και την παρακμή του Κράτους. Η θαλασσοκράτειρα Ισπανία μπαίνει σε κρίση και έχει χρέη σε Γερμανούς (!) τραπεζίτες. Οι αγρότες υπερφορολογούνται, ενώ η αριστοκρατία και η Εκκλησία απαλλάσσονται. Η ύπαιθρος ερημώνει, οι κοινωνικές ανακατατάξεις δημιουργούν νέες ισορροπίες, ο εθνικισμός έντονος, η Ιερά Εξέταση ισχυρή και 300.000 Μορίσκοι (εκχριστιανισμένοι Μαυριτανοί) εκδιώκονται από τη χώρα μεταξύ 1609-1613. Ο επίλογος της μακραίωνης συνύπαρξης καθολικών, εβραίων και μουσουλμάνων σφραγίζεται.
Σ’ αυτό το τοπίο, και ενώ αλωνίζει ο δραματουργός (και διακονητής της Ιεράς Εξέτασης) Λόπε ντε Βέγα, εμφανίζεται το δίδυμο Δον Κιχότε-Σάντσο Πάνθα, με τον έναν να είναι κολλημένος σαν παλαβός στα ιπποτικά μυθιστορήματα και να ενσαρκώνει τις ευγενέστερες αξίες και τον άλλο να εκπροσωπεί τη βάναυση πραγματικότητα. Μόλις κυκλοφορεί, ο Ευφάνταστος ιδαλγός Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα γίνεται αμέσως λαϊκό ανάγνωσμα ως παρωδία, και σύντομα μεταφράζεται στα αγγλικά και τα γαλλικά. Δέκα χρόνια αργότερα, όταν ακολουθεί το Β΄ Μέρος του μυθιστορήματος, ο πρωταγωνιστής, που περιγράφεται πλέον ως ιππότης, έχει αλλάξει. «Η τρέλα του ΔΚ παραχωρεί τη θέση της στη λογική» σημειώνει η Παναγιωτίδου, το κωμικό παραμερίζει και αφήνει «να φανεί η περισυλλογή», και πλέον παρακολουθούμε έναν Δον Κιχότε ο οποίος δεν πλανάται, «αλλά αυτή που εμφανίζεται μπροστά στα μάτια του παραπλανητική είναι η ίδια η πραγματικότητα». Τι πιο επίκαιρο!
Το μυθιστόρημα του Θερβάντες ανοίγει διάλογο με την εποχή μας. Και όχι μονάχα επειδή, σύμφωνα με την επικρατέστερη ερμηνεία του, αποτυπώνει τον αγώνα του Πραγματικού με το Ιδεώδες. Ο βραβευμένος Ισπανός συγγραφέας Χαβιέρ Θέρκας, που με τα μυθιστορήματά του σκαλίζει τις μαύρες τρύπες της σύγχρονης ισπανικής Ιστορίας, βλέπει μεταξύ άλλων ότι ο Δον Κιχότε ανατέμνει τον μηχανισμό του ψεύδους. Στον Απατεώνα, το πολυσυζητημένο μυθιστόρημά του-χωρίς-μυθοπλασία (Πατάκης 2018, μτφρ. Γεωργία Ζακοπούλου), αφηγείται πώς στα χρόνια της μετάβασης από τη δικτατορία του Φράνκο στη δημοκρατία, ολόκληρη η χώρα του συμπεριφέρθηκε με τον τρόπο του Δον Κιχότε. Προκειμένου να ενσωματωθούν στο νέο παρόν της και να προετοιμάσουν ένα μέλλον, όλοι εκείνοι που είχαν συνεργαστεί είτε διά της βίας είτε οικειοθελώς με το καθεστώς -και ήσαν η πλειονότητα- φτιασίδωσαν ή διάνθισαν ή και επινόησαν ένα πλασματικό προσωπικό και συλλογικό παρελθόν, ευγενές και ηρωικό, όπου πολύ λίγοι ήσαν φρανκιστές. Κάτι ανάλογο συνέβη στην Ελλάδα τους πρώτους μήνες της Μεταπολίτευσης…
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας