Ποιος θυμάται τον εμφύλιο πόλεμο που μαίνεται εδώ και περισσότερες από εκατό μέρες στο Σουδάν; Πάνω - κάτω όσοι θυμούνται τον πόλεμο στην Υεμένη ή το Τιγκράι - δηλαδή, σχεδόν κανένας: η διεθνής κάλυψη κράτησε μόνο δυο-τρεις εβδομάδες, όσο χρειάστηκε για να απομακρυνθούν οι ξένοι πολίτες και οι πλούσιοι κάτοικοι, και μετά η πολυάνθρωπη αφρικανική χώρα και τα εκατομμύρια άμαχοι πολίτες της αφέθηκαν στη μοίρα τους, έως ότου τελειώσουν οι σφαίρες και προκύψει κάποιος νικητής...
Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από την ανατριχιαστική έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, με τίτλο «Ο θάνατος μας χτύπησε την πόρτα», όπου η γνωστή οργάνωση κάνει λόγο για «γενίκευση των εγκλημάτων πολέμου, με εσκεμμένες επιθέσεις αδιακρίτως εναντίον του άμαχου πληθυσμού». Η 56σέλιδη έκθεση βασίστηκε σε συνεντεύξεις με 181 ανθρώπους, στην πλειονότητά τους πρόσφυγες που έχουν καταφύγει στο γειτονικό Τσαντ, και αφορά κυρίως τα γεγονότα στην πρωτεύουσα Χαρτούμ και στην «καταραμένη» δυτική επαρχία Νταρφούρ: σύμφωνα με το κείμενο, χιλιάδες είναι οι άνθρωποι που έχουν χάσει τη ζωή τους ενώ δεκάδες ανήλικα κορίτσια μετατρέπονται σε «σκλάβες του σεξ» από τους εμπολέμους.
«Σε όλο το Σουδάν οι άμαχοι υπομένουν καθημερινά αδιανόητη φρίκη καθώς οι Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης (ΔΤΥ) και ο σουδανικός στρατός μάχονται για εδάφη» χωρίς την παραμικρή έγνοια για αυτούς, τόνισε η γενική γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας, Ανιές Καλαμάρ, στο δελτίο Τύπου που συνοδεύει την έκθεση. «Δεκάδες γυναίκες και κορίτσια, που ενίοτε δεν είναι πάνω από 12 ετών, βιάζονται και υποβάλλονται σε άλλες μορφές σεξουαλικής σκλαβιάς από αντιμαχόμενους και στις δύο πλευρές. Καμιά τοποθεσία δεν είναι ασφαλής. Κόσμος σκοτώνεται μέσα στο σπίτι του ή καθώς ψάχνει απεγνωσμένα τροφή, νερό και φάρμακα. Μπαίνουν σε διασταυρούμενα πυρά όταν φεύγουν, δολοφονούνται σε στοχευμένες επιθέσεις», είπε η Καλαμάρ.
Συμπλήρωσε ακόμη πως οι εμπόλεμοι έχουν βάλει στο στόχαστρο και λεηλατούν συστηματικά νοσοκομεία, χριστιανικές εκκλησίες και αποθήκες ανθρωπιστικού υλικού, σημειώνοντας μάλιστα πως «οι περισσότερες λεηλασίες-εγκλήματα πολέμου αποδίδονται σε μέλη των ΔΤΥ». Ανάμεσα στα εγκλήματα πολέμου που τεκμηριώνονται στην έκθεση είναι οι δολοφονίες ανήλικων παιδιών σε γειτονιές του Χαρτούμ, αλλά και η λεηλασία μιας κοπτικής εκκλησίας στη συνοικία Μπάχρι, όπου παραστρατιωτικοί των ΔΤΥ σκότωσαν εν ψυχρώ πέντε κληρικούς και έκλεψαν χρήματα και έναν χρυσό σταυρό.
Ομως οι χειρότερες αγριότητες φαίνεται πως γίνονται και πάλι στο μαρτυρικό Νταρφούρ, που ήδη από τις αρχές του 21ου αιώνα αποτελεί θέατρο άγριων μαχών και εθνοκαθάρσεων. Εκεί, οι ΔΤΥ έχουν συμμαχήσει με αραβικές πολιτοφυλακές και «σπέρνουν τον τρόμο και τον θάνατο». Οπως αναφέρει δραματικά η Καλαμάρ, στο δυτικό Νταρφούρ «ζωντανεύει το φάσμα της τακτικής της καμένης γης, που είχε χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν, σε ορισμένες περιπτώσεις από ακριβώς τους ίδιους δράστες». Μόνο σε μια πόλη του Νταρφούρ, την Γκενέινα, βρέθηκε ομαδικός τάφος με τουλάχιστον 87 αμάχους, που φαίνεται πως εκτελέστηκαν από Αραβες πολιτοφύλακες. Οπως είπε μία από τις συντάκτριες της έκθεσης, η Ντονατέλα Ροβέρα, στο Associated Press, «δεν υπάρχουν επιλογές για τους πολίτες. Είναι δύσκολο να φύγουν και εξαιρετικά επικίνδυνο να μείνουν»...
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας