Παρά τις αισιόδοξες δηλώσεις του Ιταλού πρωθυπουργού, η πίεση των οίκων αξιολόγησης και της χρηματοοικονομικής κοινότητας συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό. Το βράδυ της Παρασκευής έφτασε ακόμη ένα ανησυχητικό μήνυμα: η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας στο επίπεδο ΒΒΒ- από τον αμερικανικό οίκο Standard and Poor’s έγινε και πάλι πρώτη είδηση στον ιταλικό Τύπο.
Ενα βήμα, δηλαδή, ή ακριβέστερα, μία βαθμίδα πριν από το επίπεδο Junk (σκουπίδια), που θα σήμαινε ότι η ιταλική οικονομία είναι πλήρως αναξιόπιστη και κατά συνέπεια δεν πρέπει να τη στηρίζουν ντόπιοι και ξένοι δανειστές.
Σύμφωνα με τον S&P, η Ιταλία δεν έχει εξασφαλίσει την αναγκαία οικονομική ανάπτυξη, κάτι που σημαίνει ότι δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που προκύπτουν από τη συνεχή αύξηση του δημόσιου χρέους της.
Η πρόβλεψη του αμερικανικού οίκου είναι σαφής. Θεωρεί ότι η μεταρρύθμιση του εργασιακού, την οποία μόλις ενέκρινε η Γερουσία της Ρώμης, δεν θα φέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, διότι οι λεπτομέρειές της (οι οποίες θα καθοριστούν με ειδικά κυβερνητικά διατάγματα) θα περιορίσουν το βάρος των κυριότερων «αναγκαίων αλλαγών».
Το μήνυμα που αποστέλλεται, δηλαδή, στην ιταλική κυβέρνηση είναι περίπου το εξής: Μην κάνετε πίσω στη μείωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, πρέπει να επιμείνετε στην αύξηση της «ανταγωνιστικότητας» της αγοράς της εργασίας και να μην πέσετε στον πειρασμό να ξαναρχίσετε ουσιαστικό διάλογο με τα συνδικάτα.
Δεν μένει παρά να δούμε πώς θα κινηθεί τώρα ο Ρέντσι. Η δημοτικότητά του έχει πέσει στο 49% (τον Οκτώβριο ήταν στο 60%), η ιταλική πρωτεύουσα σείεται από σκάνδαλο δωροδοκιών και μαφιόζικων απειλών, ενώ, παράλληλα, από τον Ιανουάριο θα ξεκινήσει η διαδικασία για την εκλογή του νέου προέδρου της Δημοκρατίας.
Υψηλή ανεργία
Το κύριο στοιχείο, όμως, που θα πρέπει να λάβει υπόψη του ο Ιταλός πρωθυπουργός είναι ότι η ανεργία βρίσκεται στο 13,3% -ποσοστό που αποτελεί ιστορικό ρεκόρ- και η ανάπτυξη της χώρας, στην καλύτερη των περιπτώσεων, δεν θα ξεπεράσει του χρόνου το 0,2%.
Με μια οικονομική και κοινωνική κατάσταση που απέχει μόνο λίγα μέτρα από το χείλος του γκρεμού, ο 39χρονος επικεφαλής της κυβέρνησης της Ρώμης θα επιδιώξει, άραγε, περαιτέρω σύγκρουση με τα συνδικάτα και τις ευρύτερες δυνάμεις της Αριστεράς για να ικανοποιήσει όσους ζητούν «μεγαλύτερη ευελιξία»;
Προς το παρόν, σύμφωνα με τους αναλυτές, η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να επικεντρωθεί στη μείωση των οκτώ χιλιάδων εταιρειών που ελέγχονται από δήμους, περιφέρειες και νομαρχίες σε χίλιες. Παράλληλα, θα γίνει πιο συγκεκριμένη και η μεταρρύθμιση του εργασιακού: θα καθοριστεί η μορφή του νέου ταμείου ανεργίας, ο νέος δημόσιος οργανισμός ευρέσεως εργασίας και, κυρίως, οι λεπτομέρειες σχετικά με το πώς θα μπορούν να συνεχίσουν να επαναπροσλαμβάνονται κάποιοι, τουλάχιστον, από τους εργαζομένους που απολύονται χωρίς βάσιμη αιτία.
Ο Ρέντσι δεν θέλει σε καμία περίπτωση να έρθει σε ευθεία σύγκρουση με την Ευρώπη, αλλά στοχεύει συγχρόνως να συνεχίσει να ζητά «περισσότερη ευελιξία». Επιθυμεί να εφαρμοστεί το γρηγορότερο η μεταρρύθμιση του εργασιακού, αλλά έχει καταλάβει ότι αν συνεχίσει να ακούει μόνο τους βιομηχάνους, όλοι οι αριστεροί ψηφοφόροι του κόμματός του -των Δημοκρατικών- θα σταματήσουν οριστικά να συμμετέχουν σε κάθε εκλογική διαδικασία.
Δύσκολοι οι καιροί, τα απλά συνθήματα και το επικοινωνιακό ταλέντο πλέον δεν αρκούν. Ο Ματέο Ρέντσι κινδυνεύει να χάσει σημαντικά περιθώρια ελιγμού και να βρεθεί στα γκάλοπ στα ίδια επίπεδα δημοτικότητας με τον τεχνοκράτη πρωθυπουργού Μάριο Μόντι, ο οποίος άρχισε να εφαρμόζει πριν από δύο χρόνια τις συνταγές της νεοφιλελεύθερης λιτότητας.
«Πληρωμένη» απάντηση στη Μέρκελ
Με οργή αντέδρασε η Ρώμη στην απαίτηση της Ανγκελα Μέρκελ να υιοθετήσει η κυβέρνηση Ρέντσι κι άλλες μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να «ευθυγραμμιστεί» ο προϋπολογισμός του 2015 με τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, διαμηνύοντάς της ότι καλά θα κάνει να ασχολείται με τα οικονομικά προβλήματα του οίκου της. Σε συνέντευξή της στην εφημερίδα Die Welt, η Γερμανίδα καγκελάριος ζήτησε από την Ιταλία και τη Γαλλία να υιοθετήσουν πρόσθετα μέτρα πριν από τον Μάρτιο – οπότε θα αποφασίσει η Κομισιόν εάν θα εγκρίνει ή όχι τα σχέδια προϋπολογισμού των δύο χωρών. Η απάντηση της Ρώμης ήταν εξίσου «κοφτή»: «Η ιταλική κυβέρνηση δεν επέτρεψε ποτέ στον εαυτό της να βαθμολογεί άλλες χώρες της Ε.Ε. και ζητάμε από τη Γερμανία να κάνει το ίδιο. Ισως είναι καλύτερα η κυρία Μέρκελ να επικεντρωθεί στο θέμα της εσωτερικής κατανάλωσης, στην έλλειψη επενδύσεων ή στις ανισορροπίες του ισοζυγίου πληρωμών. Αυτή θα ήταν η σημαντική συμβολή που περιμένει η Ευρώπη από το Βερολίνο εδώ και καιρό, και προς το παρόν δεν έχει γίνει». Από τη Γαλλία, πάλι, όπως αναφέρει το πρακτορείο Reuters, δεν υπήρξε καμιά επίσημη αντίδραση...
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας