«Θα προσπαθήσω να ζήσω μέχρι το 2022», έλεγε ο Φίλιπ Ροθ, έτσι για να μας παρηγορεί που έστω και αν είχε εγκαταλείψει από το 2012 το γράψιμο, έστω κι αν μετά από τη νουβέλα «Νέμεσις» (2011) δεν θα ξαναδιαβάζαμε τίποτα καινούργιο δικό του, ζούσε. Υπήρχε.
Εδινε πότε πότε συνεντεύξεις. Μιλούσε για το έργο του, κατεδάφιζε τον Τραμπ, έκανε πλάκα που δεν έπαιρνε το Νόμπελ. «Αναρωτιέμαι, αν είχα ονομάσει το “Σύνδρομο Πόρτνοϊ” “Ο οργασμός κάτω από τον αδηφάγο καπιταλισμό” θα είχα, άραγε, κερδίσει την εύνοια της Σουηδικής Ακαδημίας;» έλεγε το 2014 σε σουηδική, μάλιστα, εφημερίδα.
Αυτός ο τιτάνας της λογοτεχνίας, όχι μόνο της αμερικανικής αλλά της παγκόσμιας, πέθανε δυστυχώς χθες, Τρίτη, στη Νέα Υόρκη, από καρδιακή ανεπάρκεια, τριγυρισμένος από φίλους, όπως ανακοίνωσε ο λογοτεχνικός του ατζέντης. Ηταν 85 χρόνων. Απογόνους δεν άφησε, παρ’ όλο που είχε κάνει δύο επεισοδιακούς γάμους, τον ένα με την κινηματογραφική σταρ Κλερ Μπλουμ.
Αφησε, όμως, μεγάλο αριθμό μυθιστορημάτων, που τα περισσότερα θα ανήκουν για πάντα στον Κανόνα της Δυτικής Λογοτεχνίας, για να καθρεφτίζονται σ’ αυτά και να συνειδητοποιούν οι άνθρωποι, Αμερικανοί, Εβραίοι, άνδρες, γυναίκες, όσο το αντέχουν, τις αδυναμίες τους, που ο Ροθ απολάμβανε να αναδεικνύει μέχρι τον πάτο, χωρίς καμιά διάθεση ηθικολογίας και κριτικής. Για να αγανακτούν οι έχοντες σημαία τον δογματισμό και την πολιτική ορθότητα, κυρίως ραβίνοι και «φεμινίστριες». Για να πονοκεφαλιάζουν οι μελετητές του. Και για να αγάλλονται οι αναγνώστες.
Πριν φύγει από τη ζωή ο Φίλιπ Ροθ είχε ευτυχώς φροντίσει να αναθέσει στον τυχερό Μπλέικ Μπέιλι τη βιογραφία του, συνεργαζόμενος στενά μαζί του. Κι ας μισούσε τους βιογράφους, που τους είχε παρουσιάσει και στο έργο του σαν σιχαμερές βδέλλες της λογοτεχνικής φήμης. Αυτό το βιβλίο θα είναι η οριστική απάντηση στο μεγάλο ερώτημα, που επανερχόταν επίμονο από το 1959, τότε που κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο, η συλλογή ιστοριών «Αντίο Κολόμπους»: πόσο άραγε συμπίπτει η ζωή του Ροθ με τα βιβλία του;
Ο μικρός Εβραίος, που γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1933 στο Νιούαρκ, του Νιου Τζέρσεϊ, είχε κι αυτός, όπως οι ήρωές του, καταπιεστικούς γονείς -κυρίως μητέρα- και στη συνέχεια μανιακές-υστερικές συζύγους και ακόρεστη λαγνεία μέχρι τα βαθιά γεράματα; Οι θρυλικοί πια ήρωες και άλτερ έγκο του, ο Πόρτνοϊ, ο Ζούκερμαν και ο Κέπες είναι μασκαρεμένοι Φίλιπ Ροθ;
Η εμπειρία της εβραϊκότητας στην Αμερική του ’60. Οι πολιτικές περιπέτειες της χώρας από τον μακαρθισμό, το Βιετνάμ και το σκάνδαλο Κλίντον-Λεβίνσκι μέχρι την τραυματική εκλογή του Μπους, το 2004. Η συναρπαστική περιπέτεια της σεξουαλικής απελευθέρωσης και το αιώνιο αρσενικό κυνήγι της ηδονής. Και, τέλος, ο θάνατος.
Αυτά είναι σε χοντρές γραμμές τα μεγάλα θέματα που εξερεύνησε o Ροθ σε πυκνά, δύσκολα αν και γοητευτικά βιβλία, που αν και δεν είχαν όλα την ίδια μεγάλη επιτυχία, τον εκτόξευσαν στην κορφή της αμερικανικής λογοτεχνίας και του χάρισαν πολλά βραβεία (Πούλιτζερ, National Book Award, PEN/Faulkner, Man Booker International κ.ά.) από την πρώτη πρώτη κιόλας εμφάνισή του στα γράμματα.
Το μυθιστόρημα, όμως, που τον καθιέρωσε (θετικά και αρνητικά), που έγινε αστραπιαία μπεστ-σέλερ και τον έκανε τρομαγμένο να εξαφανιστεί για μερικά χρόνια γράφοντας στην εξοχή, ήταν το κωμικό «Σύνδρομο Πόρτνοϊ» (1969), που δεν θα ’πρεπε να υπάρχει σημερινός ανήσυχος έφηβος που να μην το διαβάσει. Νεαρός Εβραίος των ΗΠΑ με απόλυτα ελεγκτική μαμά, που χώνει τη μύτη της στα παντελόνια και τις σωματικές εκκρίσεις του, φορτώνεται μια ωραιότατη νεύρωση και τις πιο ακραίες (και ξεκαρδιστικές) σεξουαλικές συνήθειες.
Ο ίδιος παραδέχτηκε ότι δεν θα το είχε γράψει αν δεν είχε κάνει ψυχανάλυση, μια εμπειρία που του φάνηκε, πάντως, χρήσιμη πολλαπλώς. Διότι αντέδρασε με μεγάλη ψυχραιμία όταν σύσσωμη η εβραϊκή κοινότητα της Αμερικής τον πήρε στο κυνήγι κατηγορώντας τον ότι μισεί τη φυλή του και ντρέπεται γι’ αυτήν, ότι βοηθά στη διαιώνιση του αντισημιτισμού.
Κατήγγειλε «τη λογοκριτική μικρόνοια και την επαίσχυντη ξενοφοβία», με την οποία τον αντιμετώπισαν εξέχοντες Εβραίοι, όπως ο επιφανής λόγιος, που προέβλεψε σε εφημερίδα του Ισραήλ ότι «το τίμημα της θρασύτητας του βιβλίου δεν θα το πλήρωνε ο Ροθ, αλλά οι Εβραίοι». Ο συγγραφέας αργότερα σχολίασε σαρκαστικά: «Περισσότερα από δεκαπέντε χρόνια έχουν περάσει από την έκδοσή του κι ούτε ένας Εβραίος δεν έχει πληρώσει τίποτα για το βιβλίο, πέρα από λίγα δολάρια για να το αγοράσει». Ποτέ δεν έπαψε πάντως ο άθεος Ροθ να ερεθίζει τους Εβραίους, συνεχίζοντας σε αριστουργήματα όπως τα «H αντιζωή» (1986) και «Eπιχείρηση Σάυλωκ» (1993) να μιλά με ειλικρίνεια και πολιτική τόλμη για όλα τα δεινά και τα διλήμματα του σύγχρονου εβραϊσμού της διασποράς, ακόμα και του κράτους του Ισραήλ.
Και μετά τους Εβραίους, ο Ροθ ξεσήκωσε τις γυναίκες. Οχι μόνο την πρώην σύζυγό του Κλερ Μπλουμ, που έγραψε ολόκληρο βιβλίο («Leaving a doll’s house») για να εκθέσει τα βάσανά της στα σεξιστικά του χέρια και να απαντήσει σε δικά του μυθιστορήματα, που θεωρούσε ότι αναφέρονταν στη σχέση τους. Αλλά και μικρή έστω μερίδα των φεμινιστριών του πλανήτη, που δεν είχαν να ψάξουν και πολύ για να ερεθιστούν από τα περισσότερα ίσως βιβλία του, παίρνοντας φόρα από το «Τότε που ήταν καλό κορίτσι» (1967) και την ηρωίδα του, την αδίστακτη και θρησκόληπτη Λούσι, που επειδή έχει κακοπάθει από τον αλκοολικό πατέρα της, αφιερώνει τη ζωή της στο να επιβάλλει γύρω της ήθος και τελειότητα, καταστρέφοντας τους άλλους (και τον εαυτό της).
Ακολούθησαν τα εξίσου σκληρά «Η ζωή μου ως άντρα» (1974), «O καθηγητής του πόθου» (1977), «To θέατρο του Σάμπαθ» (1995), που ο ίδιος -και δικαίως- το θεωρούσε το καλύτερο βιβλίο του, αλλά η αχαλίνωτη, ερωτική μανία του ήρωα απαιτεί ιδιαίτερες αντοχές από τον αναγνώστη, «Το ανθρώπινο στίγμα» (2000), μια αποκαλυπτική ματιά πάνω στην πολιτική ορθότητα της Αμερικής, που κραδαίνοντας τον λεκέ από σπέρμα στο φουστάνι της Μόνικα Λεβίνσκι καταστρέφει πανεπιστημιακές καριέρες και συνθλίβει αθώους, «Το ζώο που ξεψυχά» (2001), μια σπουδή της ανδρικής λαγνείας, αλλά και των γηρατειών κ.ά.
«Δεν φταίω εγώ που υπάρχουν θυμωμένες, ζηλιάρες ή μανιακές γυναίκες, δεν τις επινόησα εγώ, όπως δεν επινόησα εγώ το δέλεαρ του πόθου και την απώλεια του ανδρικού πόθου. Μην εξωραΐζετε τις επιθέσεις αποκαλώντας τες “φεμινιστικές”, πρόκειται απλώς για ανόητες αναγνώσεις», απαντούσε ο Ροθ παλαιότερα.
Και εντελώς πρόσφατα, σε εποχές Χάρβεϊ Γουάινστιν και κινήματος MeToo, ξεκαθάρισε το αυτονόητο: «Καμιά από τις ακραίες συμπεριφορές, για τις οποίες διαβάζω τελευταία, δεν με εξέπληξε. Ο ερωτικός πειρασμός είναι μία από τις πλευρές των ανδρικών ζωών, για τις οποίες έγραψα. Δεν μπήκα, απλώς, μέσα στο ανθρώπινο κεφάλι, αλλά σ’ αυτές τις έντονες παρορμήσεις που με την επιμονή τους μπορεί να απειλήσουν τη λογική, να πάρουν ακόμα και τη μορφή της παράνοιας».
Ο Ροθ μεγάλωσε σε μια εβραϊκή οικογένεια άκρως δημοκρατική, απόηχοι της οποίας ενθουσιάζουν στο έργο του. Δεν ήταν, λοιπόν, καθόλου περίεργο που ένα μεγάλο, κεντρικό κομμάτι του έργου του είναι πολιτικό, μια τοιχογραφία της σύγχρονης Αμερικής, με πρώτο και καλύτερο το πολυδιαβασμένο «Αμερικανικό ειδύλλιο» (1997) για τις δραματικές επιπτώσεις της εξέγερσης των νέων εναντίον του Βιετνάμ στη ζωή του πιο καλού και ευγενικού ανθρώπου. Στο «Παντρεύτηκα έναν κομμουνιστή» (1998) ο αριστερός, στρατευμένος ήρωάς του, καταλήγει στη μαύρη λίστα του μακαρθισμού.
Στο ανατριχιαστικό και εφιαλτικό στην ανάγνωσή του «Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής» (2004), αλλά και προφητικό για τη σημερινή Αμερική του Τραμπ, ο Ροθ φαντάζεται τον φασίστα, αντισημίτη, φίλο του Χίτλερ, αεροπόρο Λίντμπεργκ να κερδίζει, αντί για τον δημοκράτη Ρούζβελτ, τις εκλογές του 1940. Και το «Φεύγει το φάντασμα» (2007) δεν είναι μόνο ένα βαθύ, εσωτερικό βιβλίο πάνω στη συγγραφή και τις λογοτεχνικές εμμονές του συγγραφέα, αλλά και μια σπαραχτική βόλτα στη Νέα Υόρκη του 2004, που λίγο μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους θρηνεί αποσβολωμένη την εκλογή του Μπους.
Τα τελευταία συγγραφικά του χρόνια ο Ροθ τα αφιέρωσε με μεγάλη επιτυχία σε μια σειρά από τέσσερις μικρές νουβέλες, με κορυφαία ανάμεσά τους τον «Καθένα» (2006), μια ιστορία για τον φόβο του θανάτου, από την οποία προέρχεται και η πολυχρησιμοποιημένη πια φράση του για τα γηρατειά, που είναι ένα σφαγείο. Ο ίδιος, στην τελευταία, μέσω email συνέντευξη, που έδωσε στους «Νιου Γιορκ Τάιμς» τον περασμένο Ιανουάριο, είχε κάπως πιο εύθυμη διάθεση, περιγράφοντας τη ζωή του «σαν μια σταδιακή, καθημερινή προσαρμογή στην τρομερή Κοιλάδα των Σκιών».
Aγαπημένος του ελληνικού κοινού
Το ελληνικό αναγνωστικό κοινό έχει την τύχη το σύνολο του έργου του Φίλιπ Ροθ (μυθιστορήματα και δοκίμια) να έχει εκδοθεί από τον οίκο «Πόλις» σε εξαιρετικές μεταφράσεις και επιμέλεια. Δεν περιμένουμε κάποια καινούργια έκδοση πια.
Ο Φίλιπ Ροθ είναι πολύ αγαπητός στη χώρα μας, με δύο από τα βιβλία του να έχουν τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία: η νουβέλα «Καθένας» και το μυθιστόρημα «Το ανθρώπινο στίγμα», που έγινε και ταινία με τον Αντονι Χόπκινς και τη Νικόλ Κίντμαν, μια από τις πολλές που έχει εμπνεύσει (και θα εμπνεύσει στο μέλλον) ο μεγάλος συγγραφέας. Ηδη αναμένεται μια μίνι τηλεοπτική σειρά βασισμένη στη «Συνωμοσία εναντίον της Αμερικής» από τον σκηνοθέτη του «The Wire», Ντέιβιντ Σάιμον.
Από τον Ομπάμα στον Τραμπ
To 2010 o Oμπάμα είχε απονείμει στον Φίλιπ Ροθ το Εθνικό Μετάλλιο Ανθρωπιστικών Επιστημών. Η φωτογραφία των δύο ανδρών έκανε τον γύρο του πλανήτη. Ο συγγραφέας δεν σιώπησε μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Υπήρξε ιδιαίτερα σκληρός στην κριτική του, πρώτα με μια δήλωσή του στο New Yorker και πρόσφατα σε συνέντευξη στους New York Times.
Χαρακτήρισε τον νέο πρόεδρο «άσχετο από κυβέρνηση, ιστορία, επιστήμη, φιλοσοφία και τέχνη, ανίκανο να εκφράσει ή να αναγνωρίσει λεπτά σημεία και αποχρώσεις, στερημένο από κάθε ευπρέπεια και με μια γλώσσα περιορισμένη σε εβδομήντα εφτά λέξεις, που αντί για English θα ’πρεπε να λέγεται Jerkish (σ.σ. από το jerk, που θα πει μαλάκας).
Kανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι η μεγάλη καταστροφή που θα έπληττε τις ΗΠΑ τον 21ο αιώνα δεν θα είχε την τρομακτική αμφίεση ενός οργουελικού Μεγάλου Αδελφού, αλλά την επικίνδυνα γελοία μορφή ενός αλαζόνα καραγκιόζη της κομέντια ντελ άρτε».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας