Ποιοι ήταν τελικά οι τυπικοί και οι άτυποι παράγοντες αυτής της πολύχρονης και εξαιρετικής σημασίας δίκης των ναζιστών; Ποιο ήταν το «πρόσωπο» της έδρας και η σημασία των καταθέσεων των αυτοπτών μαρτύρων που έζησαν ξανά τον προσωπικό τους εφιάλτη; Ποια ήταν τα καθοριστικά σημεία στις καταθέσεις των πολυάριθμων μαρτύρων κατηγορητηρίου; Πώς η διαδικασία εξέτασης των μαρτύρων υπεράσπισης εξελίχθηκε σε ιλαροτραγωδία; Πώς η πολιτική αγωγή εντυπωσίασε για την τεκμηρίωση και την τόσο συλλογική δουλειά;
Ο λόγος για μια δίκη που ταυτίστηκε με το πρόσωπο της Μάγδας Φύσσα, η οποία στάθηκε όρθια και γενναία απέναντι στους δικαστές και κυρίως απέναντι στους θύτες με τους οποίους υποχρεώθηκε να έρθει πρόσωπο με πρόσωπο, στέλνοντας μήνυμα ηχηρό σε όλο τον κόσμο. Δεν την πτόησε ποτέ τίποτα, ούτε και η απελπιστική μοναξιά που πολύ συχνά βίωνε μέσα στη δικαστική αίθουσα, όπου ήταν πάντα παρούσα. Η «Εφ.Συν.» ήταν εκεί κάθε μέρα σε κάθε συνεδρίαση προκειμένου να καλύψει πλήρως τη διεξαγωγή της δίκης.
Σήμερα, λίγο πριν το «λύεται η συνεδρίαση», διηγούμαστε τις απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα, προσπαθώντας να δώσουμε ολοκληρωμένη την εικόνα των προσώπων της δίκης για όσους δεν τα είδαν. Για όσους δεν έζησαν το τείχος που ορθώθηκε πρώτα και κύρια από την έδρα στην προσπάθεια δημιουργίας τρομοκρατικής και προκλητικής ατμόσφαιρας που θέλησαν να επιβάλουν οι χρυσαυγίτες στη δικαστική αίθουσα.
Κατηγορούμενοι
Το γεμάτο εδώλιο (πλην των διευθυντών της εγκληματικής οργάνωσης, που περιφρόνησαν εξαρχής το δικαστήριο) μετά τις πρώτες ημέρες της δίκης άρχιζε να αδειάζει, έως ότου δεν παρουσιαζόταν πλέον κανένας για να παρακολουθήσει τη διαδικασία. Παρά τις βαριές κατηγορίες, οι κατηγορούμενοι επέλεξαν να απέχουν.
Το διάστημα που ήταν παρόντες αρκετοί κατηγορούμενοι με τη συμπαράσταση των συνηγόρων τους πολύ συχνά επιδόθηκαν σε προκλητικές συμπεριφορές, ακόμα και χειρονομίες προς τους μάρτυρες και το κοινό που παρακολουθούσε τη δίκη. Προφανώς όλα αυτά καταδεικνύουν έμπρακτα και τη «μεταμέλεια» που ζήτησε ως ελαφρυντικό η υπεράσπιση μαζί με το κορυφαίο επιχείρημα ότι είχαν στο σχολείο διαγωγή κοσμιοτάτη! Τελικά μόνο τις τελευταίες ημέρες εμφανίστηκαν κάποιοι, θέλοντας εκ των υστέρων να υποδηλώσουν τη «διαφοροποίησή» τους.
Η πολιτική αγωγή
Ολα αυτά τα χρόνια της δίκης, ακούραστα, με επιμονή και με προσωπικό κόστος (αφού το έκαναν αφιλοκερδώς), οι δικηγόροι της πολιτικής αγωγής σήκωσαν το τεράστιο βάρος της ανάδειξης μέσα στη δικαστική αίθουσα του αποδεικτικού υλικού σε βάρος της Χρυσής Αυγής. Αν και ξεκίνησαν από διαφορετικές αφετηρίες, οι τρεις ομάδες της πολιτικής αγωγής (συνήγοροι οικογένειας Φύσσα, Αιγύπτιων αλιεργατών και συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ) κατάφεραν πολύ γρήγορα να σχηματίσουν ένα συνεκτικό σύνολο ανάλογο με εκείνο μιας αποτελεσματικής και δυνατής ομάδας μπάσκετ.
Τη βραχνή φωνή και την ομοβροντία ερωτήσεων του Ανδρέα Τζέλλη διαδεχόταν η αναλυτική προσέγγιση του Δημήτρη Ζώτου. Χρύσα Παπαδοπούλου και Ελευθερία Τομπαζόγλου, αν και νεότατες, έφτασαν πέντε χρόνια μετά να συγκλονίζουν με τις στέρεες τοποθετήσεις τους. Θανάσης Καμπαγιάννης και Θεόδωρος Θεοδωρόπουλος με τις καίριες παρεμβάσεις τους κάλυψαν ακόμα και την παραμικρή λεπτομέρεια στα πλήρη σκεπτικά τους.
Ο Κώστας Παπαδάκης συχνά-πυκνά διατύπωσε τις ενστάσεις εξ ονόματος όλης της πολιτικής αγωγής για τα εμπόδια που συναντούσε η δικαστική διαδικασία. Ακόμα, Κώστας Σκαρμέας, Μάνος Μαλαγάρης, Χάρης Στρατής, Παναγιώτης Σαπουντζάκης, Αντώνης Αντανασιώτης, Αγγελος Βρεττός.
Ολοι μαζί οι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής, αν και με διαφορετικές πολιτικές αποχρώσεις μεταξύ τους, κατάφεραν να συνεργαστούν αρμονικά για τη στοιχειοθέτηση της εγκληματικής οργάνωσης και να φτάσουν -στο τελικό στάδιο των αγορεύσεων- να είναι πλέον σχεδόν αδύνατο να ξεχωρίσει ο ένας από τον άλλον, η μία υπόθεση από την άλλη και κυρίως αδύνατο να ιεραρχήσει κανείς την ποιότητα και την πληρότητα της κάθε αγόρευσης.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης
Ενα από τα ερωτήματα που υπήρχαν πριν από την έναρξη της δίκης ήταν το πώς θα συμπεριφερθεί η πλευρά της υπεράσπισης απέναντι σε ένα κατηγορητήριο που σε έναν βαθμό έφερνε αντιμέτωπους κάποιους κατηγορουμένους. Υπήρχε ακόμα το αίνιγμα αν θα επιχειρήσει η ηγεσία της οργάνωσης να αποκοπεί από τα κατώτερα στελέχη της, εξασφαλίζοντας τη δική της ασυλία και αφήνοντας τα απλά μέλη να υποστούν τις ποινικές συνέπειες της συμπεριφοράς τους, όπως συνέβαινε κατά κανόνα σε όλες τις περιπτώσεις που συλλαμβάνονταν μέλη της Χ.Α. μετά από βίαιες επιθέσεις, ξυλοδαρμούς και μαχαιρώματα.
Επικεφαλής της υπεράσπισης ήταν η οικογένεια Μιχαλολιάκου, ο μεγάλος αδελφός Παναγιώτης Μιχαλόλιας και οι ανιψιοί του Γεώργιος και Νικόλαος Μιχαλόλιας, ενώ στον βασικό πυρήνα των υπερασπιστών, εκείνοι που είχαν αναλάβει την υπεράσπιση των στελεχών της ηγεσίας διορίστηκαν στη Βουλή ως «επιστημονικοί συνεργάτες», έτσι ώστε να ασκούν απερίσπαστοι τα καθήκοντά τους. Το παράδοξο ήταν ότι ενώ η Βουλή είχε ψηφίσει με συντριπτική πλειοψηφία την αναστολή της χρηματοδότησης του κόμματος επειδή διεξαγόταν εις βάρος του έρευνα με την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης, την ίδια στιγμή η ίδια Βουλή χρηματοδοτούσε την υπεράσπιση της Χ.Α.
Στην πρώτη φάση της διαδικασίας φάνηκε ότι η υπεράσπιση θα είναι ενιαία. Ο Μιχαλολιάκος δεν ήθελε να καταλάβουν οι «συναγωνιστές» του ότι επρόκειτο να τους αδειάσει στην απολογία του, ρίχνοντας τις ποινικές ευθύνες στο Τάγμα της Νίκαιας και στους πυρηνάρχες του Πειραιά. Ακολουθήθηκε η γραμμή που είχε ξεκινήσει με τη συλλογή 1.000 υπογραφών χρυσαυγιτών που κατέθεσε στις ανακριτικές αρχές ο Κασιδιάρης κάτω από ένα κείμενο ανάληψης ευθύνης. Οι υπογράφοντες δήλωναν κι αυτοί «μέλη της εγκληματικής οργάνωσης» και ζητούσαν να συλληφθούν κι αυτοί.
Η υποτιθέμενη «ηρωική» αυτή στάση αποδείχτηκε προϊόν εξαναγκασμού από την πλευρά της ηγεσίας και γελοιοποιήθηκε στη συνέχεια όταν οι κατηγορούμενοι και οι μάρτυρές τους δήλωναν ότι δεν υπήρξαν μέλος της Χ.Α., ή ότι η οργάνωση δεν έχει μέλη, ή ότι τα μόνα μέλη είναι εκείνα της Κ.Ε., ή και ότι το μοναδικό μέλος είναι ο Αρχηγός.
Σε αυτή την πρώτη φάση ο Μιχαλολιάκος και η ηγεσία της Χ.Α. κρύβονταν δηλαδή πίσω από τα απλά μέλη και γι’ αυτό ο επικεφαλής των υπερασπιστών Π. Μιχαλόλιας είχε δηλώσει το περίφημο «είναι εδώ 69 οικογένειες, οι οποίες ταλαιπωρούνται για τις ιδέες και τον αγώνα τους», περιλαμβάνοντας στο κάδρο της συλλογικής ευθύνης όλη την ιεραρχία από τον Αρχηγό μέχρι και τον Ρουπακιά.
Την ενότητα της υπεράσπισης κουρέλιασε στο τέλος ο ίδιος ο Μιχαλολιάκος με την απολογία του, στην οποία «άδειασε» κυριολεκτικά όλους τους υπερασπιστικούς ισχυρισμούς των κατώτερων στελεχών, με αποκορύφωμα την άρνησή του να αποδεχτεί ότι το βράδυ της δολοφονίας Φύσσα η συγκέντρωση των χρυσαυγιτών οργανώθηκε προκειμένου να μοιραστούν τρικάκια για δική του ομιλία.
Οι μάρτυρες κατηγορίας
Καθοριστικό ρόλο στην έκβαση της δίκης έπαιξαν βέβαια οι μάρτυρες που προσήλθαν στο ακροατήριο για να στηρίξουν την κατηγορία. Ανάμεσά τους τα ίδια τα θύματα των δολοφονικών επιθέσεων της Χρυσής Αυγής, που αψήφησαν τον φόβο και στάθηκαν όρθιοι για να πουν την αλήθεια και να υποδείξουν τους θύτες τους.
Οι φίλοι του Παύλου Φύσσα, αυτόπτες μάρτυρες της δολοφονίας, επιβεβαίωσαν τον οργανωμένο χαρακτήρα του εγκλήματος. Δύο από αυτούς, οι Μιχάλης Ξυπόλητος και Νίκος Μαντάς, δέχτηκαν επίθεση την πρώτη μέρα της δίκης έξω από το δικαστήριο σε μια ξεκάθαρη προσπάθεια της Χρυσής Αυγής να εκφοβίσει όσους θα κατέθεταν εναντίον της. Οι Δήμητρα Ζώρζου και Αχιλλέας Νικολάου, αυτόπτες μάρτυρας κι εκείνοι, περιέγραψαν τη συντεταγμένη επίθεση που ολοκληρώθηκε με το δολοφονικό μαχαίρι του Ρουπακιά.
Οι Αιγύπτιοι αλιεργάτες συγκλόνισαν με τις καταθέσεις τους. Ο Αμπουζίντ Εμπάρακ εξιστόρησε στο δικαστήριο το πώς οι χρυσαυγίτες επιχείρησαν να τον δολοφονήσουν. Ο Αχμεντ Αμπου Χάμεντ υπέδειξε με σθένος τους επίδοξους δολοφόνους.
Ο Σωτήρης Πουλικόγιαννης, πρόεδρος του Συνδικάτου Μετάλλου Αττικής, ξαναζωντάνεψε στο δικαστήριο τα γεγονότα της άγριας επίθεσης που δέχτηκε από το τάγμα εφόδου του Περάματος. Το ίδιο και όλα τα θύματα της αιματηρής δράσης της Χρυσής Αυγής.
Ο Ηλίας Σταύρου, πρώην χρυσαυγίτης που επέλεξε να μην καταθέσει υπό καθεστώς προστατευόμενου μάρτυρα, αλλά με το όνομα και το πρόσωπό του, έδωσε από μέσα το πλαίσιο της εγκληματικής οργάνωσης, μιλώντας για τη στρατιωτική εκπαίδευση, τη ναζιστική ιδεολογία και την Αρχή του Αρχηγού.
Αντίστοιχα και ο Γιώργος Παπαγεωργίου, πρώην πυρηνάρχης Νοτίων Προαστίων της Χρυσής Αυγής, επιβεβαίωσε τον εγκληματικό χαρακτήρα της οργάνωσης και την κάθετη ιεραρχική δομή της.
Από τους μάρτυρες κατηγορητηρίου δεν θα μπορούσε να λείψει η «Εφ.Συν.». Από εμάς ο Δημήτρης Ψαρράς, ο οποίος κατέθεσε και το γνήσιο κρυφό καταστατικό της οργάνωσης, και ο Γιάννης Μπασκάκης παρέθεσαν όλα τα στοιχεία της δημοσιογραφικής έρευνας για τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης.
Ξεχωρίζουν ακόμα ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νίκος Αλιβιζάτος και ο τότε δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης, ενώ στο βήμα του μάρτυρα στάθηκε και ο Δημήτρης Κουσουρής, θύμα της εμβληματικής υπόθεσης του 1998 και της απόπειρας ανθρωποκτονίας που δέχτηκε έξω από τα δικαστήρια της Ευελπίδων, για την οποία καταδικάστηκε ο τότε υπαρχηγός της οργάνωσης, Περίανδρος Ανδρουτσόπουλος.
Οι μάρτυρες υπεράσπισης
Η διαδικασία εξέτασης των μαρτύρων υπεράσπισης εξελίχθηκε σε ιλαροτραγωδία. Δεν παρουσιάστηκε ούτε το ένα τρίτο από όσους είχαν προταθεί και οι περισσότεροι περιορίζονταν σε καλά λόγια για την προσωπικότητα των κατηγορουμένων και στην προσπάθεια να τους αποσυνδέσουν όχι μόνο από την εγκληματική δράση, αλλά και από το κόμμα Χ.Α. Οι μάρτυρες υπεράσπισης του Αρχηγού ήταν το πιο χαρακτηριστικό μέρος αυτής της διαδικασίας. Και από αυτούς πολλοί δεν εμφανίστηκαν. Αλλά και όσοι εμφανίστηκαν να καταθέσουν όχι μόνο δεν βοήθησαν τον Μιχαλολιάκο, αλλά τον εξέθεσαν ακόμα περισσότερο.
Πιο χαρακτηριστική περίπτωση, ο πρώτος μάρτυρας υπεράσπισης, ο δημοσιογράφος Αρης Σπίνος, ο οποίος υπήρξε και υποψήφιος με τη Χ.Α. Η κατάθεσή του ήταν σημαντική διότι διέψευσε όλους τους ισχυρισμούς του έως τότε Αρχηγού του: για τα Τάγματα Εφόδου, για το Καταστατικό της οργάνωσης, για τη δράση της οργάνωσης το βράδυ της δολοφονίας Φύσσα και για την ενημέρωση του Μιχαλολιάκου από την πρώτη στιγμή. Το κορυφαίο στοιχείο αυτής της κατάθεσης ήταν η ερμηνεία Σπίνου όταν του επιδείχτηκε η γνωστή φωτογραφία του Μιχαλολιάκου να χαιρετά ναζιστικά, με φόντο τη ναζιστική σημαία: «Είναι ο Μιχαλολιάκος με αρχαιοελληνικό χαιρετισμό και πίσω του ο μαίανδρος ανάποδα».
Ας σημειωθεί ότι ο Σπίνος σήμερα από το ιστολόγιό του καταγγέλλει καθημερινά τον Μιχαλολιάκο, αποκαλώντας τον «πατριώτη της κονόμας» και «τεμπέλη της Πεύκης». Δεν γνωρίζουμε σε ποια στιγμή οι σχέσεις στοργής Μιχαλολιάκου-Σπίνου μεταβλήθηκαν σε σχέσεις μίσους, αλλά η περίπτωση αυτή δεν είναι μοναδική.
Την ίδια εξέλιξη είχαν οι σχέσεις του Αρχηγού και με άλλους μάρτυρές του. Πιο χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις του Δημήτριου Βογιατζή, πρώην επικεφαλής της Χ.Α. στην Καβάλα, ο οποίος καταγγέλλει σήμερα τον Αρχηγό για ηγέτη «οικογενειακής συμμορίας», αλλά και του Αθανάσιου Κωνσταντίνου, παλιού συνοδοιπόρου του Μιχαλολιάκου, ο οποίος εκλέχτηκε ευρωβουλευτής με τη δική του βοήθεια και τώρα αποστασιοποιήθηκε για να απολαμβάνει μόνος του μισθούς και προνόμια στις φιλόξενες Βρυξέλλες.
Το κοινό
Ο ρόλος του κοινού στην κάθε δικαστική αίθουσα έχει πάντα μια ξεχωριστή σημασία στην εξέλιξη της δίκης σε μια δημοκρατική χώρα. Είναι ο ξεχωριστός μάρτυρας που θα ακούσει, θα δει και θα διαμορφώσει τη δική του κρίση. Η ελεύθερη πρόσβαση του κοινού εξάλλου σηματοδοτεί σε μεγάλο βαθμό τη δίκαιη δίκη.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση βέβαια και λόγω του μεγάλου αριθμού των παραγόντων της δίκης το κοινό στάθηκε μαχητικά και υπομονετικά απέξω θυμίζοντας με την παρουσία του τον διαρκή αντιφασιστικό αγώνα που έδωσαν εκείνοι που κατάφεραν τελικά να οδηγηθεί η ναζιστική οργάνωση στο δικαστήριο.
Η Μάγδα Φύσσα παρούσα από την αρχή ώς το τέλος μαζί με τους συγγενείς και τους φίλους, τα μέλη και οι σύντροφοι του ΠΑΜΕ, οι αλιεργάτες-θύματα της ρατσιστικής βίας, πολιτικά στελέχη, με συχνότερη την παρουσία βουλευτών της Αριστεράς, μέλη και στελέχη άλλων οργανώσεων και απλοί πολίτες αγωνιστές που έζησαν την Εθνική Αντίσταση.
Οι δυσκολίες πρόσβασης, οι αποστάσεις, η διάρκεια και οι μεγάλες διακοπές στις συνεδριάσεις εύλογα μείωσαν πολύ το κοινό της αίθουσας, αν και σε κάθε κρίσιμη φάση της δικαστικής διαδικασίας ήταν πολλοί εκείνοι που έσπευδαν ξανά στο δικαστήριο.
Για αρκετό διάστημα όμως η αίθουσα του Κορυδαλλού και του Εφετείου γέμιζε κατά καιρούς από μαυροφορεμένους και σωματώδεις πιστούς οπαδούς των κατηγορουμένων που δεν έχαναν ευκαιρία να τραμπουκίζουν και να προκαλούν ακόμα και τα θύματα της Χ.Α. ή να χαιρετούν ναζιστικά.
Χρυσαυγίτες κακοποίησαν τους αυτόπτες μάρτυρες συντρόφους του Παύλου έξω από το δικαστήριο αλλά και πλημμύρισαν στο αίμα γυναίκες δικηγόρους της πολιτικής αγωγής. Ακόμα και μαχαίρια είχαν φέρει στην αίθουσα και μάλιστα ένας από αυτούς συνελήφθη οπλοφορώντας. Στην πορεία βέβαια ένας ένας χάθηκαν με... πλάγια βηματάκια, μέχρι που απολύτως κανείς δεν βρισκόταν πλέον εκεί για να συμπαρασταθεί στους «συναγωνιστές».
Πέρα από τους πρωταγωνιστές της ιστορικής για τα ελληνικά δεδομένα δίκης και της ακόμα πιο ιστορικής απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, έχει μεγάλη σημασία να ανατρέξουμε σε εκείνους που άνοιξαν τον δρόμο μελετώντας τον απίστευτο όγκο της δικογραφίας και καταλήγοντας στο τεκμηριωμένο δικαστικό βούλευμα.
Τη σκυτάλη παρέδωσε ο υπουργός Νίκος Δένδιας (που συνένωσε 32 σχετικές δικογραφίες) στον αρμόδιο υπουργό Δικαιοσύνης, ο οποίος και τη διαβίβασε στην τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ε. Κουτζαμάνη, αναθέτοντας τη διενέργεια επείγουσας προκαταρκτικής εξέτασης στον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χ. Βουρλιώτη. Μετά την προανάκριση με το τεκμηριωμένο και πλήρες βούλευμα, ο Χ. Βουρλιώτης άσκησε ποινικές διώξεις στην ηγεσία και στα στελέχη της Χρυσής Αυγής για τα κακουργήματα της ένταξης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, καθώς και στους φυσικούς αυτουργούς των δολοφονικών επιθέσεων.
Από την ολομέλεια του Εφετείου ανατέθηκε η ογκώδης δικογραφία στις εφέτες ειδικές ανακρίτριες Ιωάννα Κλάπα και Μαρία Δημητροπούλου. Με σωρεία μαρτυριών και μετά την πολύμηνη ανάκριση οι δύο εφέτες, που δέχτηκαν όπως και ο Χ. Βουρλιώτης άθλιες επιθέσεις από τα στελέχη αλλά και τους συνοδοιπόρους της Χ.Α., ολοκλήρωσαν το έργο τους.
Ο Ισίδωρος Ντογιάκος συντάσσει την εισαγγελική πρόταση των 700 σελίδων, ενσωματώνοντας όλα τα στοιχεία που προέκυψαν, με το σύνολο των κατηγορουμένων να φτάνει τους 68, ανάμεσα στους οποίους και σύσσωμη η κοινοβουλευτική ομάδα του 2012. Ο Ι. Ντογιάκος γίνεται επίσης αποδέκτης συκοφαντικών και προσβλητικών σχολίων.
Τελευταία πράξη, η κρίση του Τριμελούς Συμβουλίου Εφετών το οποίο και υιοθετεί πλήρως στο βούλευμά του την εισαγγελική πρόταση, με μοναδική εξαίρεση τον εφέτη Ν. Σαλάτα που διαχώρισε τότε τη θέση του. Ο κ. Σαλάτας είναι ένας από τους εφέτες που χάρη στη «μεταμεσονύκτια» χαριστική τροπολογία της κυβέρνησης προήχθη πρόσφατα σε πρόεδρο Εφετών.
Δύο μήνες μετά την παραπομπή και την άσκηση διώξεων ξεκινάει η δίκη των 68 κατηγορουμένων, στις 20/4/2015, στη διαμορφωμένη από το 2002 αίθουσα των φυλακών Κορυδαλλού. Στην ακατάλληλη αίθουσα, κυριολεκτικά γεμάτη από συνηγόρους, μάρτυρες και κατηγορούμενους, θύματα και οικογένειες θυμάτων και πολλούς δημοσιογράφους, όλοι αναμένουν την πρώτη επαφή με τους τρεις δικαστές, τους εισαγγελείς και τους αναπληρωτές τους.
Ανεβαίνουν στην έδρα η πρόεδρος εφέτης Μαρία Λεπενιώτη και οι εφέτες Γεσθημανή Τσουλφόγλου και Ανδρέας Ντόκος. Στην εισαγγελική έδρα η Αδαμαντία Οικονόμου και ο αναπληρωτής εισαγγελέας Στέλιος Κωσταρέλλος. Από την πρώτη στιγμή ήταν σαφές ότι η πρόεδρος ήταν αυστηρή, γνώριζε καλά την υπόθεση και δεν άφηνε κανένα περιθώριο στις όποιες προσπάθειες δημιουργίας εντυπώσεων. Ευλαβικά σχεδόν κράτησε ίσες αποστάσεις, σεβάστηκε απολύτως τους μάρτυρες, τους συνηγόρους και ειδικά τα θύματα. Δεν επέτρεψε τη μετατροπή της δικαστικής αίθουσας σε πεδίο αντεγκλήσεων παρά τις συνεχείς προκλήσεις όχι μόνο των συνηγόρων υπεράσπισης αλλά και των ίδιων των κατηγορουμένων για όσο διάστημα εμφανίζονταν στη δίκη.
Η εφέτης Γ. Τσουλφόγλου ξεχώρισε με τις καίριες ερωτήσεις που υπέβαλε στους παράγοντες της δίκης σε όλη τη διάρκεια των πεντέμισι χρόνων, ενώ ο Α. Ντόκος παρακολουθούσε σχεδόν αμίλητος τη διαδικασία, στραμμένος στην οθόνη του φορητού υπολογιστή τον οποίο συνήθιζε να «κρύβει» με την τσάντα των εγγράφων.
Η Αδαμαντία Οικονόμου, εισαγγελέας της έδρας, ήταν εξαρχής υποστηρικτική προς την πλευρά των συνηγόρων υπεράσπισης και των εντολέων τους, μοναδικό της μέλημα ήταν η προσπάθεια αποδόμησης των μαρτύρων κατηγορίας και παρότι, ως φωτεινή εξαίρεση, συναίνεσε στην κρίσιμη απόφαση να αναγνωστεί το κρυφό καταστατικό της οργάνωσης, έφτασε στο σημείο να συνταχθεί με την υπεράσπιση και στο αίτημα αποκάλυψης των ταυτοτήτων των προστατευόμενων μαρτύρων, το οποίο τελικά απορρίφθηκε από το δικαστήριο.
Σε κάθε περίπτωση, η εντελώς αστήρικτη τελική εισαγγελική της πρόταση, η οποία ήταν σε πλήρη αντίθεση με το βούλευμα και με το αποδεικτικό υλικό και ξεπέρασε ακόμα και τις προσδοκίες των χρυσαυγιτών, σοκάρισε όλο τον κόσμο. Αντίθετα, ο αναπληρωτής, διά της πλήρους σιωπής, κατέδειξε προφανέστατα τη διαφωνία του, σεβόμενος το ενιαίο της εισαγγελικής αρχής. Οφείλουμε να αναφερθούμε και στη σημαντική βοήθεια που προσέφερε ο γραμματέας της έδρας Γιώργος Ντερζής, όποτε του ζητήθηκε να αναγνώσει τις άψογες σημειώσεις του, δεδομένου ότι η πολιτεία δεν διασφάλισε την απομαγνητοφώνηση της διαδικασίας.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας