Παραμονή της άτυπης έναρξης της προεκλογικής περιόδου στην Τουρκία -με τη σημερινή λήξη της διορίας για την υποβολή λίστας υποψηφίων από τα κόμματα εν όψει των κρίσιμων βουλευτικών εκλογών της 7ης Ιουνίου- η Αγκυρα κατέβασε χθες και πάλι τον «γενικό» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, προς... γνώση και συμμόρφωση με τις κυβερνητικές υποδείξεις.
Ζητούμενο επισήμως ήταν η ανάκληση όλων των δημοσιευμένων φωτογραφιών από την αιματοβαμμένη ομηρία του εισαγγελέα Μεχμέτ Σελίμ Κιράζ από ενόπλους τής εκτός νόμου ακροαριστερής οργάνωσης DHKP-C, στην Κωνσταντινούπολη, στις 31 Μαρτίου (για τον ίδιο λόγο έχει ήδη διαταχθεί εισαγγελική έρευνα σε βάρος τεσσάρων αντικυβερνητικών εφημερίδων, με την κατηγορία της «προπαγάνδας υπέρ της τρομοκρατίας»).
Η διαταγή βασίστηκε σε δικαστική απόφαση που, όπως αναφέρει η «Hürriyet», ελήφθη «κατόπιν προσφυγής πολιτών» και απαγορεύει την πρόσβαση σε συνολικά 166 ιστότοπους (!) που δημοσίευσαν τις φωτογραφίες. Με αυτά και με άλλα, οι επίμαχες εικόνες -που ουσιαστικά θύμιζαν στην κοινή γνώμη το μακελειό που ακολούθησε την επιχείρηση των ειδικών δυνάμεων για τη λήξη της ομηρίας- άρχισαν σταδιακά να εξαφανίζονται από τα δημοφιλέστερα social media στην Τουρκία.
Αρχικά συμμορφώθηκε και γι' αυτό «ξανανέβασε ρολά» το Facebook, λίγο αργότερα ακολούθησε το Twitter, όχι όμως και το Youtube, που μέχρι αργά το βράδυ δεν είχε ακόμη συμμορφωθεί με τη διαταγή και ως εκ τούτου παρέμενε στον «γύψο»...
Η τακτική είναι γνώριμη στις τουρκικές αρχές. Η προηγούμενη φορά που είχε συμβεί κάτι ανάλογο στη χώρα ήταν μόλις προ έτους, λίγο πριν από τις τοπικές (και πολιτικό «βαρόμετρο» για τις επακόλουθες προεδρικές) εκλογές του περυσινού Μαρτίου, όταν -στον απόηχο των μεγάλων αντικυβερνητικών διαδηλώσεων στο Γκεζί, το 2013- τα social media είχαν κατακλυστεί από υποκλοπές τηλεφωνικών συνομιλιών του τότε πρωθυπουργού, νυν προέδρου Ερντογάν, εμπλέκοντας τον ίδιο, τον γιο του Μπιλάλ και άλλα πρόσωπα του στενού του περιβάλλοντος σε σκάνδαλα διαφθοράς.
Η διαφορά
Συγκριτικά με το τότε, πάντως, υπάρχει μία ειδοποιός διαφορά: μετά και την πρόσφατη έγκριση του νέου υπερ-νόμου περί εσωτερικής ασφάλειας, τα πράγματα στην αστυνομοκρατούμενη Τουρκία έχουν εξόχως «αγριέψει». Και το ήδη τεταμένο κλίμα φορτίζουν ακόμη περισσότερο οι νέες θεωρίες περί «ξένου δακτύλου» στην πρόκληση νέας αναταραχής στη χώρα, εντείνοντας έτσι τον εκφοβισμό του εκλογικού σώματος. Ολα αυτά δύο μήνες πριν ανοίξουν οι κάλπες για τις βουλευτικές εκλογές, οι οποίες πρακτικά θα καθορίσουν τα περιθώρια για συνταγματική αλλαγή προς ένα προεδρικό σύστημα, όπου ο Ερντογάν θα έχει ρόλο απόλυτου «ηγεμόνα»...
Οχι τυχαία εξάλλου, μόλις μέσα στο τελευταίο 24ωρο ο ενισχυμένος με υπερεξουσίες πια κρατικός μηχανισμός έδωσε ώθηση στα σενάρια περί έξωθεν παρεμβάσεων στη χώρα, με αιχμή πάντα του δόρατος το «παρακράτος» του (αυτοεξόριστου στις ΗΠΑ) μουσουλμάνου ιεροκήρυκα Γκιουλέν: μέχρι το 2013 στενού συμμάχου του Ταγίπ Ερντογάν στον υπόγειο πόλεμο κατά του «βαθέος κράτους» κι έκτοτε παντός... καιρού «αποδιοπομπαίου τράγου».
Ετσι, χάρη στον «δάκτυλο» Γκιουλέν φάνηκε από χθες να κουκουλώνεται προεκλογικά η διερεύνηση δύο μεγάλων σκανδάλων. Το ένα αφορά τις τηλεφωνικές υποκλοπές στο γραφείο του Ερντογάν, όπου -σύμφωνα με τη φιλοκυβερνητική «Sabah»- η δικαστική έρευνα προσανατολίζεται στην εκδοχή της χάλκευσης εγγράφων από -φίλα προσκείμενα στο κίνημα Γκιουλέν- πρώην στελέχη του «Επιστημονικού και Τεχνολογικού Ερευνητικού Συμβουλίου της Τουρκίας» (TÜBİTAK), με τη χρήση τεχνικών αμερικανικής εταιρείας.
Το δεύτερο έχει να κάνει με τη μεταφορά οπλισμού σε σουνιτικές εξτρεμιστικές οργανώσεις στη Συρία (Αλ Κάιντα και «Ισλαμικό κράτος») με φορτηγά των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, τον Ιανουάριο του 2014. Ενέργεια για την οποία τώρα διώκονται οι 34 αξιωματικοί που διενήργησαν έλεγχο στο κομβόι και, σύμφωνα με χθεσινές διαρροές στη «Zaman», «η εισαγγελική έρευνα χειραγωγήθηκε για να εμπλακούν στην υπόθεση οι αρθρογράφοι Ντέιβιντ Ιγκνάσιους της “Washington Post” και Εμρέ Ουσλού της “Today's Zaman”, η [τουρκική εφημερίδα] “Taraf” και ο Φετουλάχ Γκιουλέν» αυτοπροσώπως...
Φήμες για ρήξη
Στο πολιτικό παρασκήνιο εν τω μεταξύ οι φήμες οργιάζουν για ρήξη μεταξύ του πρωθυπουργού Νταβούτογλου και του προέδρου Ερντογάν ως προς την τακτική που θα πρέπει να ακολουθηθεί εν όψει των βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου και κυρίως για το πού θα βάλει τον «πήχη» το AKP. «Ο Ερντογάν δίνει την εντύπωση ότι θα αποτελέσει ήττα ένα εκλογικό ποσοστό που, αν και θα εξασφαλίζει νίκη στο κυβερνών κόμμα, δεν θα δίνει ισχυρή εντολή για την προεδρία», επισημαίνει σε χθεσινό άρθρο του ο Μουράτ Γετκίν της «Hürriyet».
«Και ο Ερντογάν και ο Νταβούτογλου», εξηγεί, «γνωρίζουν ότι εάν το κουρδικό HDP ξεπεράσει το άδικο εκλογικό πλαφόν του 10%, θα είναι πρακτικά αδύνατο σε μία τετρακομματική Βουλή το ΑΚΡ να μπορέσει να εκλέξει 330 βουλευτές [σε σύνολο 550 εδρών]», όσο απαιτείται δηλαδή για να περάσει η συνταγματική μεταρρύθμιση για την εγκαθίδρυση προεδρικού συστήματος στη χώρα.
Ηδη χθες ο ηγέτης του HDP, Σελαχατίν Ντεμιρτάς, ξεκαθάρισε ότι είναι αντίθετος σε αυτήν την προοπτική, διαψεύδοντας κατηγορηματικά στη «Hürriyet» ότι υπάρχει σχετική συμφωνία «κάτω από το τραπέζι» μεταξύ του Ερντογάν και του φυλακισμένου ηγέτη του PKK, Αμπντουλάχ Οτσαλάν, με αντάλλαγμα μία λύση στο κουρδικό ζήτημα στην Τουρκία.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας