Σκοτεινό δεν θα τον έλεγες. Χαρούμενο; Ισως. Σίγουρα ευγενικό, προσηνή, ψηλό (ως Σουηδός που είναι), ειλικρινή, διακριτικό και εξαιρετικά ενθουσιώδη με τη δουλειά που κάνει.
Ο Αρνε Νταλ συγγράφει, αυτό κάνει. Και το κάνει πολύ καλά. Νουάρ μυθιστορήματα. Τέτοια γράφει. Και θεωρείται (ορθώς) ένας από τους σπουδαιότερους σύγχρονους συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων στην Ευρώπη. Ολα του τα βιβλία γίνονται μπεστ σέλερ, με τελευταίο το «Επτά μείον ένα», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Ο ίδιος βρέθηκε στην Ελλάδα, όπου και το παρουσίασε μαζί με τον δικό μας Πέτρο Μάρκαρη.
Τα βιβλία του Νταλ ξεχωρίζουν παρότι οι χώρες της Σκανδιναβίας έχουν ήδη τεράστια παράδοση στην αστυνομική λογοτεχνική παραγωγή. Τον ρωτάμε αν μπορεί να μας αποκαλύψει ο ίδιος την αιτία.
Γελάει και μας λέει πως είναι περίεργο, καθώς σχεδόν σνόμπαρε τα αστυνομικά για χρόνια: «Μεγάλωσα με αυτά. Αργότερα άλλαξα. Ενιωσα πως πρέπει να “σοβαρευτώ”. Αρχισα να διδάσκω και στο πανεπιστήμιο, οπότε τα ενδιαφέροντά μου άλλαξαν κατεύθυνση. Γενικά τα έκανα όλα νωρίς. Στα 27 μου δίδασκα ήδη, έκανα παιδιά, παντρεύτηκα, έγραψα το πρώτο μου βιβλίο και συνέχιζα να αποφεύγω την αστυνομική λογοτεχνία».
Πράγματι, το πρώτο του βιβλίο ήταν μεν μυθιστόρημα, αλλά ιστορικό. Αναφέρεται στη Σφαγή της Χίου το 1822.
«Είχα ταξιδέψει στο νησί και με εντυπωσίασε η ιστορία του. Με ενδιαφέρει πολύ η Ιστορία και ειδικά της Ελλάδας, από την οποία μπορείς να εμπνευστείς δεκάδες δικές σου ιστορίες», εξηγεί. «Οταν είσαι νεότερος ψάχνεις να βρεις περισσότερο τον εαυτό σου μέσα στα πράγματα. Είσαι πιο αυτοαναφορικός. Μεγαλώνοντας, μαθαίνεις να διακρίνεις τα πράγματα μέσα σε σένα και, έτσι, αν και γίνεσαι πιο εσωτερικός, ταυτόχρονα αποστασιοποιείσαι από σένα. Διευρύνεσαι κατά κάποιο τρόπο».
Κάπως έτσι άρχισε να ξαναβλέπει την αστυνομική λογοτεχνία, ως το είδος που του ταίριαζε περισσότερο.
«Η αλήθεια είναι πως ακόμα κι όταν άρχισα να γράφω αστυνομικά, δεν ήθελα οι συνάδελφοί μου στο πανεπιστήμιο ή στα περιοδικά με τα οποία συνεργαζόμουν ως κριτικός και δημοσιογράφος να ξέρουν ότι είμαι εγώ αυτός ο συγγραφέας, γι’ αυτό και χρησιμοποίησα ψευδώνυμο».
Πράγματι, ο Αρνε Νταλ δεν υπάρχει. Υπάρχει ο Γιαν Αρναλντ. «Κατάφερα να διατηρήσω μυστική την ταυτότητά μου για αρκετά χρόνια» μας λέει. «Εως ότου αποκαλύφθηκα μέσα από το έκτο βιβλίο της αστυνομικής σειράς μου. Ακόμα όμως χρησιμοποιώ το ίδιο ψευδώνυμο – χωρίς να κρύβομαι όμως πλέον».
Η συγκεκριμένη σειρά βιβλίων του αριθμεί σήμερα 10 τίτλους. Το «Επτά μείον ένα», όμως, διαφέρει.
«Ο τίτλος στα σουηδικά μεταφράζεται κάπως δύσκολα. Είναι σαν την ελληνική λέξη “περιθώριο”», εξηγεί. «Ο Γερμανός εκδότης μου το άλλαξε σε κάτι πιο... κατανοητό, εξού και ο ελληνικός τίτλος».
Στο βιβλίο αυτό οι πρωταγωνιστές δεν είναι πολλοί, όπως στα προηγούμενα, αλλά μόνο δύο: «Μία μυστική αστυνομικός, πιο νέα, πιο δυναμική, με μοντέρνες μεθόδους και ένας κλασικός ντετέκτιβ, μοναχικός και κάπως παλιακός – όπως τον φανταζόμαστε. Τόσο διαφορετικοί κι όμως αλληλοσυμπληρώνονται. Επίσης το βιβλίο αυτό είναι κάπως πιο... εσωτερικό» μας λέει. «Ισως μεγαλώνοντας και ύστερα από διάφορες αλλαγές στην προσωπική μου ζωή, η γραφή μου άλλαξε από μόνη της. Εξάλλου ένιωθα πως ήταν καιρός να γίνω ακόμα περισσότερο δηκτικός απέναντι στη σουηδική κοινωνία, με την επίφαση του “κοινωνικού παραδείσου” που την περιβάλλει. Θέλησα να γίνω πιο πολιτικός, να δείξω πως δεν είμαστε τόσο “άγγελοι” όσο φαινόμαστε».
Κάπου εδώ η συζήτηση γίνεται τόσο αποκαλυπτική, ώστε τον ρωτάμε αν όλα αυτά τα λέει και στις συνεντεύξεις που δίνει στη χώρα του.
«Μα φυσικά. Στη Σουηδία πράγματι υπήρξε ένα κοινωνικό κράτος ισχυρό και ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο. Ηταν όμως θέμα τύχης. Μην ξεχνάμε πως από το 1814 η Σουηδία βρίσκεται σε ειρήνη, παραμένοντας ουδέτερη σε περιόδους πολέμου, όπως και στον Β΄ Παγκόσμιο. Οπότε δεν είχαμε ούτε καταστροφές υποδομών ούτε χάσαμε εργατικό δυναμικό. Οι επιχειρήσεις δυνάμωναν και μαζί αυξανόταν και το χρήμα. Πριν από λίγα χρόνια μπήκε στις ζωές μας ο νεοφιλελευθερισμός. Λένε πως πρώτη η Σουηδία τον υιοθέτησε. Μιλάμε πλέον για μία καθαρά ταξική κοινωνία. Φυσικά, σε αντίθεση με τη Φινλανδία, τη Νορβηγία και τη Δανία, εμείς έχουμε δεχτεί τα τελευταία 5 χρόνια σχεδόν μισό εκατομμύριο πρόσφυγες. Ωστόσο, τους έχουμε βάλει σε μέρη εκτός πόλεων, κάτι σαν γκέτο, όπου ζουν περιθωριοποιημένα και φτωχικά. Σκοτώνουν ο ένας τον άλλο εκεί μέσα. Είναι τραγικές οι συνθήκες».
Η σύνδεση με την Ελλάδα ήταν αναπόφευκτη. «Στην Ελλάδα έχετε αντέξει σχεδόν έναν αιώνα με διαρκείς πολέμους και δικτατορίες. Ηρθε και η κρίση... Κι όμως αντέχετε. Μου κάνει τεράστια εντύπωση πώς αντέχετε! Ξέρω πως στην αρχή της κρίσης, στο εξωτερικό υπήρχε η αίσθηση πως ίσως σας άξιζε όλο αυτό. Ωστόσο, το κλίμα έχει αλλάξει. Προσωπικά, ταξιδεύω σε όλο τον κόσμο, γράφοντας, αλλά πουθενά αλλού δεν έχω συναντήσει τόση αντοχή όσο εδώ. Τόση επιμονή για επιβίωση. Και, φυσικά, τόσο σπουδαία λογοτεχνία».
Πριν φύγει, μας υποσχέθηκε πως είναι καιρός να ξανακοιτάξει εκείνο το πρώτο του μυθιστόρημα για τη Σφαγή της Χίου. «Ισως αξίζει να μεταφραστεί και στα ελληνικά. Λες να είναι καλό;» ρωτάει, χαμογελώντας.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας