O Γιάννης Μαρκαντωνάκης έχει ένα μακρό διδακτικό έργο καθώς και σημαντική προσφορά σε καλλιτεχνικούς θεσμούς.
Αγραφον
Επροχωρούσαν έξω από τα τείχη
της Σιών ο Ιησούς και οι μαθητές του
όταν ζυγώσανε αναπάντεχα στον τόπο
που η πόλη έριχνε χρόνια τα σκουπίδια
καμένα αρρώστων στρώματα, αποφόρια
σπασμένα αγγειά, απορρίμματα, ξεσκλίδια
Κι εκεί στον πιο ψηλό σωρόν επάνω
πρησμένο, με τα σκέλια γυρισμένα
στον ουρανό ενός σκύλου το ψοφίμι
[...] Κι ένας μαθητής δεν εκρατήθη και από μακριά
του είπε. «Ραββί, δεν νιώθεις τάχα
την φοβερήν οσμή και στέκεσαι έτσι;
Κι αυτός χωρίς να στρέψει το κεφάλι
απεκρίθη: την φοβερήν οσμή, εκείνος που έχει
καθάρια ανάσα και στην πόλη μέσα την ανασαίνει
Μα τώρα αυτό που βγαίνει απ’ την φθορά θαυμάζω
πέρα απ’ την σήψη, υπόσχεση μεγάλη
Αντιφεγγιά του Αιώνιου μα κι ακόμα
σκληρή του Δίκαιου αστραπή κι ελπίδα.
(Ελαφρά παραλλαγμένο απόσπασμα από το «Αγραφον» του Σικελιανού)
Δημιουργός πανελλαδικά και πανευρωπαϊκά προβεβλημένος και πολυβραβευμένος και ταυτόχρονα πολίτης του κόσμου δεμένος με την πόλη του, τα Χανιά, ο Γιάννης Μαρκαντωνάκης μέσα από τη γλυπτική, τη ζωγραφική, την περφόρμανς, τον χορό, συνθέτει εγκαταστάσεις/πυκνώματα στο σύνορο τέχνης και ζωής. Επίμονος ανατόμος της γνώσης έχει ένα μακρό διδακτικό έργο καθώς και σημαντική προσφορά σε καλλιτεχνικούς θεσμούς.
Η υπόσχεση των σκουπιδιών
Χώρος Τέχνης Χανίων: ένας πολυδιάστατος χώρος δουλειάς, εκθέσεων και διδασκαλίας του Γιάννη Μαρκαντωνάκη που λειτουργεί από το 2010 και φιλοξενεί από τις 17/11/2023 μέχρι τις 8/2/2024 την έκθεσή του με τίτλο «Ενσωμάτωση, ικεσία και απειλή», δημιουργική αναφορά σε ένα βιβλίο μου που εκδόθηκε πρώτη φορά το 2003. Η έκθεση που επιμελήθηκε και έγραψε γι’ αυτήν ο Δημήτρης Αγγελάτος, δραματοποιεί εικαστικά μια συνεχή ροή εικόνων και καταστάσεων, μια διαδικασία μεταμόρφωσης των εγκαταστάσεων ή πυκνωμάτων όπως τις ονομάζει ο δημιουργός τους. Στο σύνορο του συνολικού έργου τέχνης και του έργου εν εξελίξει, η έκθεση αυτή φιλοξενεί ήδη –και θα φιλοξενήσει στην συνέχεια περισσότερα– έργα άλλων καλλιτεχνών που επιλέγει ο Μαρκαντωνάκης, λειτουργώντας και ως συνεπιμελητής, έναν ρόλο που τον υιοθετεί με επιτυχία και για τον εαυτό του.
Καθώς ανοίγεται μπροστά μου η έκθεση, νιώθω ότι ο χώρος της γκαλερί μεγαλώνει. Τα πυκνώματα διαχέουν την αύρα τους, που στην περίπτωση του έργου του Γιάννη ανακτάται σε μεγάλο βαθμό από τα άχρηστα ανακυκλώσιμα που επαναξιώνονται ως τέχνη. Γεννημένη από τα απόβλητα υλικά μιας εν σειρά παραγωγής έτσι που το τέως βιομηχανικό πολλαπλό, όπως το πλαστικό είτε το χειροποίητο, όπως οι πινακωτές, να μετουσιώνεται, να αποκτά μία μοναδικότητα μέσα από τη μεταμόρφωσή του σε πρωτογενή εικαστική ύλη. Σκουπίδια της πόλης, αποθηκευμένα στα υπόγεια του χώρου, εκτάσεις που μοιάζουν αχανείς και που θυμίζουν τις χωματερές που διαβάζουμε στο βιβλίο του Μισέλ Τουρνιέ «Τα μετεωρολογικά».

Τα σκουπίδια, τα αποφάγια, τα αποφόρια, οι σπασμένοι σωλήνες, τα καλώδια, οι καμένοι κάδοι, όλα τα πλαστικά προϊόντα που δυσκολεύονται να πεθάνουν, γεμίζουν τη γη, τις θάλασσες, μολύνουν τον αέρα, παγιδεύουν τον άνθρωπο σε μια ζωή που μετριέται με όρους κατανάλωσης. Κάποιοι καλλιτέχνες ωστόσο αντιστέκονται: η ανακύκλωση, η χρήση του ρέντι μέιντ, η άρση των ορίων μεταξύ των υλικών χρήσης και των εικαστικών υλικών, έχουν μια μακρά ιστορία στην τέχνη. Το ζήτημα που τίθεται πάντα είναι ο τρόπος χρήσης τους και βέβαια το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα.
Μια τέχνη εκ βαθέων
Ο Γιάννης Μαρκαντωνάκης μάς εκπλήσσει γιατί ανήκει στους καλλιτέχνες εκείνους που κατ- αξιώνουν προγραμματικά πράγματα που οι άνθρωποι πετούν ως άχρηστα σε αντικείμενα αξίας. Η έκπληξη όμως και η συγκίνηση πηγαίνουν πέρα από την ιδέα κα από τη χειρονομία. Οφείλονται κυρίως στην ποιότητα και τη μεταμορφική δύναμη των έργων του. Στο κέντρο της εγκατάστασης που θα την λέγαμε «Ικεσία και απειλή» κυριαρχεί –οριοθετημένη από τις δυο πλευρές από δύο ξύλινες πινακωτές– μια ανθρώπινη μορφή. Ξεφεύγοντας από τη χρήση τους, οι δυο πινακωτές δεν υπηρετούν πια την παραδοσιακή αποστολή τους, που είναι να φιλοξενούν το αλεύρι που φουσκώνει μέχρι να μεταφερθεί στον φούρνο για να γεννήσουν το ψωμί. Στη θέση των καρβελιών, μάσκες που θυμίζουν εκμαγεία, ρολόγια και άλλα «τυχαία» αντικείμενα οργανώνουν τον διάλογο ζωής και θανάτου, μετρούν την ανθρώπινη πορεία, ορίζουν συμβολικά το πεδίο όπου παίζεται το δράμα της και υπαινίσσονται το τέρμα.
Η όλη σύνθεση της εγκατάστασης ενορχηστρώνει μια ενσαρκωμένη σταύρωση του ανθρώπου με την κεντρική μορφή στη θέση του Χριστού και τις δυο πινακωτές να καταλαμβάνουν τον χώρο που έχουν στις τοιχογραφίες οι δυο ληστές. Ανάμεσα στις φόρμες που την πλαισιώνουν και την αναδεικνύουν η κεντρική μορφή μοιάζει εσταυρωμένη, στρεβλωμένη από τον ψυχικό και σωματικό πόνο, που την περισφίγγει και τη φυλακίζει στο μαρτύριό της. Μια ταινία, που φέρνει στον νου τα σπάργανα των βρεφών αλλά και αυτά που τυλίγουν τον Λάζαρο στις αναπαραστάσεις της ανάστασής του, περιτυλίγει όλο σχεδόν το κορμί, αφήνοντας ελεύθερες μόνον τις ακρωτηριασμένες άκρες των χεριών και τις στρεβλωμένες των ποδιών. Καρδιά θα έλεγα του έργου, το πρόσωπο της κεντρικής αυτής μορφής, μετακινημένο και αυτό από τον κάθετο κεντρικό άξονα της εγκατάστασης. Πρόσωπο/προσωπείο που, συνομιλώντας, χωρίς πρόθεση απομίμησης ή παραπομπής, με τα προσωπεία της αρχαίας τραγωδίας ή/και με το ελληνιστικό γλυπτό με την αρχετυπική κραυγή του Λαοκόοντος που συνθλίβεται από το σφίξιμο των φιδιών, εκπέμπει την ικεσία. Ανάμεσα στις μορφές του και στον θεατή παρεμβάλλονται κρεμασμένοι από σχεδόν αόρατα νήματα έξι πίροι, η απειλή που έχει στόχο όχι μόνον τις μορφές της εγκατάστασης αλλά και αυτόν που μένει αδιάφορος στην ικεσία.
Η έκπληξη για την οποία μίλησα στην αρχή και –τολμώ να πω– το δέος δεν πηγάζουν μόνο και τόσο από τα σημαινόμενα, αλλά από τη συνάντηση του βάθους με την «ευτελή» επιφάνεια, την αρμονία της φόρμας που κάνει να τραγουδούν τα υλικά, απόβλητα και άλλα, συνθέτοντας τα αντίθετα και μεταμορφώνοντας τον πόνο σε ομορφιά.
Εγκατάσταση/Τέμπλο
Η λέξη «Τέμπλο» είναι δική μου προσθήκη, καθώς ο Μαρκαντωνάκης δεν τιτλοφορεί τις εγκαταστάσεις του. Το έργο αυτό οργανώνεται σαν μια σύνθεση μεγεθών και εκφραστικών μέσων. Το πορτρέτο της μάνας κυριαρχεί με τη θέση του ψηλά στο κέντρο και τη συμβολική του σημασία και πλαισιώνεται από γλυπτά και ζωγραφικά στοιχεία διαφορετικών μεγεθών, με εκφραστικότερο κατά τη γνώμη μου δεξιά από το πορτρέτο της μάνας ένα γλυπτό που μοιάζει μάλλον με ακέφαλο και συσπασμένο ανδρικό κορμό. Ρεαλιστικά πορτρέτα και στιλιζαρισμένες μορφές, γυναικείες και ανδρικές, που αναπνέουν και δέονται υπό τη σκέπη της αρχετυπικής μάνας.
Ο αδυσώπητος τόπος της ουτοπίας
Οριοθέτηση, περιχαράκωση, απομόνωση, απουσία επικοινωνίας με τον άλλον κόσμο, τον ξένο, τον εχθρικό, νησιά σπαρμένα στους άγνωστους ωκεανούς, τόποι μυθικοί ή μελλοντικοί, φωτεινά προτάγματα κοινωνιών με αυστηρούς νόμους και κανόνες στους οποίους ο αναγνώστης είτε ο θεατής καλείται να υπακούσει, να αποδεχθεί άνευ όρων για να ζήσει ευτυχισμένος, αφού του προσφέρονται όλα τα υλικά της ευτυχίας. Από καταβολής κόσμου οι ουτοπίες είναι παρούσες ως προβολή σε ένα μακάριο χθες και αλλού, αλλά και ως επιθυμία ενός εδώ και τώρα και προφητεία ενός μέλλοντος.


Ο Γιάννης Μαρκαντωνάκης, με τα «χειροποίητα αντανακλαστικά» του όπως λέει ο ίδιος στο διεισδυτικό ντοκιμαντέρ εν εξελίξει του Κωνσταντίνου Αθουσάκη, μοιάζει «να συνθέτει, να χτίζει και να υφαίνει» τη δική του ουτοπία. Ενα έργο μήτρα των αρχετυπικών μορφών του κύκλου και του τετραγώνου καθώς τα βλέπεις σε κάτοψη από ψηλά (à vol d’oiseau) σε διάλογο με αρχέγονα σχήματα/σήματα: σφαιρικούς θόλους, μνημειώδεις πύλες, αγάλματα, κοχλίες, σπείρες, όστρακα, προϊστορικού τύπου ιερά για μυημένους, σκοτεινές εισόδους, ασυνεχείς διαδρόμους και απουσία ανθρώπων. Το έργο αυτό εκτέθηκε στο ΕΜΣΤ και κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να συνεχίσει να εκτίθεται, αν και το μουσείο, όπως μαθαίνω, αρνήθηκε τη δωρεά με το επιχείρημα ότι η πολιτική του είναι να αγοράζει έργα. Κάτι που όσο γνωρίζω δεν ίσχυε στην αρχή της λειτουργίας του – κάτι που το βοήθησε να έχει τη δική του συλλογή. Πέρα όμως από αυτό το μουσειακό ιντερμέτζο, πράγματι το έργο αυτό και άλλα έργα του Γιάννη Μαρκαντωνάκη θα ήταν πλούτος για ένα μουσείο, όχι χελιδόνων αλλά αηδόνων. Ενα μουσείο δηλαδή που θα τραγούδαγε με τα έργα του χωρίς να χρειάζεται ψηφιακού τύπου διαχείριση για να τα ζωντανέψει, δανείζοντάς τους την φωνή που τους λείπει.
Το Αγραφον που ιστορεί ο Σικελιανός, αυτή την ομορφιά που μεταμορφώνει τη σήψη, αναζητά ο Γιάννης Μαρκαντωνάκης στην πολυδιάστατη γραφή του, στα ημερολόγιά του, στα 7.000 καταγεγραμμένα όνειρά του, στους μεταξοσκώληκές του, στα γλυπτά του, στις εγκαταστάσεις του, στη ζωή του.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας