ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ
Eνα μήνα, τρεις εβδομάδες, δύο ημέρες και 40 λεπτά. Τόσο χρειάστηκε ο Αδόλφος Χίτλερ για να μετατρέψει τη νεαρή, συνταγματική δημοκρατία της Γερμανίας σε απολυταρχικό καθεστώς. Τον υπολογισμό έκανε ο ιστορικός Τίμοθι Ράιμπακ, ο οποίος -με κείμενό του που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό The Atlantic, λίγες ημέρες πριν από τη δεύτερη ορκωμοσία του Τραμπ- μας θύμισε ότι η κατάλυση της αστικής δημοκρατίας συχνά μπορεί να επιτευχθεί με απόλυτα συνταγματικά μέσα.
Φυσικά ο Τραμπ αποτελεί μια σκιά (ή μια φάρσα) του Χίτλερ. Παρατηρώντας όμως τις πρώτες 53 ημέρες των δυο ηγετών μπορεί κανείς να εντοπίσει ορισμένα επαναλαμβανόμενα στοιχεία.
Το πρώτο στίγμα στην πολιτική και των δυο πολιτικών δόθηκε με την αποχώρηση από διεθνείς συνθήκες και οργανισμούς: ο Χίτλερ απομάκρυνε άμεσα τη Γερμανία από την Κοινωνία των Εθνών και τη Διάσκεψη της Γενεύης για τον Αφοπλισμό, ενώ ο Τραμπ ξεκίνησε με τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα και συνεχίζει με τη σταδιακή απομάκρυνση από οργανώσεις των Ηνωμένων Εθνών. Η διακοπή της πολυμερούς διπλωματίας συνοδεύτηκε από την άμεση επιβολή δασμών σε ξένα προϊόντα - αν και σε αυτή την περίπτωση ο Αμερικανός πρόεδρος αποδείχθηκε πολύ πιο άμεσος και αποτελεσματικός από τον Χίτλερ.
Στο εσωτερικό, ο Γερμανός καγκελάριος περίμενε ένα μήνα και 21 ημέρες για να προσφέρει αμνηστία στους εθνικοσοσιαλιστές που βρίσκονταν στη φυλακή για τα βίαια πογκρόμ και τις δολοφονίες κομμουνιστών και συνδικαλιστών που οργάνωνε το ναζιστικό κόμμα. Αντίθετα ο Τραμπ υπέγραψε από την πρώτη ημέρα της νέας του θητείας διάταγμα για την απελευθέρωση 1.500 ατόμων που κατέλαβαν το Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου του 2021, για να ακυρώσουν τις εκλογές.
Περνώντας από την αντιπολίτευση στην καγκελαρία ο Χίτλερ θεσμοθέτησε το δικαίωμα των Γερμανών αστυνομικών να πυροβολούν και να σκοτώνουν οποιονδήποτε πολίτη χωρίς καμία συνέπεια. Ο Τραμπ είχε παρουσιάσει σχετική πρόταση στην προεκλογική εκστρατεία του, την οποία δεν έχει υλοποιήσει ακόμη. Στα χαρτιά έχει μείνει προς το παρόν και η απειλή του να κηρύξει παράνομα μεγάλα μέσα ενημέρωσης που του ασκούν κριτική, όπως το CNN, ενώ αρκέστηκε να απαγορεύσει την πρόσβαση του Associated Press στις συνεντεύξεις Τύπου του Λευκού Οίκου. Αντίθετα ο Χίτλερ έκλεισε πολύ γρήγορα μεγάλες εφημερίδες της αντιπολίτευσης και κυρίως του κομμουνιστικού κόμματος. Και οι δυο πολιτικοί πάντως πέτυχαν σε διάστημα λίγων ημερών να αντικαταστήσουν ανώτατα στελέχη του κρατικού μηχανισμού με δικούς τους ανθρώπους ενώ στράφηκαν εναντίον όσων είχαν επιχειρήσει να εμποδίσουν την εκλογή τους.
Συμβολική αλλά διόλου τυχαία ήταν η αναφορά των δύο ηγετών στην ανάγκη να «αποξηράνουν τον βάλτο», φράση την οποία ο Χίτλερ χρησιμοποιούσε για το Ράιχσταγκ και ο Τραμπ για την Ουάσινγκτον, ουσιαστικά δηλαδή για τα δυο νομοθετικά σώματα του Κογκρέσου.
Οι σημαντικότερες πάντως ομοιότητες αλλά και διαφορές στις πρώτες 53 ημέρες διακυβέρνησης αφορούν τον τρόπο με τον οποίο προσπάθησαν να συγκεντρώσουν στο πρόσωπό τους το σύνολο των εξουσιών. Ο Χίτλερ δεν έκρυψε ποτέ την πρόθεσή του να περάσει το λεγόμενο «Εξουσιοδοτικό Νόμο – Ermächtigungsgesetz» που θα του επέτρεπε να παρακάμπτει το Ράιχσταγκ και τον πρόεδρο της χώρας – ουσιαστικά δηλαδή να τερματίσει de facto τη διάκριση των εξουσιών. Η πιο σχετική κίνηση του Τραμπ ήταν το 67ο εκτελεστικό του διάταγμα, το οποίο ορίζει ότι η ερμηνεία των νόμων από τον πρόεδρο των ΗΠΑ έχει μεγαλύτερη ισχύ από κάθε άλλο φορέα της εκτελεστικής εξουσίας. Ο συνταγματολόγος Φρανκ Μπάουμαν έχει υποστηρίξει ότι το συγκεκριμένο διάταγμα μετατρέπει τον Τραμπ σε «εκλεγμένο δικτάτορα». Σε αντίθεση όμως με τον Γερμανό καγκελάριο ο Αμερικανός πρόεδρος έκρυψε το διάταγμα ανάμεσα στην υπογραφή άσχετων αποφάσεων για την τεχνητή γονιμοποίηση και τον εμβολιασμό για τον Covid στα σχολεία.
Υπό μια (ενδεχομένως διεστραμμένη) θεώρηση της ιστορίας, η πορεία του Χίτλερ προς τη δικτατορία ήταν πιο «νόμιμη» καθώς, όπως εξηγούσε και ο ιστορικός Τίμοθι Ράιμπακ, ο ναζιστής καγκελάριος δεν παραβίασε αλλά χρησιμοποίησε το ίδιο το Σύνταγμα σαν εργαλείο για την κατάλυση της συνταγματικής τάξης. Αντίθετα ο Τραμπ, ιδιαίτερα τις τελευταίες εβδομάδες, παραβιάζει απροκάλυπτα το Σύνταγμα και τους νόμους, χωρίς όμως να τα αμφισβητεί επισήμως. Την εβδομάδα που πέρασε δοκίμασε να διευρύνει εκ νέου την προσωπική εξουσία του, αγνοώντας σειρά δικαστικών αποφάσεων που απαγόρευαν την απέλαση μεταναστών. Είχε προηγηθεί η σύλληψη και προσπάθεια απέλασης φοιτητών και καθηγητών που συμμετείχαν σε κινητοποιήσεις κατά της γενοκτονίας των Παλαιστινίων ενώ, σύμφωνα με τη γαλλική κυβέρνηση, απαγορεύτηκε η είσοδος στη χώρα ενός ερευνητή επειδή στο κινητό του βρέθηκαν επικριτικά μηνύματα για την πολιτική του Αμερικανού προέδρου.
Στις 53 ημέρες της προεδρίας του ο Τραμπ δεν κατέλυσε το δημοκρατικό πολίτευμα, είτε γιατί δεν το επιθυμούσε είτε γιατί το αμερικανικό σύστημα διαθέτει πολύ ισχυρότερο θεσμικό πλαίσιο από αυτό της νεαρής δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Στις 100 ημέρες της προεδρίας του όμως οι Αμερικανοί πολίτες θα ξυπνήσουν αντικρίζοντας το ακρωτηριασμένο σώμα του κράτους δικαίου. Και ίσως θα είναι αργά για να αντιδράσουν.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας