Δημοσιογράφος με απίστευτες γνώσεις στη μουσική, είχα την τύχη ο Φώτης Απέργης να είναι αρχισυντάκτης μου, επί 14 χρόνια στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία». Πάντα θαύμαζα την ετοιμότητά του να αναδεικνύει τις διαφορετικές διαστάσεις της καλλιτεχνικής επικαιρότητας, την τελειομανία του (και) στις συνεντεύξεις όπου κατάφερνε να αναδείξει το βίωμα στην τέχνη και την προσωπικότητα διάσημων καλλιτεχνών. Επειτα από 40 χρόνια στη δημοσιογραφία («Ελευθεροτυπία», «Δεύτερο Πρόγραμμα», «Kosmos» κ.ά.), σήμερα διευθυντής των μουσικών ραδιοφώνων της ΕΡΤ, ο Φώτης Απέργης αποθησαυρίζει άγνωστες ιστορίες και εξομολογήσεις από κορυφαίες μουσικές προσωπικότητες στο βιβλίο του «Γίνεται παρεξήγηση και δίνουν την εξήγηση» (εκδόσεις Αγκυρα, επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Σχινά).

Από τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Μίκη Θεοδωράκη ώς τον Διονύση Σαββόπουλο, τον Ιάννη Ξενάκη, τον Λουκιανό Κηλαηδόνη και τον Ακη Πάνου, από τον Μικ Τζάγκερ, τη Μαντόνα, τον Πολ Μακ Κάρτνεϊ, τον Ερικ Κλάπτον, τον Τζέιμς Μπράουν, τον Φίλιπ Γκλας ώς τον Λέοναρντ Μπέρνσταϊν, τον Ζούμπιν Μέτα, τον Νάιτζελ Κένεντι και τον Λουτσιάνο Παβαρότι, «αφηγείται αληθινές ιστορίες με την αξιοπιστία ενός ντοκουμέντου, αλλά και με τη γλαφυρότητα ενός μυθιστορήματος», όπως σημειώνει στον πρόλογο η Χάρις Αλεξίου. Και κάτι παραπάνω, που κάνει το βιβλίο ξεχωριστό. «Εδώ, φωτίζεται και το κοινωνικό και πολιτικό κλίμα της εποχής στην οποία έχει δοθεί κάθε συνέντευξη. Καθώς, μάλιστα, οι εποχές αλλάζουν επισημαίνονται με εύστοχες νύξεις και εκείνα που μεταβάλλονται γύρω μας και μέσα μας, δίχως, πάντως, να ωραιοποιείται το παρελθόν.
Ετσι η καταγραφή των συναντήσεων με τους καλλιτέχνες που έχουν επιλεγεί μεταμορφώνεται σε μαρτυρία πολιτισμού».
Η αριστερή ιδιοσυγκρασία του Χατζιδάκι
Ο τίτλος το βιβλίου ήταν και ο τίτλος που ο Μάνος Χατζιδάκις τού πρότεινε για μια συνέντευξή του το 1991. Εκείνη την εποχή, ο «μεγάλος ερωτικός» συνθέτης έκανε ακόμα μία πολιτική παρέμβαση: «Σήμερα ζούμε την άμβλυνση των τειχών που χωρίζουν τις παραδοσιακές παρατάξεις.
Αλήθεια, ένας συντηρητικός αριστερός είναι αριστερός; Και ένας προοδευτικός φιλελεύθερος είναι δεξιός; Σήμερα, κάθε πλευρά έχει συντηρητικούς, αυτούς δηλαδή που προασπίζονται τα κεκτημένα, και κάθε πλευρά έχει προοδευτικούς, εκείνους δηλαδή που δίνουν ώθηση στα πράγματα. Παρουσιάζεται δηλαδή το εξής φαινόμενο: Και η Αριστερά να έχει τους δεξιούς της, και η Δεξιά να έχει τους αριστερούς της», δήλωσε. «Υπό την έννοια αυτή, θα πρέπει να συμπεράνει κανείς ότι η ιδιοσυγκρασία σας είναι αριστερή», παρατηρεί ο Απέργης και ο Χατζιδάκις απαντά: «Αναμφισβήτητα. Είμαι ένας άνθρωπος ζωντανός».
Και τα ΜΑΤ είναι... παιδιά
Ο γνωστός δημοσιογράφος αρχίζει την αφήγησή του με τη συναυλία του Πίτερ Χάμιλ τον Οκτώβριο του 1982 στο Σπόρτιγκ, όταν στο τέλος της εμφανίστηκαν τα ΜΑΤ και οι παρέες «σκορπίστηκαν αλαφιασμένες στα γύρω στενά». Τότε, χώθηκε σε ένα ζαχαροπλαστείο και τηλεφώνησε από τα μεγάλα κόκκινα τηλέφωνα της εποχής στον διευθυντή του, τον Σεραφείμ Φυντανίδη, ο οποίος του είπε να κάνει ρεπορτάζ. «Επέστρεψα με το διστακτικό βήμα του μαθητευόμενου πολιτιστικού συντάκτη», περιγράφει. «Η πλατεία είχε πια σχεδόν ερημώσει, όμως εκεί, στο κέντρο, κουλουριασμένη στην άσφαλτο, μια κοπέλα προσπαθούσε μάταια να φυλαχθεί από τρεις-τέσσερις άντρες των ΜΑΤ, που την κλοτσούσαν βρίζοντας με ανεξήγητο μένος. Μόλις την εγκατέλειψαν, σηκώθηκε παραπατώντας με πρόσωπο χαμένο, μουσκεμένο στα δάκρυα. Τη στήριξα στο μπράτσο μου και τη φυγάδευσα προς το στενό όπου, λίγο μετά, συναντήσαμε τον φίλο της, που την είχε χάσει στο κυνηγητό...». Αμέσως μετά ο νεαρός δημοσιογράφος πλησίασε τον επικεφαλής και με θυμό άρχισε να τον ρωτάει για τη συμπεριφορά των αστυνομικών, για να πάρει την απίστευτη απάντηση: «Αμα τους βρίζεις και τους πετάς σπασμένα γυαλιά, τι θες να κάνουν; Παιδιά είναι κι αυτά...».
Στο μνήμα του Νερούδα
Το 1993 ο Μίκης Θεοδωράκης ταξίδεψε στη Χιλή για να παρουσιάσει στην πατρίδα του Πάμπλο Νερούδα το «Canto General». Ποιος θα το πίστευε ότι στο μνήμα του ποιητή η ελληνική αποστολή θα ζούσε μια σχεδόν μεταφυσική εμπειρία. «... ο συνθέτης περιεργάστηκε μια ξύλινη κατασκευή με καμπάνες που έχει στηθεί εκεί. “Τι παράξενο”, είπε. “Ηχούν σύμφωνα με τους τόνους της εισαγωγής του Canto General”! Υστερα έβγαλε από την τσέπη του μπουφάν του ένα κασετοφωνάκι, που είχε φέρει γι’ αυτόν τον σκοπό, και το ακούμπησε πάνω στο μνήμα, για ν’ ακούσουμε όλοι μαζί το τραγούδι του που βασίζεται στο “Ερχονται τα Πουλιά”, το λυρικό ποίημα στο οποίο ο Νερούδα κατονομάζει πλήθος φτερωτών ελπίδων. Αφησε, μάλιστα, και το αντίστοιχο cd. Και τότε έγινε κάτι απίστευτο. Ενα μικρό πουλί με ζωηρό, κόκκινο φτέρωμα στο στήθος πέταξε κι έπεσε δίπλα μου, μπροστά στο μνήμα. Ζούσε; Οχι. Είχε πεθάνει, όταν το σήκωσα ζεστό ακόμα, και, δίχως να ξέρω γιατί, το παρέδωσα στον Θεοδωράκη. Το κράτησε για λίγο, κατάπληκτος κι εκείνος, όπως ήταν και η γυναίκα του Μυρτώ, η γραμματέας και προστάτις του Ρένα Παρμενίδου, ο Πανδής και η Αρια Σαγιονμάα, ο Κώστας Θωμαΐδης και όλοι όσοι παρακολουθήσαμε τη σκηνή...».
Εγκλημα τιμής
Δημοσιογραφική επιτυχία, η συνάντησή του με τον Ακη Πάνου, τον χειμώνα του 1997 στις Φυλακές Κομοτηνής, όπου ήταν υπόδικος για «έγκλημα τιμής»: είχε σκοτώσει τον σύντροφο της 19χρονης κόρης του, πατέρα ενός παιδιού, ο οποίος βρισκόταν σε διάσταση με τη σύζυγό του.

«Πώς ένιωσες τότε;», τον ρωτάει ο Απέργης. «Ασε με, Φώτη, τώρα. Πώς λες ότι ένιωσα; Να σκοτώσω στα εξήντα τέσσερα... Λυπάμαι που ένας άνθρωπος “έφυγε” από τα χέρια μου. Αλλά και εκείνος σκότωσε εμένα. Μου λένε “είσαι από άλλη εποχή, έχεις άλλες αρχές”. Ομως, οι εποχές και οι αρχές δεν αλλάζουν ταυτόχρονα σε όλο τον πλανήτη. Αλλα είναι τα ήθη της Αθήνας, άλλα της Κρήτης κι άλλα της Θράκης. Αυτό το δικαίωμα διεκδικώ: το ήθος του τόπου και της οικογένειάς μου. Εχεις αδερφές;».
-«Οχι»
-«Αφού δεν έχεις αδερφές, άσ’ το... Εγώ είχα και όπου περπατούσαν, δεν τολμούσαν να τις κοιτάξουν. Και να μου διαφθείρουν τώρα την κόρη, σε σημείο να μη μ’ αναγνωρίζει, να μη με αγαπά και να μη με σέβεται;».
Ο Κουφοντίνας του Σαββόπουλου

Το 2002, ενώ όλοι συζητούν για τη «17 Νοέμβρη», ο Διονύσης Σαββόπουλος απαντά στο πώς αισθάνθηκε όταν αποκαλύφθηκαν τα μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης και έμαθε για τις ζωές τους: «Λίγο σαν να τους ήξερα. Προχθές με έβγαλε βόλτα ο Κορνήλιος, ο μεγάλος μου γιος, και μου έβαλε κασέτα τη “Μαύρη Θάλασσα” από το “Βρώμικο ψωμί”. Ακουγα τον εαυτό μου μ’ εκείνη τη θεοσκότεινη φωνή του ‘72 μες στις παραμορφώσεις της ηλεκτρικής κιθάρας να τραγουδάει “δεν έχω ήχο, δεν έχω υλικό” και νόμιζα πως άκουγα τον Κουφοντίνα. Γνώριζα πάντα το σκοτάδι αυτών των ανθρώπων. Αλλά με την καλή μου την καρδιά έφτιαξα τραγούδια, έφτιαξα κάτι αγγελικό. Ενώ εκείνοι τι φτιάξανε; Τον ζόφο και την ασφυξία. Πώς μου φάνηκαν σαν φάτσες; Σαν κάτι ταξιτζήδες που νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα. Ή μάλλον, σαν οποιονδήποτε καθημερινό άνθρωπο. Εγώ συχνά αμελώ τα κοινόχρηστα. Αυτοί ουδέποτε».
Ανάμεσα στις σχεδόν 400 σελίδες του βιβλίου ο Μικ Τζάγκερ εν έτει 1993 θυμάται την επεισοδιακή συναυλία των Rolling Stones στις 17 Απριλίου 1967, στο γήπεδο του Παναθηναϊκού: «Η εξέδρα βρισκόταν στο κέντρο του σταδίου και υπήρχε μεγάλη απόσταση ανάμεσα στη σκηνή και στο κοινό. Ξάφνου, όταν προσπάθησα να δώσω μια ανθοδέσμη στους θεατές, όρμησαν οι αστυνομικοί. Περίπου μία εβδομάδα μετά, έγινε η επανάσταση των συνταγματαρχών».

Ο Πολ Μακ Κάρτνεϊ ανακαλεί εφηβικές περιπέτειες με τον Τζον Λένον. Η Μαντόνα θα ήθελε να ξαναζούσε έναν χρόνο με τη μητέρα της, την οποία έχασε όταν ήταν μόλις πέντε ετών. Η Μαριάν Φέιθφουλ υπερασπίζεται το δικαίωμα μιας ώριμης γυναίκας να εκφράζεται με το ροκ, ενώ ο Ντέιβιντ Μπερν θεωρεί ότι «η μυθολογία του ροκ γίνεται συντηρητική, σταματά τη δημιουργικότητα». Ο Ερικ Κλάπτον εξηγεί πώς έγραψε το σπαρακτικό «Tears in heaven» θέλοντας να αντιμετωπίσει τον θάνατο του τετράχρονου γιου του. Ο Ερικ Μπάρτον ανακαλύπτει το «Τhe house of the rising sun» σε μια παλιά ισπανική πανσιόν στη Νέα Ορλεάνη.
Ο Τίτο Πουέντε λέει ότι του αρέσει να παίζει σε ελληνικούς γάμους. Ο Ζούμπιν Μέτα δηλώνει ότι «ο πρωταθλητισμός βλάπτει τη μουσική». Ο Λούτσιο Ντάλα εξιστορεί πώς ηχογράφησε τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι να κάνει ραπ... Και η παρέλαση των σταρ που «δίνουν την εξήγηση» συνεχίζεται...
«Προσωπικότητες της μουσικής που δύσκολα μπορείς να τις συναντήσεις ή που είναι αδύνατον να τις συναντήσεις πια», διαπιστώνει ο Φώτης Απέργης. «Στον ψηφιακό κόσμο, οι περισσότερες από τις συζητήσεις αυτές δεν έχουν καταγραφεί.
Το ίδιο και οι ιστορίες που τις συνοδεύουν. Σήμερα που ταλαντευόμαστε ανάμεσα στη συλλογική μας μνήμη και στη συλλογική μας αμνησία, πιστεύω ότι φανερώνουν πολλά για το τι σηματοδοτούσε η μουσική για σημαντικούς Ελληνες και ξένους καλλιτέχνες, όπως και για χιλιάδες άλλους ανθρώπους, σε μιαν άλλη εποχή».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας