Ο J. G. Ballard δεν γνώριζε τα σχέδια αξιοποίησης του πόλου Ελληνικού-Αγίου Κοσμά με τους έξι ουρανοξύστες ύψους 200 μ. που εισηγήθηκε ο επενδυτικός όμιλος Lamda Development. Ο σχετικός νόμος ψηφίστηκε το 2012 (4062/2012) και η πρώτη συμφωνία με το ΤΑΙΠΕΔ υπογράφηκε το 2014, ενώ ο Βρετανός ανανεωτής της Επιστημονικής Φαντασίας, που έχει αποδειχτεί πολλαπλά προφητικός, πέθανε το 2009.
Ομως ήδη από το 1975, με το μυθιστόρημά του High Rise για τον κρεμαστό παράδεισο ενός ουρανοξύστη που αποδεικνύεται κουτί της Πανδώρας, είχε συλλάβει τον κοινωνικό και υπαρξιακό εκτροχιασμό, τον οποίο φοβούνται πολλοί από τους επικριτές των προτάσεων της Lamda, όπως αυτές είναι διατυπωμένες στο σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος για το οποίο αναμένεται γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Σ’ αυτό το βιβλίο που επιτέλους μεταφράστηκε στα ελληνικά (εκδ. Κέδρος, μτφρ. Αποστόλης Πρίτσας), ο ουρανοξύστης γίνεται το τέλειο παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο η ζωή στο αυτορυθμιζόμενο χρυσό σύμπαν του απελευθερώνει μια κανιβαλική ψυχοπαθολογία και εντέλει διαπλάθει έναν καινούργιο ανθρωπότυπο, μοναχικό, ψυχρό, αποστασιοποιημένο και ανθεκτικό απέναντι στην πραγματικότητα του έξω κόσμου.
Η κατακόρυφη αυτή πολιτεία προσελκύει 2.000 ενοίκους με την υπόσχεση μιας ομαλής καθημερινότητας και μιας υπεραφθονίας ανέσεων και υπηρεσιών - αφού διαθέτει σχολείο, εμπορικό κέντρο, τράπεζα, πισίνες, κήπο με «αναρριχήσιμα γλυπτά», γήπεδο τένις κοκ. Ωστόσο, η ψευδαίσθηση της κανονικότητας σταδιακά φθίνει, και, πολύ γρήγορα, η συγκατοίκηση στο μετέωρο παλάτι αρχίζει να «σπέρνει μηχανορραφίες και να θερίζει όλεθρο».
Ο Μπάλαρντ ρίχνει τον αναγνώστη απ’ την αρχή στα βαθιά, με την εικόνα ενός γιατρού να τρώει το μπούτι ενός λυκόσκυλου, ψημένου στη φωτιά που έχει ανάψει στη βεράντα του στον 25ο όροφο. Ομως αυτή η σκηνή του εκβαρβαρισμού παρουσιάζεται ως απολύτως «φυσιολογική» κι αυτό ακριβώς σχολιάζει το High Rise: το πώς και το γιατί μια κοινωνία φτάνει εκεί.
Ο συγγραφέας παρακολουθεί αυτόν τον πρώην καταπιεσμένο και πρόσφατα χωρισμένο καθηγητή στην Ιατρική Σχολή, ο οποίος αγόρασε το πανάκριβο κελί του ελπίζοντας να ξαναγεννηθεί, απελευθερωμένος από τις συμβάσεις που τον περιόριζαν. Ταυτόχρονα παρακολουθεί έναν δημοσιογράφο σε τηλεοπτικό κανάλι, νάρκισσο και ερωτύλο, ο οποίος από ματαιοδοξία έχει μετακομίσει σε διαμέρισμα των πρώτων ορόφων με τη γυναίκα και τα παιδιά του. Αλλά εστιάζει και στον αρχιτέκτονα του ουρανοξύστη που έχει καταλάβει το πολυτελέστερο διαμέρισμα του 40ού ορόφου με την πλούσια κληρονόμο γυναίκα του και το αλσατικό λυκόσκυλό του και συμπεριφέρεται σαν άλλος φεουδάρχης.
Γύρω τους κινούνται «επιτυχημένοι» λογιστές, κομμωτές, μασέρ, εμπορικοί αντιπρόσωποι, ιδιοκτήτες γκαλερί, συγγραφείς παιδικών βιβλίων, τηλεκριτικοί, νευροχειρουργοί, καθηγητές πανεπιστημίων ή χρηματιστές κ.ά.: ένας κόσμος εύπορος, φαινομενικά ομοιογενής στην κουλτούρα του, που όμως θα εκτροχιαστεί.
Θα διασπαστεί σε αντίπαλα στρατόπεδα ανάλογα με το αν κατοικεί στους κάτω, στους μεσαίους ή στους επάνω ορόφους, στη συνέχεια θα χωριστεί σε «φυλές» κι έπειτα σε ομάδες εδαφικά συγκροτημένες που θα ξεσπούν σε ξέφρενα πάρτι, σε λεηλασίες διαμερισμάτων, σε βανδαλισμούς των κοινόχρηστων χώρων, σε αποκλεισμούς ή και λιντσάρισμα ενοίκων. Ωσπου θα καταστραφεί κάθε δομή και κάθε ανθρώπινη σχέση κι όλοι θα γίνουν πιόνια σε ένα παιχνίδι επιβίωσης που θα τους καθυποτάξει στους κανόνες του.
Τα παιδιά των «κάτω» ή τα σκυλιά των «επάνω»; Ποια έχουν προτεραιότητα στις υπηρεσίες του ουρανοξύστη; Αυτό το ψευτοδίλημμα (που σήμερα το συναντάμε ακόμη και σε κοινές πολυκατοικίες της Αθήνας) είναι το ανησυχητικό σήμα που δείχνει ότι το προσωπείο του αστικού πολιτισμού αρχίζει να ξεφτίζει.
Ο Μπάλαρντ εξερευνά το μαύρο φως που απελευθερώνουν οι κατακόρυφες κοινωνικές κάψουλες όπως είναι οι ουρανοξύστες-πολιτείες. Περιγράφει πώς κολακεύουν την αυτάρκεια και τον εγωκεντρισμό των ενοίκων, πώς τους υπόσχονται ασφάλεια απέναντι στις παθογένειες του έξω κόσμου και πώς εντέλει καλλιεργούν την αίσθηση της ατιμωρησίας πίσω από το κέλυφός τους. Πλησιάζοντας τον φακό του μέχρι και στα σκουπίδια τους (δια)βλέπει τις προτεραιότητες των ενοίκων να αναπροσαρμόζονται, τα καταπιεσμένα ένστικτά τους να εκδηλώνονται, το κοινωνικό χάσμα να διευρύνεται, το συλλογικό πνεύμα να διαγράφεται, τις διακρίσεις να θριαμβεύουν, το αξιακό σύστημα να καταρρέει και ένας-ένας, μία-μία, να υιοθετούν τον νόμο της ζούγκλας.
Μυθιστόρημα προφητικό το ’70, το High Rise αποδεικνύεται τρομακτικά επίκαιρο στη σημερινή εποχή της νεοφιλελεύθερης ανθρωποφαγίας. Και ειδικότερα στο πλαίσιο της ελληνικής συγκυρίας μπορεί να καλλιεργήσει έναν προβληματισμό, όχι πια για την αισθητική βία που θα ασκήσουν στην Αθήνα οι έξι ουρανοξύστες των 65 ορόφων, στους οποίους επιμένουν οι επενδυτές του Ελληνικού, αλλά για την κοινωνική βία που παραμονεύει μέσα στην άτεγκτη πρότασή τους.
Ο συγγραφέας ως ανιχνευτής και η εμπειρία της Σανγκάης
«Βλέπω τον εαυτό μου να λειτουργεί ως μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης», έλεγε ο Μπάλαρντ. Και πιθανολογούσε ότι αυτή η στάση ζωής είναι η κληρονομιά των εφηβικών εμπειριών του από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Γεννημένος το 1930 στην αμαρτωλή Σανγκάη, γιος Αγγλου διευθυντή μονάδας υφαντουργίας, βρέθηκε έγκλειστος για δυόμισι χρόνια (1943-1945) σε στρατόπεδο των ιαπωνικών δυνάμεων κατοχής μαζί με 2.000 κρατούμενους, και βούτηξε στο πανεπιστήμιο της ζωής νιώθοντας ότι το βρετανικό γόητρο καταποντίζεται, ότι πεθαίνει η ισχύς των Δυτικών στην Απω Ανατολή, ότι ανατρέπονται οι παλιοί τρόποι.
Είναι χαρακτηριστικά τα όσα αναφέρει στο ημιαυτοβιογραφικό μυθιστόρημά του Η αυτοκρατορία του ήλιου (1984), που έγινε ταινία από τον Σπίλμπεργκ, καθώς και στην εξαιρετική αυτοβιογραφία του, Τα θαύματα της ζωής (2008, Εκδ. Οξύ, μτφρ Η. Ρενιέρης). Αλλά και η συνομιλία του με τον Τράβις Ελμποροου, που δημοσιεύεται στο επίμετρο του High Rise, είναι καίρια.
«Ενα από τα πράγματα που μου έμειναν», λέει, «είναι η πεποίθηση πως η πραγματικότητα που θεωρούμε δεδομένη δεν είναι παρά το σκηνικό μιας παράστασης το οποίο μπορεί να αποσυναρμολογηθεί μέσα σε μία νύχτα, κάτι που συνέβη κυριολεκτικά όταν οι Ιάπωνες εισέβαλαν στη Σανγκάη».
Η Σανγκάη κι αργότερα η δίχρονη εμπειρία του στο ανατομείο, όταν έκανε σπουδές Ιατρικής στην Αγγλία, που τις παράτησε για να εκπαιδευτεί στον Καναδά ως πιλότος της RAF (που δεν έγινε), τον διαμόρφωσαν, όπως και η αγάπη του για τα αμερικάνικα κόμικς και τη σουρεαλιστική τέχνη ή οι κοινωνικές επαναστάσεις που έζησε.
Ο Τζέιμς Γκρέιαμ Μπάλαρντ μεταχειρίστηκε την πραγματικότητα «σαν μια παράξενη μυθοπλασία» από την οποία θέλησε ως συγγραφέας να αποσπάσει την αλήθεια. Κι αφοσιώθηκε στην πρόβλεψη «κι όσο ήταν δυνατόν στην πρόκληση» αλλαγών, συνδυάζοντας τη μελλοντολογία με την κοινωνιολογία και αποτυπώνοντας με τον πλέον διεισδυτικό τρόπο τη δυστοπική διάσταση της νεωτερικότητας.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας