Μπορεί η Ιστορία να επαναλαμβάνεται συνήθως ως φάρσα, αυτό όμως δεν σημαίνει πως η μελέτη του παρελθόντος δεν προσφέρεται για την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων. Μια τέτοια περίπτωση, η βραχύβια κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας στη Χιλή, την 42η επέτειο από την αιματηρή ανατροπή της οποίας «γιόρτασαν» χθες με τον τρόπο τους οι πολίτες της μακρινής αυτής χώρας, αποδεικνύεται μάλιστα ιδιαίτερα διδακτική.
Συνασπισμός έξι κομμάτων της χιλιανής Αριστεράς, από το Κομμουνιστικό και το Σοσιαλιστικό Κόμμα μέχρι κάποιους ελάσσονες προσωποπαγείς σχηματισμούς, η Λαϊκή Ενότητα (UP) υπήρξε το πρώτο πετυχημένο εγχείρημα ανάληψης της εξουσίας στα μεταπολεμικά χρόνια από κομμουνιστές και συνοδοιπόρους μέσω της κάλπης: στις 4 Σεπτεμβρίου 1970, ο σοσιαλιστής υποψήφιός της, Σαλβαδόρ Αλιέντε, κέρδισε τις προεδρικές εκλογές και δύο μήνες αργότερα σχημάτισε κυβέρνηση. Η σημασία του πειράματος για σοσιαλιστικό μετασχηματισμό με δημοκρατικές μεθόδους, σε μια συγκυρία ύφεσης του Ψυχρού Πολέμου, θεωρήθηκε αυτονόητη· η τραγική δε κατάληξή του, τρία χρόνια αργότερα, πυροδότησε ατέλειωτους γύρους συζητήσεων σε παγκόσμια κλίμακα για τα όρια της δυτικής δημοκρατίας.
Παράδειγμα προς αποτροπή
Περίπου μισό αιώνα μετά, το πιο ενδιαφέρον ίσως σημείο της υπόθεσης συνοψίζεται στην αντίφαση που επισημαίνει μια Αμερικανίδα πανεπιστημιακός με βαθιά γνώση του αντικειμένου: «Μολονότι οι περισσότεροι ηγέτες της Λαϊκής Ενότητας πίστευαν πως, αν οι ίδιοι ακολουθήσουν τους κανόνες του παιχνιδιού, το ίδιο θα κάνουν και οι άλλοι, [στην πραγματικότητα] η Δεξιά, οι ΗΠΑ και τελικά οι χιλιανές ένοπλες δυνάμεις δεν ένιωθαν καμιά παρόμοια δέσμευση» (Oppenheim 1999, σ. 104). Οσον αφορά τη στάση της αμερικανικής κυβέρνησης, τα 23.000 έγγραφα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, της CIA και της DIA που δόθηκαν (εν όλω ή εν μέρει) στη δημοσιότητα το 1999-2000 είναι κάτι παραπάνω από αποκαλυπτικά.
«Δεν βλέπω τον λόγο να κάτσουμε και να παρακολουθούμε μια χώρα να γίνεται κομμουνιστική εξαιτίας της ανευθυνότητας του λαού της» | (Χένρι Κίσινγκερ, 27.6.1970)
Η CIA είχε πίσω της μακροχρόνιες προσπάθειες να ανακόψει την πορεία του Αλιέντε προς την εξουσία, δαπανώντας εκατομμύρια δολάρια ήδη από το 1958, όταν για πρώτη φορά ο σοσιαλιστής υποψήφιος πλησίασε τη νίκη σε προεδρικές εκλογές· στις βουλευτικές πάλι του 1969, η στήριξη από την υπηρεσία μιας δεξιάς διάσπασης των Σοσιαλιστών στέρησε από τους τελευταίους έναν κρίσιμο αριθμό 7-11 εδρών, η απουσία του οποίου αποδείχθηκε μοιραία στα χρόνια της Λαϊκής Ενότητας. Εντεκα, τέλος, μέρες μετά την εκλογή του Αλιέντε, ο πρόεδρος Νίξον έδωσε εντολή στη CIA να κάνει ό,τι ήταν δυνατό για να εμποδίσει την ανάρρησή του στην προεδρία, συμπεριλαμβανομένης της υπόθαλψης ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος.
Το αποκαλυπτικότερο ντοκουμέντο για τα κίνητρα της Ουάσινγκτον αποτελούν ωστόσο τα πρακτικά της σύσκεψης του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας (NSC), κατά την οποία αποφασίστηκε η τελική στάση των ΗΠΑ απέναντι στη νέα κυβέρνηση (6.11.1970). «Βασική μας μέριμνα στη Χιλή», ξεκαθάρισε ο Νίξον, «είναι η πιθανότητα να εδραιωθεί [ο Αλιέντε] και η εικόνα που θα μεταδοθεί σε όλο τον κόσμο να είναι η επιτυχία του. [...] Αν αφήσουμε τους δυνητικούς ηγέτες της Νότιας Αμερικής να νομίζουν ότι μπορούν να κινηθούν όπως η Χιλή και να τα καταφέρουν έτσι κι αλλιώς, θα μπλέξουμε. [...] Δεν πρέπει να επιτραπεί η εντύπωση στη Λατινική Αμερική ότι μπορούν να την κοπανήσουν έτσι, πως είναι ασφαλές να κινηθούν μ’ αυτόν τον τρόπο. Σε όλο τον κόσμο έχει γίνει της μόδας να μας πετάνε με τις κλοτσιές. [...] Αν ο Αλιέντε μπορέσει να τα βγάλει πέρα με ρωσική και κινεζική βοήθεια, ας το κάνει - δεν θέλω όμως να γίνει αυτό με δική μας βοήθεια, πραγματική ή φαινομενική. [...] Πρέπει να είμαστε επιφανειακά σωστοί με τον Αλιέντε, αλλά κατά τα άλλα θα είμαστε τραμπούκοι. Δεν πρόκειται να αλλάξει˙ μόνο το προσωπικό του συμφέρον θα τον επηρεάσει».
Στη δική του εισήγηση προς τον Νίξον (5.11.1970), ο προεδρικός σύμβουλος Χένρι Κίσινγκερ ήταν ακόμη σαφέστερος για την πλανητική -κι όχι απλά λατινοαμερικάνικη- διάσταση του διακυβεύματος: «Το παράδειγμα μιας πετυχημένης εκλεγμένης μαρξιστικής κυβέρνησης στη Χιλή θα είχε ασφαλώς αντίκτυπο σε (και θα λειτουργούσε ως παράδειγμα για) άλλα μέρη του κόσμου, ιδίως στην Ιταλία. Η μιμητική εξάπλωση παρόμοιων φαινομένων αλλού θα επιδρούσε με τη σειρά της σημαντικά στην παγκόσμια ισορροπία και στη θέση μας στον κόσμο». Αναγνωρίζοντας πως «ο Αλιέντε εξελέγη δημοκρατικά», σχημάτισε «την πρώτη μαρξιστική κυβέρνηση που ήρθε ποτέ στην εξουσία με ελεύθερες εκλογές» και η αμφισβήτηση της νομιμοποίησής του ήταν αδύνατη, η ίδια εισήγηση ξεκαθάριζε ωμά πως αυτό ακριβώς ήταν το μεγαλύτερο πρόβλημα: «Ενα "ανεξάρτητο", ορθολογικό σοσιαλιστικό κράτος συνδεόμενο με την Κούβα και την ΕΣΣΔ μπορεί να είναι ακόμη πιο επικίνδυνο για τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά μας απ’ ό,τι ένα πολύ ακραίο καθεστώς».
Οικονομική ασφυξία
Ο πρώτος γύρος των προσπαθειών της CIA απέτυχε παταγωδώς. Ούτε οι ζυμώσεις με ακροδεξιούς αξιωματικούς για πραξικόπημα ούτε η καμπάνια να πειστεί ο δημοφιλής απερχόμενος πρόεδρος Εντουάρντο Φρέι να προκηρύξει νέες προεδρικές εκλογές κατεβαίνοντας ο ίδιος ως υποψήφιος ευδοκίμησαν.
Κι αυτό, παρόλο που δοκιμάστηκε κάθε μέσο, από τη δολοφονία του νομιμόφρονος αρχηγού του στρατού, Ρενέ Σνάιντερ, μέχρι την παρέμβαση στα οικογενειακά του προέδρου: εκτιμώντας ότι «μια ξαφνική μεταβολή στον χαρακτήρα της κυρίας Φρέι» αποτελούσε το προσφορότερο μέσο για τη μεταστροφή του συζύγου της, η υπηρεσία κατέκλυσε την τελευταία με τηλεγραφήματα εικονικών γυναικείων οργανώσεων που την εκλιπαρούσαν «να σώσει τη Λατινική Αμερική από τον κομμουνισμό».
Στις 4 Νοεμβρίου ο Αλιέντε ανέλαβε τελικά την προεδρία χάρη στην υποστήριξη των κεντροδεξιών χριστιανοδημοκρατών που, με 55 βουλευτές έναντι 61 της UP και 34 της Δεξιάς, αναδείχθηκαν σε καθοριστικό μπαλαντέρ για τις πολιτικές ισορροπίες στη χώρα.
Απέμεινε το βαρύ χαρτί του οικονομικού στραγγαλισμού. Η Χιλή ήταν μια χώρα εξαρτημένη σε μεγάλο βαθμό από τις ΗΠΑ, φορτωμένη από την προηγούμενη κυβέρνηση μ’ ένα χρέος 2,1 δισ. δολαρίων και, το κυριότερο, τα συναλλαγματικά της έσοδα προέρχονταν κατά 80% από ένα μόνο προϊόν – τις εξαγωγές χαλκού. Η υλοποίηση της εντολής του Νίξον προς τον διευθυντή της CIA «να κάνει την οικονομία να ουρλιάξει» ήταν έτσι ζήτημα χρόνου. Η πρόκληση πανικού μέσω ελεγχόμενων ντόπιων και διεθνών ΜΜΕ πυροδότησε ένα μίνι bank run, με απόσυρση 80.000.000 δολαρίων από τις τοπικές τράπεζες μέσα στον πρώτο μετεκλογικό μήνα.
Ακολούθησε το πάγωμα κάθε δανειοδότησης προς τη Χιλή ως αποτέλεσμα αμερικανικού βέτο (IDB, AID), υπόγειων πιέσεων (Παγκόσμια Τράπεζα), αλλά και της διατεταγμένης υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από την Export-Import Bank. Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζον Κόναλι, στάλθηκε αυτοπροσώπως στο Κλαμπ των Παρισίων για να εμποδίσει οποιαδήποτε αναδιάρθρωση του χιλιανού χρέους.
Μοναδική εξαίρεση αυτού του άτυπου εμπάργκο αποτέλεσε η αμερικανική στρατιωτική βοήθεια, που τριπλασιάστηκε μεταξύ 1970 και 1973 ως μέσο σύσφιγξης των δεσμών της Ουάσινγκτον με την ντόπια στρατιωτική ηγεσία. Σημαντικότερο πλήγμα επέφερε η απόφαση του NSC να πουληθεί ένα μέρος των κρατικών αποθεμάτων των ΗΠΑ σε χαλκό, ώστε να επιταχυνθεί η πτώση της τιμής του μετάλλου στις διεθνείς αγορές και να περιοριστούν δραστικά τα συναλλαγματικά έσοδα της κυβέρνησης Αλιέντε. Μετά την εθνικοποίηση των ορυχείων το καλοκαίρι του 1971, στην πίεση αυτή προστέθηκαν οι αγωγές των θιγμένων πολυεθνικών για κατάσχεση όσων φορτίων χαλκού έφταναν από τη Χιλή σε ευρωπαϊκά λιμάνια.
Τον εξωτερικό οικονομικό στραγγαλισμό συμπλήρωσε η «συγκαλυμμένη δράση» της CIA στο εσωτερικό, με αφειδή χρηματοδότηση διαφόρων φορέων της «κοινωνίας των πολιτών» που ανέλαβαν να πλήξουν τη Λαϊκή Ενότητα στο μαλακό κοινωνικό υπογάστριό της.
Πάνω από 6.000.000 δολάρια δαπανήθηκαν μέσα σε μια τριετία με παραλήπτες τα κόμματα της δεξιάς αντιπολίτευσης (Εθνικό και Χριστιανοδημοκρατικό), συνδικάτα, εργοδοτικές και φοιτητικές ενώσεις, την έξαλλη εφημερίδα El Mercurio και τη φασιστική οργάνωση «Πατρίδα κι Ελευθερία». Η τελευταία ιδρύθηκε αμέσως μετά την εκλογική νίκη του Αλιέντε από νεαρούς δικηγόρους, ως «κίνημα πολιτών» με σύμβολο μια παραλλαγή της σβάστικας, για να εξελιχθεί κατόπιν σε παραστρατιωτικό σχηματισμό επιφορτισμένο με την πάταξη των «μπολσεβίκων» στο πεζοδρόμιο.
Παρά τις αρχικές διαφορές τους, οι ομόσταβλες αυτές συλλογικότητες συνεργάστηκαν από το φθινόπωρο του 1971 και μετά για τη δημιουργία χαοτικής κατάστασης που θα «νομιμοποιούσε» την ανατροπή του Αλιέντε με στρατιωτικό πραξικόπημα. Εκτός από τα μυστικά κονδύλια της Ουάσινγκτον, η σύγκλιση αυτή όφειλε πολλά στην οξύτατη κοινωνική πόλωση που παρήγε η πολιτική της Λαϊκής Ενότητας.
Ταξική πόλωση, θεσμική εκτροπή
Αρχικός στόχος του οικονομικού επιτελείου της UP ήταν η αύξηση της παραγωγής χάρη στην κεϊνσιανή τόνωση της ζήτησης με σημαντικές αυξήσεις μισθών.
Η ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών στρωμάτων οδήγησε όμως όχι μόνο σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 7,7% το 1971, αλλά και σε ακόμη μεγαλύτερη ζήτηση τροφίμων και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης, που λόγω παγώματος των τιμών οι ιδιώτες ήταν όλο και λιγότερο διατεθειμένοι να παράγουν.
Με τις εισαγωγές περιορισμένες λόγω πιστωτικής ασφυξίας, η διανομή των υφιστάμενων αγαθών μετατράπηκε σε αντικείμενο έντονων κοινωνικών συγκρούσεων: η κυβέρνηση έριξε το βάρος στον εφοδιασμό των εργατικών συνοικιών, ενώ τα εύπορα και μικροαστικά στρώματα τροφοδότησαν ως καταναλωτές τη μαύρη αγορά.
Το σημείο τομής ήρθε το φθινόπωρο του 1972 με τη μεγάλη απεργία των φορτηγατζήδων που παρέλυσε κυριολεκτικά τη (μακρόστενη) χώρα. Τα λοκ άουτ των εργοστασιαρχών απαντήθηκαν με καταλήψεις και επαναλειτουργία των βιομηχανικών μονάδων κάτω από εργατικό έλεγχο, οι λαϊκές γειτονιές μετατράπηκαν σε αυτοδιοικούμενα οχυρά (cordones industriales), ημιεπίσημες δε «Επιτροπές Εφοδιασμού και Τιμών» (JAP) ανέλαβαν την πάταξη της μαύρης αγοράς.
Το αίτημα για κρατικοποίηση των κατειλημμένων εργοστασίων και οι μαχητικές καταλήψεις μεσαίων αγροκτημάτων από ακτήμονες αγρεργάτες προσέδωσαν σ’ αυτή την αναμέτρηση τα χαρακτηριστικά δυαδικής εξουσίας εν αναμονή της τελικής αναμέτρησης.
Η απάντηση της Λαϊκής Ενότητας σ’ αυτή την εξέλιξη δεν υπήρξε ενιαία. Η ριζοσπαστική της πτέρυγα (κυρίως Σοσιαλιστές και πάλαι ποτέ αριστεροί Χριστιανοδημοκράτες), σε συμμαχία με το εξωκοινοβουλευτικό Κίνημα Επαναστατικής Αριστεράς (MIR), θεωρεί την επερχόμενη σύγκρουση αναπόφευκτη και την κλιμάκωση της μαζικής κινητοποίησης μοναδικό εχέγγυο για την προβολή αποτελεσματικής αντίστασης στις αντιδραστικές «μούμιες».
Η μετριοπαθής πτέρυγα (ο ίδιος ο Αλιέντε, το Κ.Κ. Χιλής και οι κεντροαριστεροί Ριζοσπάστες) πιστεύει αντίθετα πως η εκτροπή μπορεί να προληφθεί μόνο μέσω ενός συμβιβασμού με τη Χριστιανοδημοκρατία και του εξευμενισμού των ενόπλων δυνάμεων, οι αρχηγοί των οποίων διορίζονται επανειλημμένα σε υπουργικές θέσεις. Πάνω απ’ όλα δε, αποφεύγει να προκαλέσει τους στρατιωτικούς με εξοπλισμό των εργατικών πολιτοφυλακών, όπως ζητά η Αριστερά.
Οι διαφορές αυτές θα αμβλυνθούν πολύ αργά, όταν το πραξικόπημα του στρατηγού Πινοτσέτ βρίσκεται πλέον επί θύραις. Στις 23 Ιουλίου 1973 ο σταθμός της CIA στο Σαντιάγκο ενημερώνει τα κεντρικά για τη ριζοσπαστικοποίηση του Κ.Κ. Χιλής, η γραμμή του οποίου προσεγγίζει πλέον εκείνη του MIR όσον αφορά την ανάγκη εξοπλισμού της μαζικής του βάσης· καθοριστική γι’ αυτή τη στροφή θεωρείται η εμπειρία του αποτυχημένου στρατιωτικού κινήματος του προηγούμενου μήνα και η σχετικά περιορισμένη λαϊκή κινητοποίηση για δυναμική αντιμετώπισή του. Μολονότι το διά ταύτα του πολυσέλιδου αυτού εγγράφου παραμένει μέχρι σήμερα απόρρητο, ενδιαφέρουσα είναι η πρόβλεψη του σταθμάρχη για το ενδεχόμενο μιας συμβιβαστικής κυβέρνησης συνασπισμού του μετριοπαθούς Αλιέντε με τους χριστιανοδημοκράτες και τον στρατό, με σκοπό την πάταξη των «άκρων» και την επανεπιβολή της κοινωνικής ειρήνης.
Η τελική λύση κινήθηκε, βέβαια, στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση: τα ξημερώματα της 11ης Σεπτεμβρίου, οι ένοπλες δυνάμεις της Χιλής ανέλαβαν να πνίξουν στο αίμα την απόπειρα της Λαϊκής Ενότητας για κοινοβουλευτική μετάβαση στον σοσιαλισμό. Οπως είχαμε αποκαλύψει σε παλιότερο δημοσίευμα του «Ιού» («Ελευθεροτυπία», 16/10/1999), η CIA γνώριζε εκ των προτέρων ακόμη και την ακριβή ώρα εκδήλωσης του πραξικοπήματος.
● 26 Δεκεμβρίου: Συγκρότηση της Λαϊκής Ενότητας (UP) από 6 κόμματα της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς (σοσιαλιστές, κομμουνιστές, ριζοσπάστες και πρώην αριστερή πτέρυγα των χριστιανοδημοκρατών).
● 4 Σεπτεμβρίου: Προεδρικές εκλογές. Οριακή νίκη του υποψηφίου της UP Σαλβαδόρ Αλιέντε (36,2%), έναντι 34,9% του δεξιού Χόρχε Αλεσάντρι και 27,8% του χριστιανοδημοκράτη Ραδομίρο Τόμιτς.
● 15 Σεπτεμβρίου: Εντολή του Αμερικανού προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον στον διευθυντή της CIA, Ρίτσαρντ Χελμς, «να κάνει την οικονομία [της Χιλής] να ουρλιάξει».
● 22 Οκτωβρίου: Δολοφονία του αρχηγού του στρατού, Ρενέ Σνάιντερ, από ανθρώπους της CIA, στο πλαίσιο της προσπάθειας να αποτραπεί η ανάρρηση του Αλιέντε στην προεδρία.
● 24 Οκτωβρίου: Επικύρωση της εκλογής του Αλιέντε από το Κογκρέσο, με τις 153 ψήφους της UP και των χριστιανοδημοκρατών (PDC). Το δεξιό Εθνικό Κόμμα (PCN) ψηφίζει υπέρ του Αλεσάντρι.
● 4 Νοεμβρίου: Ορκωμοσία του Αλιέντε.
● 6 Νοεμβρίου: Σύσκεψη του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ για τη Χιλή. Απόφαση για υιοθέτηση μιας «ψύχραιμης» στάσης που θα συνδυάζει τη διπλωματική ορθότητα με την αθέατη υπονόμευση της UP και την πρόκληση ασφυξίας στη χιλιανή οικονομία.
● 17 Νοεμβρίου: Υποβολή στον Κίσινγκερ του «προγράμματος συγκαλυμμένης δράσης» της CIA για την υπονόμευση του Αλιέντε, τη χρηματοδότηση της δεξιάς αντιπολίτευσης και την καλλιέργεια επαφών με τον στρατό για μελλοντικό πραξικόπημα.
● 4 Απριλίου: Αυτοδιοικητικές εκλογές. Επιτυχία της UP, οι υποψήφιοι της οποίας αποσπούν το 49,8% των έγκυρων ψήφων και 741 δημαρχίες σε σύνολο 1.653.
● 8 Ιουνίου: Δολοφονία του χριστιανοδημοκράτη τ. υπουργού Εσωτερικών Εντμούντο Πέρες Σούχοβιτς από την «Οργανωμένη Λαϊκή Πρωτοπορία» (VOP), περιθωριακή διάσπαση του «Κινήματος Επαναστατικής Αριστεράς» (MIR) που εξαρθρώνεται αμέσως. Ρήξη των σχέσεων μεταξύ PDC και UP.
● 11 Ιουλίου: Ομόφωνη απόφαση του χιλιανού Κογκρέσου για εθνικοποίηση των ορυχείων χαλκού, ιδιοκτησίας των αμερικανικών πολυεθνικών Anaconda και Kennecott.
● 20 Οκτωβρίου: Υποβολή κυβερνητικού νομοσχεδίου με κατάλογο 150 βιομηχανιών προς κρατικοποίηση (αργότερα θα περιοριστούν σε 91). Το PDC απαντά με δικό του νομοσχέδιο, που απαγορεύει τις κρατικοποιήσεις δίχως κοινοβουλευτική προέγκριση. Υπερψήφιση του δεύτερου από τη Βουλή (19.2.), προεδρικό βέτο (6.4.) και συνταγματική κρίση που παρατείνεται μέχρι το πραξικόπημα.
● 10 Νοεμβρίου - 4 Δεκεμβρίου: Πολυήμερη επίσημη επίσκεψη του Φιντέλ Κάστρο στη Χιλή.
● 1 Δεκεμβρίου: Πρώτη «διαδήλωση της κατσαρόλας» από χιλιάδες γυναίκες της μεσαίας τάξης. Επεισόδια με αντιδιαδηλωτές της UP και του MIR.
● 21 Μαρτίου: Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Τζακ Αντερσον δημοσιεύει στην «Washington Post» σειρά εγγράφων της πολυεθνικής ΙΤΤ για τις επαφές διευθυντικών στελεχών της το 1970 με την κυβέρνηση Νίξον και τη CIA, προκειμένου να εμποδιστεί η προεδρία του Αλιέντε.
● 9 Οκτωβρίου - 5 Νοεμβρίου: Απεργία των φορτηγατζήδων, χρηματοδοτημένη από τη CIA, παραλύει τη χώρα. Καταλήψεις εργοστασίων και έλεγχος της παραγωγής από τους εργάτες ως απάντηση στο λοκ άουτ των εργοδοτών που επικαλούνταν έλλειψη πρώτων υλών. Συγκρότηση Επιτροπών Εφοδιασμού και Ελέγχου των Τιμών (JAP) και εργατικών πολιτοφυλακών στις βιομηχανικές ζώνες.
● 20 Οκτωβρίου: Το Κογκρέσο ψηφίζει (κι ο Αλιέντε προσυπογράφει) τον «νόμο για τον έλεγχο των όπλων», με τον οποίο παρέχονται εκτεταμένες εξουσίες στον στρατό.
● 3 Νοεμβρίου: Ανασχηματισμός με υπουργοποίηση των ηγεσιών της Εργατικής Συνομοσπονδίας (CUT) και των ενόπλων δυνάμεων ως «εγγυητών» της κοινωνικής ειρήνης.
● 24 Ιανουαρίου: Νομοσχέδιο του κομμουνιστή υπουργού Οικονομίας Ορλάντο Μίλιας για επιστροφή πολλών κατειλημμένων εργοστασίων στους ιδιοκτήτες τους. Αποσύρεται μετά από έντονες εργατικές αντιδράσεις, καθοδηγούμενες από το MIR και την Αριστερά της UP, με συμμετοχή και συνδικαλιστών του Κ.Κ.
● 4 Μαρτίου: Βουλευτικές εκλογές, με συμμετοχή 81,8% (έναντι 73,6% το 1969). Αύξηση του ποσοστού της UP σε 44,2% και των βουλευτών της σε 63, με ανατροπή των εσωτερικών συσχετισμών υπέρ της Αριστεράς σε βάρος των Ριζοσπαστών. Η συνασπισμένη δεξιά αντιπολίτευση αποσπά 55,5% και εκλέγει 87 βουλευτές, όχι όμως τα 2/3 του Κογκρέσου που απαιτούνται για την καθαίρεση του Αλιέντε.
● 19 Απριλίου - 3 Ιουνίου: Απεργία των μεταλλωρύχων στα κρατικοποιημένα ορυχεία, καθοδηγούμενη από το συνδικάτο που ελέγχουν οι χριστιανοδημοκράτες.
● 29 Ιουνίου: Απόπειρα πραξικοπήματος μονάδων της πρωτεύουσας καταστέλλεται δυναμικά από τον νομιμόφρονα αρχηγό του στρατού, Κάρλος Πρατς.
● 26 Ιουλίου: Εναρξη της δεύτερης απεργίας των φορτηγατζήδων, με χρηματοδότηση της CIA και στήριξη από μια σειρά μικροαστικών επαγγελματικών ενώσεων. Θα κρατήσει μέχρι το πραξικόπημα της 11ης Σεπτεμβρίου.
● 27 Ιουλίου: Δολοφονία του υπασπιστή του Αλιέντε, Αρτούτο Αράγια, από την ακροδεξιά «Πατρίδα κι Ελευθερία».
● 8 Αυγούστου: Συλλήψεις υπαξιωματικών του Ναυτικού για επαφές με το MIR και στελέχη της UP. Συστηματικά βασανιστήρια κατά τις ανακρίσεις.
● 9 Αυγούστου: Ανασχηματισμός με νέα υπουργοποίηση της ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεων.
● 22 Αυγούστου: Με ψήφους 81 έναντι 47, το Κογκρέσο κηρύσσει την «ολοκληρωτική» κυβέρνηση Αλιέντε «αντισυνταγματική» και καλεί τη στρατιωτική ηγεσία «να διασφαλίσει τη συνταγματική τάξη».
● 23 Αυγούστου: Παραίτηση του στρατηγού Πρατς, ύστερα από διαδήλωση των συζύγων αξιωματικών μπροστά στο σπίτι του. Αντικατάστασή του από τον στρατηγό Πινοτσέτ, οι απόψεις του οποίου υπέρ της πραξικοπηματικής ανατροπής ή εξόντωσης του Αλιέντε είχαν γνωστοποιηθεί στη CIA ήδη από τις 27.9.1972.
● 4 Σεπτεμβρίου: Πελώρια επετειακή συγκέντρωση της UP στο Σαντιάγκο, με συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων λαού.
● 11 Σεπτεμβρίου: Στρατιωτικό πραξικόπημα όλων των κλάδων των ενόπλων δυνάμεων, με επικεφαλής τον στρατηγό Πινοτσέτ. Ο Αλιέντε αρνείται να εγκαταλείψει τη χώρα και βρίσκει τον θάνατο υπερασπιζόμενος το προεδρικό μέγαρο. Αιματηρή καταστολή κάθε αντίστασης με 1.200 νεκρούς, 350 εκτελέσεις και 13.500 συλλήψεις μελών της Αριστεράς μέσα σε λίγες μέρες.
Η Λαϊκή Ενότητα στα βιβλιοπωλεία
Τα νωπά βιώματα από τη δική μας στρατιωτική δικτατορία και η διεθνής συζήτηση για τα διδάγματα της χιλιανής εμπειρίας ανέδειξαν το εγχείρημα της Λαϊκής Ενότητας σε αγαπημένο θέμα των εκδοτών της Μεταπολίτευσης. Με μια μοναδική εξαίρεση, η σχετική βιβλιοπαραγωγή μπορεί επίσης να θεωρηθεί οργανικό τμήμα των ζυμώσεων της εποχής μεταξύ των διαφορετικών ρευμάτων της άρτι νομιμοποιημένης και μαζικοποιούμενης τότε ελληνικής Αριστεράς.
Το πρώτο βιβλίο που κυκλοφόρησε, αμέσως μετά την πτώση της χούντας, ήταν η συλλογή των ντοκουμέντων της ΙΤΤ που αποκάλυψε το 1972 η «Washington Post» και κυκλοφόρησαν σε ειδικό τόμο από την κυβέρνηση της UP («Ο ιμπεριαλισμός εναντίον της Χιλής», Αθήνα 1974, εκδ. Ωκεανίς).
Ως επίμετρο, στην ελληνική έκδοση παρατίθενται τα δύο τελευταία κείμενα του Σαλβαδόρ Αλιέντε – η ομιλία του στο επετειακό συλλαλητήριο της 4ης Σεπτεμβρίου 1973 και το συγκλονιστικό ραδιοφωνικό μήνυμά του από το πολιορκημένο προεδρικό μέγαρο το πρωί του πραξικοπήματος.
Προϊόν μιας παρισινής επιτροπής αλληλεγγύης, το βιβλίο «Χιλή. Η ταξική αναμέτρηση» (Αθήνα 1975, εκδ. Βέργος) καλύπτει τα γεγονότα του 1970-1973 από τη σκοπιά της αριστερής πτέρυγας της Λαϊκής Ενότητας κι αποδεικνύεται εξαιρετικά κατατοπιστικό για τον Ελληνα αναγνώστη, καθώς συνδυάζει μια σφιχτή αναλυτική αφήγηση με χαρακτηριστικά ντοκουμέντα από την πάλη γραμμών στο εσωτερικό της χιλιανής Αριστεράς.
Συντηρητικότερων προδιαγραφών, το έργο του διπλωμάτη Αρμάνδο Ουρίβε «Η Μαύρη Βίβλος της βορειοαμερικανικής επέμβασης στη Χιλή» (Αθήνα 1976, εκδ. Αταλάντη) περιέχει μεν κάποια ενδιαφέροντα ντοκουμέντα, υποφέρει όμως δομικά από τη μονοδιάστατα εθνοκρατική οπτική του συγγραφέα, που ισχυρίζεται ότι στόχο του στρατιωτικού πραξικοπήματος αποτελούσε όχι η ανάσχεση του κοινωνικού ριζοσπαστισμού, αλλά «να καταστρέψει το χιλιανό κράτος».
Αρκετά διαφωτιστική, παρά το μικρό μέγεθός της, αποδεικνύεται η μπροσούρα «Χιλή 1970-1975. Πέντε χρόνια αγώνες ενάντια στον ιμπεριαλισμό και την εσωτερική αντίδραση», που εξέδωσε την άνοιξη του 1975 η ΚΝΕ· μεταξύ άλλων περιλαμβάνει το πρόγραμμα της UP κι ένα αρκετά λεπτομερές χρονικό της κρίσιμης τριετίας.
Δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για τη νουβέλα του Γκιγιέρμο Ατίας «Ενάντια στο ρεύμα», μια απόπειρα μυθιστορηματικής ανασύστασης των τελευταίων μηνών της κυβέρνησης Αλιέντε με βάση της προδιαγραφές του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, που κυκλοφόρησε από τον κομματικό εκδοτικό οίκο (Αθήνα 1981, εκδ. Σύγχρονη Εποχή).
Συλλογή κειμένων του Κινήματος Επαναστατικής Αριστεράς από τον πρώτο χρόνο μετά το πραξικόπημα, με συνοπτική εισαγωγή για την ιστορία της οργάνωσης και τη στάση της απέναντι στην κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας, είναι «Η αντίσταση στη Χιλή. Ντοκουμέντα του MΙR», που κυκλοφόρησε το 1975 από τις εκδόσεις Εξάντας.
Επίσης συλλογικό έργο, η «Επανάσταση και αντεπανάσταση στη Χιλή» των Πωλ Σουήζυ και Χάρρυ Μαγκντόφ (Αθήνα 1976, εκδ. Καρανάση) περιλαμβάνει άρθρα πλειάδας Αμερικανών μαρξιστών, δημοσιευμένα το 1970-1973 στο πλαίσιο ενός δημόσιου διαλόγου (και άσκησης εποικοδομητικής κριτικής) για την πορεία της UP.
Σαφώς πιο μονοδιάστατη αποδεικνύεται αντίθετα η μπροσούρα «Τα μαθήματα της Χιλής. Μια μαρξιστική ανάλυση», μετάφραση της ανάλυσης Ισπανών ομοϊδεατών, που κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1981 από τους τροτσκιστές της «Μαρξιστικής τάσης του ΠΑΣΟΚ» ως προειδοποίηση «για να μην επαναληφθεί η τραγωδία της Χιλής και στην Ελλάδα».
Μοναδική μη αριστερή έκδοση της εποχής, από έναν εκδοτικό οίκο που απευθυνόταν στο κοινό της Ν.Δ., το ανώνυμο βιβλιαράκι «Χιλή. Το μαρτύριο ενός λαού» (Αθήνα 1977, εκδ. Ι. Σιδέρης) αντανακλά όλες τις αντιφάσεις της μεταπολιτευτικής δημοκρατικής Δεξιάς.
Το μεγαλύτερο μέρος του καταπιάνεται με την καταδίκη των εγκλημάτων της χιλιανής χούντας, με πηγή εκθέσεις της Διεθνούς Αμνηστίας˙ τα αρχικά όμως κεφάλαια, τα σχετικά με την κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας, αποτελούν αντιφατικό συμπίλημα αντιαμερικανισμού (βάσει των εγγράφων της ΙΤΤ) και χοντροκομμένου αντικομμουνισμού (με ασχολίαστη παράθεση αποσπασμάτων από τις διακηρύξεις προσώπων και φορέων του αστικού κόσμου που εργάστηκαν για το πραξικόπημα), αφήνοντας τον αναγνώστη σε πλήρη σύγχυση.
Τρεις ολόκληρες δεκαετίες χωρίζουν τις πιο πρόσφατες από τις παραπάνω εκδόσεις από το αμέσως επόμενο εκδοτικό εγχείρημα, το βιβλιαράκι «Χιλή 1972-1973. Η τραγωδία του κοινοβουλευτικού δρόμου», με κείμενα των Λέανδρου Μπόλαρη, Μάικ Γκονσάλες και Λουίς Ανχελ Φερνάντες Ερμάνα, (Αθήνα 2013, εκδ. Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο).
Καθόλου συμπτωματικά, φυσικά: με τον ΣΥΡΙΖΑ καθ’ οδόν προς την εξουσία, τα διδάγματα από την εμπειρία της Λαϊκής Ενότητας κρίνονταν ξανά επίκαιρα.
Διαβάστε
◈ Peter Kornbluch, The Pinochet File (Ν. Υόρκη - Λονδίνο 2013, εκδ. The New Press). Εξαιρετικά επιμελημένη συλλογή υπηρεσιακών ντοκουμέντων για την πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στη Χιλή. Τα πρώτα δύο κεφάλαια περιγράφουν την υπονόμευση και ανατροπή της Λαϊκής Ενότητας, ενώ τα υπόλοιπα πέντε, τα εγκλήματα της χούντας του Πινοτσέτ και την πολυσχιδή συνεργασία της με την Ουάσινγκτον.
◈ Lois Hecht Oppenheim, Politics in Chile. Democracy, authoritarianism and the search for development (Μπάουλντερ 1999, εκδ. Westrview Press). Διεισδυτική ανάλυση της χιλιανής πολιτικής ζωής των τελευταίων δεκαετιών από μια ειδικευμένη Αμερικανίδα πανεπιστημιακό. Το πρώτο από τα τρία κεφάλαια του βιβλίου ασχολείται με τα χρόνια και την ανατροπή της UP.
◈ S. Sideri (ed.), Chile 1970-1973. Economic Development and its International Setting (Χάγη 1979, εκδ. Springer-Science & Business Media). Συλλογή κειμένων για την οικονομική πολιτική της Λαϊκής Ενότητας από επιζήσαντα πρώην κυβερνητικά στελέχη της. Ειδικά κεφάλαια για την εθνικοποίηση των ορυχείων χαλκού, τη βιομηχανική πολιτική, την εθνικοποίηση των τραπεζών κ.ο.κ.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας