«Να γράφεις για τον Λίνκολν στην Αμερική, είναι σαν να γράφεις για τον Ιησού. Ολοι ξέρουν ή νομίζουν ότι ξέρουν τα πάντα γι’ αυτόν. Επίσης, ως συγγραφέας κινδυνεύεις να γίνεις πολύ συναισθηματικός. Ομως, το “Λήθη και Λίνκολν” δεν είναι μια βιογραφία του προέδρου των ΗΠΑ, είναι μια ιστορία στην οποία ο Λίνκολν εμφανίζεται κάθε 20 λεπτά. Επιπλέον όταν γράφεις, ουσιαστικά γράφεις για τον εαυτό σου».
Ο Αμερικανός συγγραφέας Τζορτζ Σόντερς, στην πρώτη του επίσκεψη στην Αθήνα, καλεσμένος από τις εκδόσεις Ικαρος αλλά και για να πάρει μέρος στις εκδηλώσεις «Αθήνα 2018, Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου», κατάφερε να γεμίσει το Σάββατο το βράδυ το αίθριο του Πόλις Art Cafe με φαν της μεγάλης του τέχνης, κι ας μην είναι εύκολος ή πολυμεταφρασμένος - από τα εφτά βιβλία του κυκλοφορούν μόνο τρία από τον «Ικαρο».
Εφτασε όμως και περίσσεψε το τελευταίο του έργο, το «Λήθη και Λίνκολν», που, τι περίεργο, είναι και το πρώτο του μυθιστόρημα, για να φέρει στην πρώτη γραμμή της παγκόσμιας λογοτεχνίας αυτόν τον «ακραίο», «φουτουριστή» και «κωμικό» μάστορα της μικρής φόρμας, με τα διηγήματά του να κοσμούν τη μεγάλη αμερικανική παράδοση στο είδος, του χάρισε πέρυσι το βραβείο Man Booker.Αυτό το τολμηρό στη φόρμα, το καθόλου ελκυστικό και περίεργο, ακόμα και στην όψη, βιβλίο, αφού στις σελίδες του μιλάνε δεκάδες πρόσωπα, το καθένα με το όνομά του μπροστά, ενώ συμπληρώνεται με ιστορικά αλλά και ψευδοϊστορικά ντοκουμέντα, έγινε διάσημο και κέρδισε δικαίως τις καρδιές χιλιάδων αναγνωστών ανά τον κόσμο. Είναι μια συνταρακτική διήγηση για τη ζωή, τον θάνατο, τη βία, την Ιστορία, τη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη, την αγάπη, τα δικαιώματα των μαύρων.
Μια νύχτα του Φεβρουαρίου του 1862, ενώ μαίνεται ο αμερικανικός εμφύλιος, ο πρόεδρος Αβραάμ Λίνκολν κατεβαίνει σε μαρμάρινη κρύπτη κοιμητηρίου της Τζορτζτάουν για να μείνει μόνος με το άψυχο σώμα του 11χρονου γιου του Γουίλι, που έχει πεθάνει δύο μέρες πριν. Μόνος του;
Ο Σόντερς δεν του το επιτρέπει. Του κάνουν παρέα δεκάδες φαντάσματα, ψυχές ανθρώπων, μαύρων και λευκών, ανδρών και γυναικών, αθώων και εγκληματιών, που βρίσκονται σε ένα είδος καθαρτηρίου, περιμένοντας να περάσουν ή να μην περάσουν απέναντι.
Σε σελίδες ανατριχιαστικής ομορφιάς, που θα τις ζήλευε και ο πιο μεγάλος γκόθικ βικτοριανός συγγραφέας ή ο πιο προχωρημένος σύγχρονος μάστορας του science fiction, ο Σόντερς σμίγει την αμερικανική ιστορία με την ανθρώπινη περιπέτεια. Που γι’ αυτόν, όπως είπε το Σάββατο, «δεν είναι ούτε τραγωδία ούτε κωμωδία. Είναι και τα δύο. Η ζωή είναι τρομακτική και θλιμμένη, αλλά παράλληλα είναι και πάρα πολύ όμορφη και αστεία».
Οπως φάνηκε από τις απαντήσεις του Σόντερς στα εξαιρετικά ερωτήματα του δημοσιογράφου και κριτικού λογοτεχνίας Γρηγόρη Μπέκου, στις παρεμβάσεις του μεταφραστή του Γιώργου-Ικαρου Μπαμπασάκη, αλλά και του κοινού, αυτή η «ισορροπία» είναι κεντρική του έγνοια. Ενα μάθημα «κατανόησης», «ενσυναίσθησης», «σεβασμού και αγάπης» για τα λογοτεχνικά πρόσωπα, αλλά και για τον ίδιο τον αναγνώστη μάς έκανε ο μεγάλος Αμερικανός συγγραφέας.
«Ενα βιβλίο μπορεί να μαλακώσει, να στρογγυλέψει τις γωνίες», είπε. «Ακόμα κι αυτός που θεωρείς εχθρό σου έχει περισσότερα πράγματα μέσα του από όσα αρχικά φαντάζεσαι. Η εικόνα που έχουμε για τον άλλο, ποτέ δεν είναι ολοκληρωμένη. Ενας συγγραφέας, σαν τον Τολστόι και τη Γουλφ, υπενθυμίζει στον αναγνώστη ότι η ικανότητά του να φαντάζεται είναι πολύ περιορισμένη. Η λογοτεχνία μάς κάνει ταπεινούς, εκτός κι αν είμαστε πολιτικοί...».
Υπέροχο παράδειγμα συγγραφικής ταπεινότητας ήταν και το κομμάτι, που δέχτηκε να κάνει ύστερα από παραγγελία του «New Yorker», πάνω στους ψηφοφόρους του Τραμπ ακολουθώντας συγκεντρώσεις του, πολύ πριν φανεί ότι μπορεί τελικά να γίνει πρόεδρος. «Ισως επειδή προέρχομαι από την εργατική τάξη και συγγενείς μου ψήφιζαν Τραμπ, το περιοδικό μού έκανε την πρόταση. Πήγα νομίζοντας ότι θα δω τίποτα τρελάρες και γνώρισα ωραίους τύπους, κοινωνικούς και ανοιχτούς.
»Τρελάρες μάς θεωρούν κι αυτοί, η επικοινωνία μεταξύ μας δεν είναι εύκολη. Να φανταστείτε ότι κανείς δεν ήξερε τι είναι ο “New Yorker”. Ηταν δουλειά μου, όμως, να τους καταλάβω, όσο κι αν δεν μου άρεσε και με βάραινε ψυχικά».
Ισως γι’ αυτό, από αντίθεση στη μονοδιάστατη γραφή, να προτιμά ο Σόντερς να τον θεωρούν «κωμικό και όχι σαρκαστικό» συγγραφέα. «Αυτοί που γράφουν σάτιρα κάνουν πλάκα με πράγματα που δεν πιστεύουν, δεν το βρίσκω καθόλου ενδιαφέρον. Περισσότερο με αφορούν τα κωμικά στοιχεία της ζωής, αυτά που βλέπεις όταν την κοιτάς με αγάπη. Η σάτιρα δεν προσφέρει πολλά ακόμα και σε εποχές Τραμπ, δεν έχει τη δύναμη της κωμωδίας».
Μία μόνο παραχώρηση έκανε ο Σόντερς στην «τρυφερότητα», τη «στοργή» και την «ευγένεια», που γι’ αυτόν είναι γνωρίσματα απαραίτητα της συγγραφικής διαδικασίας. «Οταν ένας άνθρωπος χωρίζει μανάδες από παιδιά, τότε δεν μπορεί να ’σαι ευγενικός απέναντί του. Πρέπει να μιλήσεις γι’ αυτόν πιο απόλυτα και αυστηρά, δεν μπορείς να παίρνεις υπόψη σου τα δικά του συναισθήματα».
info: Στα ελληνικά κυκλοφορούν ακόμα η συλλογή διηγημάτων «Δεκάτη Δεκεμβρίου» και το «Με τα συγχαρητήριά μου, σκέψεις για την καλοσύνη», ομιλία του προς τους αποφοίτους του Πανεπιστημίου Σίρακιουζ, όπου διδάσκει δημιουργική γραφή.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας