Τον Οκτώβριο του 1919 η εφημερίδα «Καιροί» λαμβάνει μια επιστολή με την υπογραφή «Δικαστικός». Η κυβέρνηση συζητά την αύξηση μισθών δικαστικών και δημοδιδασκάλων, την οποία η εφημερίδα στηρίζει σθεναρά και ο ειρηνοδίκης αναγνώστης της παρουσιάζει «το αξιοθρήνητον της καταστάσεώς μας». Οπως αναλυτικά αναφέρει, «με καθαρόν εισόδημα δραχμάς 230 διά να διατραφεί οικογένεια 5 ατόμων με κρέας ή ψάρι προς 8 δρχ. κατ' οκάν, με λάδι προς 6, με βούτυρο προς 15» και ούτω καθεξής, για να καταλήξει πως «το να ζει κανείς με φασουλάδα διαρκώς σαν όσιος και ακρίδας και μέλι άγριον σαν τον Αγιον Ιωάννην δεν θα ήτο και πολύ δύσκολον, αλλά το να κινδυνεύει εκ της ψύξεως είναι φρικώδες», για να κλείσει γράφοντας «η παρατεινομένη φτώχεια, πείνα και γδύμνια δεν μπορεί να συγκρατήση δικαιοσύνη τιμήν».
Δώδεκα χρόνια μετά, το 1932, ο λαός σφίγγει και πάλι το ζωνάρι. Γράφει η εφημερίδα «Φανός» στο «Νεώτερον Λεξικόν της Ελληνικής Γαστρονομίας» στο λήμμα «έλαιον»: βγαίνει από τας ελαίας, τελευταίως από την μύτη των Ελλήνων. Και στη λέξη «κρεοπώλης»: ο πωλών κρέας προς 32 δραχμάς την οκάν προς ανθρώπους έχοντας εισόδημα 32 λεπτά, ενώ τα «τρόφιμα» δεν βρίσκονται εις καμμίαν ελληνικήν οικίαν και τα «χρέη» είναι τα μόνα που αφθονούν εν Ελλάδι.
Εκείνη την εποχή στις Απόκριες τραγουδιόταν πολύ το τραγουδάκι «Στης ακρίβειας τον καιρό επαντρεύτηκα και γω / και μου δώσαν μια γυναίκα που ’τρωγε για πέντε-δέκα. / Πρώτο βράδυ που την πήρα έφαγε μια προβατίνα / και το δεύτερο το βράδυ προβατίνα και γελάδι.
Τι λένε οι εργαζόμενοι
Αυτό είναι ένα από τα παραδοσιακά σκωπτικά που τραγουδιούνται χρόνια τώρα. Μισογυνικό αναμφίβολα, αλλά κι απόλυτα περιγραφικό της ένδειας που συχνά-πυκνά έζωνε τους εργαζόμενους του ελληνικού κράτους από γεννησιμιού του. Με όλες τις έρευνες να δείχνουν πως η ακρίβεια και πάλι σαρώνει τις ζωές μας, η πλέον πρόσφατη επιβεβαιώνει τον εφιάλτη που όλοι περνάμε κάθε φορά που επισκεπτόμαστε το σούπερ μάρκετ.
Η χώρα μπορεί να κατακτά επενδυτικές βαθμίδες και η κυβέρνηση να θριαμβολογεί υποσχόμενη λαμπρές μέρες, ωστόσο 9 στους 10 εργαζόμενους μειώνουν την κατανάλωση βασικών αγαθών, σύμφωνα με την ειδική θεματική έρευνα κοινής γνώμης που δημοσιοποίησαν η ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Εργασίας. Ποιες στρατηγικές επιβίωσης ακολουθούν τα νοικοκυριά ώστε να επιβιώσουν; Και πώς αλλάζουν οι συνήθειες και οι συμπεριφορές μας σε συνθήκες αυξανόμενης οικονομικής πίεσης χωρίς ορατή διέξοδο;
Η Λίτσα δουλεύει στον πάγκο τυριών μεγάλου σούπερ μάρκετ στα βόρεια προάστια. Εδώ η αγωνία των ανθρώπων είναι διπλή: και να τους φτάσουν τα χρήματα για να πάρουν όλα όσα χρειάζονται αλλά και να μην καταλάβουν οι γύρω τους πόσο πολύ ζορίζονται. «Ζητάει, ας πούμε, ένας κύριος παρμεζάνα. Δεν θα σου πει βάλτε μου την πιο φτηνή, αλλά θα ζητήσει την οικονομικότερη - παίζουν οι άνθρωποι με τις λέξεις, ίσως και για να ξεγελάσουν τον εαυτό τους. Οι περισσότεροι -οι 9 στους 10 πια- έρχονται με λίστα και δεν ξεφεύγουν ούτε γραμμάριο. Θέλει να φτιάξει κανείς τυρόπιτα και θα σου ζητήσει ακριβώς τα γραμμάρια που γράφει η συνταγή».
Ακριβώς ίδια είναι η εικόνα που έχει κι ο Γιώργος, που δουλεύει στο μανάβικο της ίδιας αλυσίδας. «Θυμάμαι που παλιά γελάγαμε με τους τουρίστες που αγόραζαν δυο φέτες καρπούζι ή τρία μήλα - το ίδιο γίναμε κι εμείς. Εξευρωπαϊστήκαμε που λένε, αλλά μόνο στα κακά. Κι αμφιβάλλω αν όλο αυτό γίνεται επειδή μας νοιάζει το λεγόμενο food waste, απλώς τώρα δεν υπάρχει φράγκο για... waste».
O Αντώνης είναι ο «κουβαλητής» του σπιτιού του, όχι με την έννοια που χρησιμοποιούσαν τη λέξη οι παππούδες μας, αφού μετά το ξέσπασμα της κρίσης φυσικά και ο μισθός του δεν φτάνει για να σηκώσει όλα τα έξοδα του νοικοκυριού του, αλλά με την έννοια «αυτού που κουβαλάει τα πάντα - εγώ πηγαίνω λαϊκή και σούπερ μάρκετ κάθε βδομάδα. Σήμερα ψώνισα μισό κιλό ντομάτες που ήταν σε προσφορά, χαρτιά υγείας, λαχανικά για τρεις μέρες, αφρόλουτρο επίσης σε προσφορά, βούτυρο, φρυγανιές, μουστάρδα και πλήρωσα 60 ευρώ - πέρυσι όλα αυτά θα ήταν 30% λιγότερο». Και πώς τα βγάζετε πέρα με τις συνεχείς ανατιμήσεις κι έναν καθηλωμένο μισθό; τον ρωτάμε. «Απόλυτα ενδεικτικό είναι ότι αγοράσαμε ρόι λαδιού - για να μην πέφτει παραπάνω στη σαλάτα. Εχουμε κόψει τα τυριά και τα ψάρια, δεν αγοράζουμε πια προϊόντα για να τα έχουμε backup, ένα σαμπουάν π.χ., συγκρίνω όλες τις τιμές, ακόμα και για τις πατάτες».
Ο Αντώνης είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση εργαζόμενου όπως αυτή αναδεικνύεται και από την έρευνα που δημοσιοποίησε την Πέμπτη η ΓΣΕΕ. Το 90% των εργαζομένων δηλώνει ότι έχει μειώσει την κατανάλωση βασικών αγαθών διατροφής, ενώ το 65% ότι δεν έχει λάβει κάποια αύξηση στον μισθό του. Η ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Εργασίας σε συνεργασία με την εταιρεία ALCO ακτινογράφησαν τις επιπτώσεις των κυμάτων ακρίβειας στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα.
Θέρμανση και τρόφιμα
Στα στοιχεία διαφαίνεται καθαρά πως η καθημερινότητα έχει γίνει ένα τρενάκι του τρόμου για όλους μας. Οι εργαζόμενοι μειώνουν τα επίπεδα της θέρμανσης και της ψύξης όπως και τις προμήθειες σε τρόφιμα («Πολύ» και «Αρκετά» απαντά το 69%), αλλά και περίπου 4 στους 10 αναγκάζονται να βάλουν χέρι στις αποταμιεύσεις τους για να τα βγάλουν πέρα - ακόμα χειρότερη είναι η συνθήκη για τον έναν στους τρεις που δεν έχει καν οικονομίες για να στηριχτεί.
Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ τον Σεπτέμβριο, το μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών, σε τρέχουσες τιμές, αφορά τα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (20,9%), τη στέγαση (14,5%) και τις μεταφορές (13,3%), ενώ το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,4%) αντιστοιχεί στις υπηρεσίες εκπαίδευσης. Επομένως, ο Αλέξανδρος, που μανατζάρει δύο γυμναστήρια, μάλλον πια εμπορεύεται προϊόντα πολυτελείας. «Από χρόνο σε χρόνο βλέπουμε τα μέλη μας να ζορίζονται όλο και πιο πολύ, όπως κι εμείς ζοριζόμαστε, ειδικά μετά τη σφαλιάρα που φάγαμε λόγω πανδημίας. Φέτος, για πρώτη φορά πουλάμε τις υπηρεσίες μας με τον μήνα και φτιάξαμε επίσης τρίμηνες και πεντάμηνες συνδρομές. Για πολλά από τα μέλη μας το να πάνε στο γυμναστήριο είναι πια η μοναδική τους διασκέδαση μέσα στην εβδομάδα».
Το πόσο πολύ χτυπάει η ακρίβεια μπορεί να το δει κανείς απλώς παρατηρώντας τους εμπορικούς δρόμους της γειτονιάς του: μικρομάγαζα που κλείνουν, άλλα που είναι άδεια από πελάτες και κάποια που αλλάζουν εντελώς χρήση - όπως το μικρό εστιατόριο που πλέον έγινε κουρείο για σκυλάκια. Η Ελπινίκη διατηρεί μαγαζί που προσφέρει υπηρεσίες καλλωπισμού - μαλλιά, νύχια και, σπανιότατα πια, μακιγιάζ. Τα μικρομάγαζα γύρω από το δικό της αλλάζουν κάθε τρεις και λίγο ιδιοκτήτες και αντικείμενο εργασίας, εκείνη μένει σταθερή ωστόσο χάρη σε έναν στενό κύκλο πελατών, αλλά και τη βαθιά ανάγκη των ανθρώπων να κάνουν κάτι όμορφο για τον εαυτό τους. «Οι πελάτισσες έρχονται λιγότερο συχνά, κάνουν οικονομικότερα πράγματα και σίγουρα πια δεν αγοράζουν από τα προϊόντα ομορφιάς που πουλάμε.
Επειδή είναι αναγκασμένες να μην πάνε, π.χ., στον δερματολόγο για μια ακριβή θεραπεία, θα κάνουν όμως ένα απλό μανικιούρ - έτσι, για να νιώσουν ότι κάτι έκαναν και για τις ίδιες». Το φαινόμενο έχει ονομαστεί «lipstick effect» και στηρίζεται στην άποψη ότι σε περιόδους κρίσης, ακριβώς επειδή οι καταναλωτές δεν μπορούν να έχουν ό,τι ποθούν, θα στραφούν σε μικρές πολυτέλειες, όπως ένα κραγιόν (άποψη ωστόσο που σε εκτεταμένη έρευνα που έκανε ο Economist το 2009 δεν επιβεβαιώθηκε απολύτως παρά μόνο κατά περιόδους).
«Πληρώθηκα τη Δευτέρα, πλήρωσα λογαριασμούς και εφορία, πλήρωσα τον υδραυλικό για ένα πρόβλημα που έχουμε στην αποχέτευση, συντήρησα τον καυστήρα, αλλά δεν έβαλα πετρέλαιο, πήγαμε και σούπερ μάρκετ και δεν θα πάμε πουθενά αλλού για ένα 15ήμερο». Η κυρία Τούλα είναι συνταξιούχος και «δεν παραπονιέται καθόλου», πώς θα μπορούσε άλλωστε αφού, όπως λέει, «η σύνταξή μου είναι μεγαλύτερη από τους μισθούς που παίρνουν τα παιδιά μου. Δεν παραπονιέμαι για τον εαυτό μου, θα τα βγάλουμε πέρα.
Ωστόσο, είμαι πολύ θυμωμένη για τα παιδιά μου και τον εγγονό μου. Τώρα φτάνουν τα 40 και τα 45 ο γιος μου και η κόρη μου και αναρωτιέμαι: Τι χάρηκε η γενιά τους; Τι απόλαυσε; Από κρίση σε κρίση και τώρα τα παιδιά μετράνε ακόμα και το 2ευρω για να τα βγάλουν πέρα. Βοηθάω όσο μπορώ, αλλά είναι κατάντια για τη χώρα μας άνθρωποι νέοι, μορφωμένοι, στα καλύτερά τους χρόνια να περιμένουν τη βοήθεια της μαμάς και του μπαμπά τους».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας